ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Αντίσταση και με νυχτερινή ζωή στο Κίεβο

Οι κάτοικοι και κυρίως η νεολαία εκτιμούν ότι τα πάρτι και οι συναθροίσεις αποτελούν πρόσθετο αντίδοτο στην αγωνία του πολέμου

Kathimerini.gr

ΤΖΕΦΡΙ ΓΚΕΤΛΕΜΑΝ - THE NEW YORK TIMES

Το ρέιβ πάρτι είχε προγραμματιστεί εδώ και εβδομάδες, με τους διοργανωτές να κλείνουν τον χώρο και τους ντισκ τζόκεϊ και να έχουν πληρώσει για τα ποτά, τις προσκλήσεις και την ασφάλεια. Υστερα, όμως, από τον θάνατο 25 ανθρώπων μακριά από την πρώτη γραμμή, από ρωσική πυραυλική επίθεση στην κεντρική Ουκρανία, οι διοργανωτές της μουσικής εκδήλωσης συναντήθηκαν προκειμένου να αποφασίσουν εάν θα έπρεπε να συνεχίσουν με τα σχέδιά τους. Η επίθεση είχε συγκλονίσει όλη την Ουκρανία, καθώς μεταξύ των θυμάτων συμπεριλαμβάνονταν και μικρά παιδιά.

Μετά τη σύσκεψη η ομάδα αποφάσισε ότι δεν θα ήταν δυνατόν να συνεχίσουν με τη διοργάνωση της εκδήλωσης. Ενας από αυτούς, όμως, ο Ντμίτρο Βασίλκοφ, είπε: «Αυτό ακριβώς θέλουν οι Ρώσοι». Οι διοργανωτές άρχισαν αμέσως να στήνουν τεράστια ηχεία και να καλύπτουν τα παράθυρα του αποθηκευτικού χώρου με βαριές μαύρες κουρτίνες. Η αποθήκη υπήρξε ιστορική βιοτεχνία μεταξωτών ειδών στη βιομηχανική ζώνη του Κιέβου, που διέκοψε τη λειτουργία της από τις αρχές της δεκαετίας του 1990.

Η αίθουσα γέμισε αμέσως με νέους ανθρώπους που χόρευαν στους φρενήρεις ρυθμούς της ηλεκτρονικής μουσικής. Βρισκόμασταν σε μια χώρα σε πόλεμο, ο οποίος επηρέαζε κάθε καλεσμένο στο πάρτι, αλλά παρ’ όλα αυτά οι νέοι αυτοί χόρευαν λες και ήταν η τελευταία τους μέρα στη Γη. «Αν ξέρεις πώς να τη χορηγήσεις, αυτή είναι η γιατρειά», λέει ο Ολέξι Πιντορέτσκι, που ζει με τη γιαγιά του και δεν είχε βγει από το σπίτι του για μήνες. Η νεολαία του Κιέβου ανακαλύπτει πάλι τη χαρά της ζωής με τις γιορτές, τα πάρτι και τις εκδηλώσεις να αυξάνονται κάθε εβδομάδα.

Η μετατόπιση των μαχών στα ανατολικά ήρε εν μέρει τις τύψεις που ένιωθαν οι κάτοικοι του Κιέβου κάθε φορά που έβγαιναν για να διασκεδάσουν. «Αυτό ήταν κάτι που με βασάνιζε πολύ. Είναι σωστό να δουλεύω σε μπαρ όσο ο πόλεμος συνεχίζεται; Οι αμφιβολίες διαλύθηκαν στην πρώτη μου βάρδια. Εβλεπα στα μάτια των πελατών ότι η έξοδος στο μπαρ ήταν μια μορφή ψυχοθεραπείας», λέει ο μπάρμαν Μποντάν Τσεχόρκα. Στις όχθες του ποταμού Δνείπερου, που διασχίζει το Κίεβο, εκατοντάδες άνθρωποι κάθονταν στα κτιστά αναχώματα πίνοντας μαζί με φίλους τους.

Ο στρατιωτικός νόμος και η απαγόρευση κυκλοφορίας κρέμονται σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από την πόλη. Κάθε βράδυ στις 11 οι πολίτες οφείλουν να επιστρέφουν στα σπίτια τους. Κάθε παραβάτης της δημοτικής απόφασης αντιμετωπίζει χρηματικό πρόστιμο ή –εφόσον είναι νέος άνδρας– υποχρεωτική στράτευση.

Η τελευταία παραγγελία

Τα μπαρ κλείνουν στις δέκα, ενώ οι μπάρμαν δέχονται την τελευταία παραγγελία στις εννιά. Το ρέιβ πάρτι στο παλιό εργοστάσιο μεταξιού είχε αρχίσει στις δύο το μεσημέρι. Παρά τα παράξενα ωράρια, ωστόσο, οι προσκεκλημένοι είπαν ότι κατάφεραν να ξεχάσουν τον πόλεμο, έστω και για λίγες ώρες, κυρίως χάρη στη βοήθεια της δυνατής ηλεκτρονικής μουσικής.

Ο πόλεμος δεν λείπει, πάντως, ποτέ από τις καθημερινές συζητήσεις. Κάθε ανταλλαγή απόψεων καταλήγει σε συζήτηση για τους Ρώσους, τα κίνητρά τους και τα στρατηγικά τους σχέδια. Ο μπάρμαν Τσεχόρκα λέει ότι προσπαθεί να βρει αγοραστή για τη μεγάλη συλλογή ρωσικών βιβλίων που κατέχει γιατί δεν θέλει να ξαναδιαβάσει τη γλώσσα αυτή. «Αυτός ο πόλεμος είναι και δικός μου. Η ψυχολογία της πόλης έχει, όμως, αλλάξει. Το Κίεβο είναι διαφορετικό. Οι άνθρωποι είναι πιο ευγενικοί, πιο φιλικοί, ενώ δεν πίνουν τόσο πολύ».

Η ανάγκη για ανθρώπινη επαφή και αλληλεγγύη είναι αυτό που οδήγησε περίπου είκοσι κατοίκους του Κιέβου σε πρόσφατο «πάρτι αγκαλιάς». Τέτοιες συναντήσεις διοργανώνονταν και πριν από τον πόλεμο, αλλά η ομάδα που προσήλθε πριν από δύο εβδομάδες είπε ότι είχε μεγάλη ανάγκη για αγκαλιά.

Οι συμμετέχοντες συγκεντρώθηκαν σε μεγάλο αντίσκηνο στην όχθη του ποταμού. Κάποιοι ξάπλωσαν σε μεγάλα αναπαυτικά μαξιλάρια, ενώ άλλοι προτίμησαν να σταθούν όρθιοι. Κάποιοι χάιδευαν τα μαλλιά των διπλανών τους, ενώ άλλοι έμειναν αγκαλιασμένοι για τουλάχιστον 20 λεπτά. «Πριν από τον πόλεμο η νυχτερινή ζωή του Κιέβου ήταν πολύχρωμη και ταραχώδης. Μπορούσες να περάσεις όλη τη νύχτα πηγαίνοντας από πάρτι σε πάρτι», λέει ο μπάρμαν. Σήμερα, όταν η ώρα πάει δέκα το βράδυ, το Κίεβο ετοιμάζεται να «κλείσει». Οι περιπατητές αρχίζουν να επιστρέφουν και οι παρέες διαλύονται. Τα αυτοκίνητα κινούνται πιο γρήγορα και τα ταξί αρχίζουν να σπανίζουν.

Στις έντεκα η ζωή στο Κίεβο σταματάει, τα πεζοδρόμια αδειάζουν και η πόλη αποχαιρετάει τους ταλαιπωρημένους κατοίκους της.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση

X