Γιάννης Παπαδόπουλος
Βράδυ Τρίτης 28 Φεβρουαρίου. Ηταν η πέμπτη συνεχόμενη νυχτερινή βάρδιά του στο πόστο του σταθμάρχη στη Λάρισα. Επιανε δουλειά, βάσει του σχετικού οργανογράμματος, στις 22.00. Νωρίτερα το απόγευμα, στις 15.54, είχε προκύψει βλάβη σε ένα τμήμα του σιδηροδρομικού δικτύου.
Η επιβατική αμαξοστοιχία 56 που εκτελούσε το δρομολόγιο Αθήνα – Θεσσαλονίκη μόλις είχε σταθμεύσει στον Παλαιοφάρσαλο όταν κόπηκε ένα καλώδιο ηλεκτροκίνησης και έπεσε πάνω στον συρμό. Το σήμα αποβίβασης ανακλήθηκε μέχρι να διαπιστωθεί ότι δεν υπήρχε κίνδυνος για τους επιβάτες. Η αμαξοστοιχία 56 αναχώρησε λίγο μετά τις 19.00 από τον Παλαιοφάρσαλο, καλύπτοντας την απόσταση μέχρι τη Λάρισα με ντιζελομηχανή.
Στο κομμάτι εκείνο μέχρι και τη Λάρισα τα διερχόμενα τρένα θα έπρεπε να κινηθούν αντίθετα, στο ρεύμα καθόδου. Από τη Λάρισα και έπειτα, σύμφωνα με τις διαθέσιμες μαρτυρίες, δεν υπήρχε λόγος μονοδρόμησης. Τα τρένα θα έπρεπε να κινηθούν κανονικά σε διπλή γραμμή. Η επιβατική αμαξοστοιχία 62, όμως, αναχώρησε λίγο μετά τις 23.00 προς Νέους Πόρους στο ρεύμα καθόδου.
Λίγα λεπτά αργότερα συναντήθηκε με μια εμπορική αμαξοστοιχία που ακολουθούσε αντίθετη πορεία. Η μετωπική σύγκρουση, χωρίς τη λειτουργία ειδικών ηλεκτρονικών συστημάτων ασφαλείας και πρόληψης του ανθρώπινου λάθους σε εκείνο το σημείο, ήταν πλέον αδύνατο να αποτραπεί.
«Μόνος από τις 22.25»
Στην απολογία του, η οποία είδε το φως της δημοσιότητας, ο προφυλακιστέος σταθμάρχης της Λάρισας έδωσε τη δική του εκδοχή για το τι συνέβη τη μοιραία νύχτα. Ανέφερε ότι έφτασε στον σταθμό της Λάρισας στις 21.20 και ότι εκείνη τη στιγμή βρισκόταν στη γραμμή ανόδου η αμαξοστοιχία 56, η οποία μισή ώρα αργότερα αναχώρησε κανονικά προς Θεσσαλονίκη με εντολή συναδέλφου του. Μία ώρα μετά, στις 22.25, βάσει των όσων ισχυρίζεται, ήταν ο μοναδικός σταθμάρχης στη Λάρισα, καθώς οι δύο συνάδελφοί του, που κανονικά είχαν βάρδια μέχρι τις 23.00, φέρεται να είχαν φύγει νωρίτερα.
Μια εμπορική αμαξοστοιχία που μετέφερε κοντέινερ με εμπορεύματα είχε αναχωρήσει στις 19.50 από τη Θεσσαλονίκη με κατεύθυνση προς Αθήνα. Λίγα λεπτά νωρίτερα, στις 19.22, είχε ξεκινήσει το δικό της δρομολόγιο η επιβατική αμαξοστοιχία IC 62 από την Αθήνα.
Λόγω του προβλήματος που είχε εκδηλωθεί στο δίκτυο σταμάτησε περίπου για 48 λεπτά στον Παλαιοφάρσαλο και μετά κατευθύνθηκε στη Λάρισα. Αφού κατέβηκαν κάποιοι επιβάτες και επιβιβάστηκαν άλλοι, στο τρένο πλέον βρίσκονταν 352 άτομα, εκ των οποίων οι 10 ήταν μέλη του πληρώματος.
Εμπειρος μηχανοδηγός, ο οποίος είχε περάσει νωρίτερα εκείνη την ημέρα από το συγκεκριμένο σημείο, εξηγεί στην «Κ» ότι λόγω μη λειτουργίας της τηλεδιοίκησης η κυκλοφορία γίνεται με τηλεγραφήματα, συνεννοήσεις μέσω ραδιοτηλεφώνου και έγγραφες υποδείξεις. Εάν είχε τεθεί σε λειτουργία το ETCS, το Ευρωπαϊκό Σύστημα Διαχείρισης της Σιδηροδρομικής Κυκλοφορίας, θα υπήρχε μια πρόσθετη δικλίδα ασφαλείας για αποφυγή του ανθρώπινου λάθους. Χωρίς αυτό η συγκοινωνία πραγματοποιείται με άλλους όρους.
«Είναι σαν να κινείσαι σε έναν δρόμο περνώντας κόκκινα φανάρια», έχουν επισημάνει στην «Κ» συνάδελφοί του για τις συνθήκες υπό τις οποίες εργάζονται. Ο μηχανοδηγός που μίλησε στην «Κ» αναφέρει ότι βάσει του σχετικού κανονισμού κυκλοφορίας του ΟΣΕ έπρεπε να δοθεί στον συνάδελφό του στο IC 62 υπηρεσιακό χαρτί (το οποίο αποκαλείται «υπόδειγμα 1001» και λειτουργεί κατά κάποιον τρόπο σαν δεσμευτική οδηγία) από τον σταθμάρχη. Με το συγκεκριμένο έγγραφο θα υποδείκνυε πού θα έπρεπε να κινηθεί, σε ποια γραμμή. Αυτό, σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά μέχρι στιγμής, δεν συνέβη.
Στην απολογία του ο σταθμάρχης φέρεται να υποστήριξε ότι λόγω φόρτου εργασίας δεν ακολούθησε τις ενδεδειγμένες ενέργειες αναγγελίας για την πορεία που θα ακολουθούσε έπειτα η επιβατική αμαξοστοιχία.
Κανονικά θα έπρεπε να ενημερώσει τον μηχανοδηγό ότι κυκλοφορεί σε διπλή γραμμή ανόδου έως φωτόσημο εισόδου Νέων Πόρων, δηλαδή ότι μετά τη Λάρισα συνεχίζει κανονικά την πορεία του και όχι σε μονή γραμμή. Στον διάλογό τους που έχει δοθεί στη δημοσιότητα ακούγεται η εξής συνομιλία:
Μηχανοδηγός: Η Λάρισα ακούει;.
Σταθμάρχης: Ακούει. Με 47 νούμερο περνάτε κόκκινο φωτόσημο εξόδου έως φωτόσημο εισόδου Νέων Πόρων.
Μηχανοδηγός: Βασίλη, φεύγω;.
Σταθμάρχης: Φεύγεις, φεύγεις.
Ο ίδιος, βάσει όσων έχει καταθέσει, δεν φαίνεται πως αντιλήφθηκε τι είχε συμβεί και ότι η επιβατική αμαξοστοιχία συνέχισε τη διαδρομή της προς Θεσσαλονίκη κινούμενη στην κάθοδο. «Δεν μπορώ να συνειδητοποιήσω πώς έχει γίνει το συμβάν. Δεν θυμάμαι τι έγινε», φέρεται να κατέθεσε. «Αυτό που μπορώ να εικάσω είναι ότι το κλειδί κούμπωσε στιγμιαία και στη συνέχεια ξεκούμπωσε και γύρισα στην παρακαμπτήριο, δίχως όμως να αλλάξουν οι λυχνίες στον πίνακα».
Διάλογοι-σοκ
Ενημερώθηκε για τη σύγκρουση των τρένων από την Πυροσβεστική. «Κάλεσα και τις δύο αμαξοστοιχίες και δεν μου αποκρίθηκε καμιά, ενημέρωσα δε τη σταθμάρχη Νέων Πόρων για να καλέσει κι αυτή, αλλά δεν υπήρχε καμιά απόκριση και εκεί κατάλαβα τι είχε συμβεί», ισχυρίστηκε. Από τα ηχητικά ντοκουμέντα που δημοσιεύθηκαν στην ηλεκτρονική σελίδα protothema.gr προκύπτει ότι αρκετά λεπτά μετά τη σύγκρουση δεν είχε καταλάβει τι έχει συμβεί. Στις 23.41 επικοινωνεί μαζί του ο ρυθμιστής κυκλοφορίας από την Αθήνα και ακολουθεί ο εξής διάλογος:
Ρυθμιστής κυκλοφορίας: Από πού το έδιωξες το 62;
Σταθμάρχης Λάρισας: Στη γραμμή ανόδου κανονικά.
Ρυθμιστής κυκλοφορίας: Γιατί αυτοί λένε ότι έχει γίνει εμπορικό με… τέτοιο… έχει γίνει σύγκρουση.
Σταθμάρχης Λάρισας: Αμάν!
Στις 23.47, ο ρυθμιστής κυκλοφορίας επικοινωνεί για δεύτερη φορά με τον σταθμάρχη και ρωτάει ξανά τον σταθμάρχη από ποια γραμμή έδιωξε το Ιntercity. Εκείνος απαντάει ότι το είχε στη γραμμή της ανόδου και αναφέρει ότι εκείνη την ημέρα είχε πρόβλημα με τα κλειδιά. Στις 00.06, η σταθμάρχης των Νέων Πόρων επικοινωνεί σοκαρισμένη μαζί του. Από τον διάλογο προκύπτει ότι ο σταθμάρχης δεν είχε καταλάβει τι συνέβη.
– Eλα, Ελένη.
– Βασίλη, τι έχει συμβεί;
– Εγινε τράκα.
– Ναι, πώς έγινε τράκα;
– Δεν ξέρω, Ελένη, δεν ξέρω, ό,τι και να σου πω θα σου πω ψέματα. Τώρα πώς έγινε και μπήκε στην κάθοδο αυτό το τρένο, δεν ξέρω…
Ο ίδιος υποστήριξε ότι ο μηχανοδηγός της εμπορικής αμαξοστοιχίας θα έπρεπε να αντιδράσει βλέποντας ότι έχει σταλεί στο ρεύμα καθόδου και να τον είχε ρωτήσει σχετικά, ή να είχε σταματήσει το τρένο.
Εν ενεργεία σταθμάρχης που μίλησε στην «Κ» με τον όρο της ανωνυμίας, εκτιμά ότι πιθανόν ο συνάδελφός του στη Λάρισα ξέχασε το κλειδί σε λάθος θέση και γι’ αυτό οδηγήθηκε η αμαξοστοιχία στο αντίθετο ρεύμα.
Ο ίδιος υποστηρίζει ότι τουλάχιστον για πέντε λεπτά μετά την αναχώρηση του τρένου από τη Λάρισα θα έπρεπε ο σταθμάρχης να είναι σε θέση να διαπιστώσει ότι η αμαξοστοιχία πήγαινε στην κάθοδο. «Θα έπρεπε να το σταματήσει, να το γυρίσει πίσω. Μετά θα τον τιμωρούσαν πειθαρχικά, αλλά το δυστύχημα θα είχε αποφευχθεί», υποστηρίζει.
Προσθέτει ακόμη ότι εάν λειτουργούσαν σε όλο το δίκτυο σύγχρονα συστήματα ασφαλείας θα είχε αποτραπεί η σύγκρουση και χαρακτηρίζει «αδιανόητο» αυτό που συνέβη.