ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η κληρονομιά του Μπάιντεν και οι παρενέργειες της Μέσης Ανατολής

Η αμερικανική φράση είναι χαρακτηριστική για την κωμική τραχύτητά της: «bedwetting»

Kathimerini.gr

Γιάννης Παλαιολόγος

Η αμερικανική φράση είναι χαρακτηριστική για την κωμική τραχύτητά της: «bedwetting». Είναι σαφώς πιο συχνή η χρήση της μεταξύ των Δημοκρατικών, οι οποίοι τείνουν να χάνουν την ψυχραιμία τους και να βλέπουν παντού σημάδια της διαφαινόμενης ήττας κάθε προεκλογικό Οκτώβριο, σχεδόν ανεξαρτήτως του τι προβλέπουν οι δημοσκοπήσεις.

Ειδικά η φετινή αναμέτρηση, πάντως, δεν ενδείκνυται για καρδιακούς. Το μικρό προβάδισμα που απέκτησε η Κάμαλα Χάρις στις αμφίρροπες πολιτείες μετά το ντιμπέιτ της 10ης Σεπτεμβρίου, δείχνει να έχει εξανεμιστεί. Εξακολουθεί να προηγείται στη λαϊκή ψήφο σε εθνικό επίπεδο, αλλά οι Δημοκρατικοί θυμούνται με πόνο και τρόμο το 2000 (όταν ο Αλ Γκορ έλαβε 543.000 περισσότερες ψήφους από τον Τζορτζ Μπους τον νεότερο, αλλά έχασε τις εκλογές για 537 ψήφους στη Φλόριντα) και το 2016 (όταν η Χίλαρι Κλίντον έλαβε σχεδόν 3 εκατ. περισσότερες ψήφους αλλά ηττήθηκε εξαιτίας της Πενσιλβάνια, του Μίσιγκαν και του Ουισκόνσιν).

Αναλύοντας τα τρωτά σημεία της Χάρις, στέκεται κανείς σε τέσσερις κρίσιμους παράγοντες: η υποχώρηση της επιρροής της στους μαύρους άνδρες, η πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν στη Μέση Ανατολή, η αύρα μη αυθεντικότητας που ενίοτε αποπνέει, η γενικότερη δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων με το status quo και τα πεπραγμένα του Τζο Μπάιντεν.

Οι μαύροι άνδρες

Ξεκινώντας από το πρώτο, η εκστρατεία της Χάρις την περασμένη Δευτέρα λάνσαρε το «Opportunity Agenda for Black Men», μια δέσμη μέτρων για την οικονομική ενίσχυση της συγκεκριμένης κατηγορίας ψηφοφόρων (καλύτερη πρόσβαση σε δανεισμό και άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία κ.ά.). Η πρωτοβουλία έρχεται εν μέσω ανησυχιών στο στρατόπεδό της για την αποξένωση ιδίως των νεότερων μαύρων ανδρών, που παρατηρείται εδώ και αρκετούς εκλογικούς κύκλους. Σχολιαστές όπως ο αντι-Τραμπ Ρεπουμπλικανός Μάικ Μέρφι, πάντως, σημείωσαν ότι αυτή η συναλλακτική προσέγγιση δεν είναι πιθανό να αποφέρει ιδιαίτερους καρπούς.

Η εκστρατεία έχει επίσης επιστρατεύσει τον Μπαράκ Ομπάμα για να νουθετήσει τους μαύρους ψηφοφόρους, που ενδεχομένως έλκονται από τον σοβινισμό και τις επιδείξεις δύναμης του Τραμπ.

Οι αριθμοί είναι όντως ανησυχητικοί για τους Δημοκρατικούς. Οπως υπενθύμισε ο εκλογικός αναλυτής του CNN, Χάρι Εντεν, μεταξύ μαύρων ανδρών ηλικίας 18-44 ετών, το 2012 ο Ομπάμα είχε επικρατήσει του Ρόμνεϊ κατά 81 μονάδες. Τέσσερα χρόνια αργότερα, η Χίλαρι Κλίντον είχε επικρατήσει του Τραμπ κατά 63 μονάδες, ενώ η ψαλίδα στη συγκεκριμένη κατηγορία στην αναμέτρηση Μπάιντεν – Τραμπ ήταν 52 μονάδες. Το προβάδισμα της Χάρις, βάσει των πιο πρόσφατων δημοσκοπήσεων, είναι 41 μονάδες. Η διαφορά υπέρ των Δημοκρατικών μεταξύ μαύρων ψηφοφόρων συνολικά έχει ακολουθήσει μια αντίστοιχη πτωτική πορεία: από 85 μονάδες υπέρ του Μπαράκ Ομπάμα το 2012 σε 54 μονάδες υπέρ της Χάρις σήμερα. Αν αυτοί οι αριθμοί επαληθευτούν στην κάλπη, θα είναι η χειρότερη επίδοση των Δημοκρατικών μεταξύ μαύρων ψηφοφόρων από το 1960 και την αναμέτρηση Κένεντι – Νίξον.

Οι ενδείξεις πληθαίνουν πως ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή και η υποστήριξη της κυβέρνησης Μπάιντεν στο Ισραήλ, καθώς επιχειρεί ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών με όλους σχεδόν τους εχθρούς του στην περιοχή, βλάπτει σοβαρά την υποψηφιότητα της Χάρις.

Τη Δευτέρα, το Arab American Political Action Committee ανακοίνωσε ότι δεν θα στηρίξει κανέναν από τους δύο υποψηφίους για την προεδρία, εξαιτίας της «τυφλής υποστήριξής τους» για την «εγκληματική» κυβέρνηση του Ισραήλ. Θα είναι η πρώτη φορά που το AAPAC δεν δηλώνει προτίμηση στις προεδρικές εκλογές από την ίδρυσή του, το 1998 (σχεδόν πάντα στήριζε τους Δημοκρατικούς).

Οι Αραβες και οι μουσουλμάνοι Αμερικανοί ψήφισαν συντριπτικά υπέρ του Τζο Μπάιντεν το 2020, αλλά έχουν εξοργιστεί με την αδυναμία του να συγκρατήσει τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου τους τελευταίους 12 μήνες. Ειδικά στην αμφίρροπη πολιτεία του Μίσιγκαν με τους 15 εκλέκτορές της, το 2% του πληθυσμού είναι αραβικής καταγωγής, μουσουλμάνοι ή Λιβανέζοι χριστιανοί, πολλοί που έχουν χάσει συγγενείς από όπλα που έχει δώσει στο Ισραήλ η κυβέρνηση Μπάιντεν. Η Χάρις εξακολουθεί να διατηρεί ένα μηδαμινό προβάδισμα (μία μονάδα κατά μέσον όρο) στην πολιτεία, ωστόσο, είναι εξαιρετικά επισφαλές.

 

Οι συνεντεύξεις

Η Χάρις, όπως ανέφεραν σε πρόσφατη ανάλυσή τους οι New York Times, έχει διακριθεί σε πολλά πεδία στους δυόμισι μήνες αφότου έγινε η υποψήφια των Δημοκρατικών: μεταξύ άλλων, συνέτριψε τον Τραμπ στο ντιμπέιτ, στις προεκλογικές συγκεντρώσεις της ξέρει να διεγείρει τον ενθουσιασμό των οπαδών της, ενώ έχει προσελκύσει περισσότερο από 1 δισ. δολάρια σε εισφορές από τους υποστηρικτές της.

Το πιο ορατό αδύναμο σημείο της είναι οι συνεντεύξεις με παραδοσιακά ΜΜΕ. Εμφανίζεται διστακτική, γενικόλογη, καταφεύγει συχνά σε προκάτ διατυπώσεις και δίνει την αίσθηση μιας συμβατικής πολιτικού, που έχει κορυφαίο μέλημα να μην προσβάλλει κανέναν και που φοβάται να πει τη γνώμη της. Ιδιαίτερα με αντίπαλο τον Τραμπ, ο οποίος άλωσε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και έγινε πρόεδρος αγνοώντας παντελώς τις συμβουλές των επικοινωνιολόγων, αυτό είναι ένα πραγματικό μειονέκτημα. Η αίσθηση της μη αυθεντικότητας ενισχύεται από την απροθυμία της να συναναστραφεί αυθόρμητα με τους ψηφοφόρους, υπό τον φόβο τού τι μπορεί να προκύψει σε ένα μη ελεγχόμενο περιβάλλον.

Μέρος του προβλήματος είναι ότι εξακολουθεί να περιστοιχίζεται από τα στελέχη της εκστρατείας Μπάιντεν, για τα οποία η αποφυγή της έκθεσης του υποψηφίου σε μη σκηνοθετημένες στιγμές ήταν κορυφαία προτεραιότητα.

Την Τετάρτη, πάντως, βρέθηκε για πρώτη φορά εκτός έδρας, στο Fox News. Οι ερωτήσεις που δέχθηκε από τον Μπρετ Μπέιερ (με έμφαση στο μεταναστευτικό) ήταν πιεστικές και τη διέκοπτε συχνά, αλλά κατά γενική ομολογία τα πήγε καλά, δείχνοντας ότι μπορεί να σταθεί σε εχθρικό έδαφος.

Ισως το μεγαλύτερο βαρίδι για την αντιπρόεδρο είναι ότι αποτελεί προβεβλημένο μέλος της τρέχουσας κυβέρνησης. Η δημοτικότητα του Τζο Μπάιντεν κυμαίνεται οριακά κάτω από το 40%, ενώ ο αριθμός των Αμερικανών που θεωρούν ότι η χώρα κινείται σε λάθος πορεία είναι διπλάσιος από αυτόν που πιστεύουν το αντίθετο (61%-29% σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της YouGov). Οι Αμερικανοί είναι οργισμένοι για το κόστος ζωής, την αθρόα εισροή παράτυπων μεταναστών, την ατζέντα του κινήματος woke και πολλά ακόμη, για τα οποία κατηγορούν τον σημερινό πρόεδρο.

Η Χάρις έχει επιχειρήσει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα αυτό διαφοροποιώντας τον εαυτό της τόσο από τον Τραμπ όσο και από τον Μπάιντεν, τουλάχιστον ρητορικά –το έκανε κατηγορηματικά στη συνέντευξη στο Fox– και διεκδικώντας παράλληλα τα εύσημα για τα επιτεύγματα της κυβέρνησής του. Σε πρόσφατη δημοσκόπηση των New York Times/Siena College (από τις πιο έγκυρες στην αγορά), για πρώτη φορά περισσότεροι ερωτηθέντες έκριναν πως αυτή και όχι ο αντίπαλός της εκπροσωπεί την αλλαγή (έστω οριακά, 46%-44%). Η επίδοσή της στο μέτωπο αυτό θα είναι απολύτως κρίσιμη για την επικράτησή της.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση