Kathimerini.gr
Γιάννης Σουλιώτης
Μια νοητή γραμμή συνδέει τις εξελίξεις στην υπόθεση της επονομαζόμενης Greek Mafia με τη μεγαλύτερη στα χρονικά κατάσχεση χημικής ουσίας νόθευσης καυσίμων. Το φορτίο με τις 500.000 λίτρα διαλύτη εντοπίστηκε τον Απρίλιο στο λιμάνι της Πάτρας σε συνεργασία των ελληνικών υπηρεσιών με την ευρωπαϊκή υπηρεσία Europol. Η κατάσχεση της χημικής ουσίας όπως και των συνολικά 15 βυτιοφόρων, που τη μετέφεραν, ολοκληρώθηκε το φθινόπωρο, με τον φάκελο της υπόθεσης να βρίσκεται πλέον στα χέρια των ανακριτικών αρχών.
Τα 15 βυτία με συνολικά 500.000 λίτρα χημικού διαλύτη μετά την άφιξή τους στο λιμάνι της Πάτρας.
Νεότερες πληροφορίες, πάντως, από καλά ενημερωμένες πηγές αναφέρουν ότι στη διάρκεια της έρευνας, πρόσωπα που φέρεται να ενεργούσαν εξ ονόματος στελεχών της Greek Mafia με σημαντικό αριθμό πρατηρίων υγρών καυσίμων υπό τον έλεγχό τους αναζήτησαν πρόσβαση στους διωκτικούς και ελεγκτικούς μηχανισμούς με στόχο να πετύχουν την αποδέσμευση του φορτίου. Μάλιστα, οι επιχειρηματίες της «νύχτας» που φέρεται να ενεπλάκησαν στην υπόθεση απασχόλησαν πρόσφατα τη δημοσιότητα με αφορμή την εκτέλεση «συμβολαίων θανάτου», με πιο πρόσφατο αυτό εις βάρος του 44χρονου Βαγγέλη Ζαμπούνη, στον Νέο Κόσμο.
Η μεθαιθανόλη διαθέτει 97 οκτάνια, όσα δηλαδή και η ενισχυμένη βενζίνη, με αποτέλεσμα όταν αναμειγνύεται με καύσιμο η νοθεία να είναι δύσκολα ανιχνεύσιμη.
Το πρώτο πέρασμα
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Στις αρχές του 2020, οι τελωνειακές αρχές της χώρας έλεγξαν στον μεθοριακό σταθμό του Προμαχώνα ένα βυτιοφόρο που είχε ξεκινήσει το δρομολόγιό του από διυλιστήριο στη Φιλιππούπολη της Βουλγαρίας με τελικό προορισμό την Αττική. Παραλήπτης του φορτίου εμφανιζόταν εταιρεία – σφραγίδα στα Aνω Λιόσια. Στην υποτιθέμενη έδρα της, οι ελεγκτές είχαν βρει μόνο δύο άδεια σπίτια. Το βυτιοφόρο δεσμεύθηκε και οι ελεγκτές έστειλαν δείγμα του περιεχομένου του στο χημείο για ανάλυση. Διαπιστώθηκε ότι επρόκειτο για ένα νέο –τότε– χημικό προϊόν με κωδική ονομασία «Μεθ-αιθανόλη» γνωστό μέχρι τότε στους υπαλλήλους του Γενικού Χημείου μόνο από τη διεθνή βιβλιογραφία. Διέθετε 97 οκτάνια, όσα δηλαδή και η ενισχυμένη βενζίνη, με αποτέλεσμα όταν αναμειγνύεται με καύσιμο η νοθεία να είναι δύσκολα ανιχνεύσιμη. Επιπλέον, η τιμή αγοράς του στο διυλιστήριο της Βουλγαρίας ήταν 10 λεπτά το λίτρο και πωλούνταν ως βενζίνη στα πρατήρια αντί 1,8 ευρώ το λίτρο, εξασφαλίζοντας τεράστια κέρδη στους λαθρεμπόρους.
Η εταιρεία – σφραγίδα που εισήγαγε τη χημική ουσία είχε συσταθεί το πρώτο εξάμηνο του 2020 με διαχειρίστρια μια γυναίκα, που εμφανιζόταν να μένει σε καταυλισμό Ρομά στη Δυτική Αττική. Η ίδια γυναίκα προέκυψε ότι συμμετείχε στη μετοχική σύνθεση αρκετών ακόμη εικονικών εταιρειών, καθεμιά από τις οποίες είχε εισαγάγει στην Ελλάδα από τη Βουλγαρία εκατοντάδες χιλιάδες λίτρα μεθ-αιθανόλης. Ενδεικτικά, μία μόνο από τις εταιρείες-φαντάσματα είχε εισαγάγει 200.000 λίτρα χημικού διαλύτη, την ίδια ώρα που για παράδειγμα η Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία (ΕΑΒ) κατανάλωνε σε αντίστοιχο διάστημα 5.000 λίτρα της ίδιας ουσίας (για την παρασκευή χημικών προϊόντων, όπως χρώματα). Οι αποκαλύψεις είχαν ως αποτέλεσμα, στο διάστημα που ακολούθησε, να ενισχυθούν οι έλεγχοι στον μεθοριακό σταθμό του Προμαχώνα και εντέλει να διακοπούν οι εισαγωγές διαλυτών στην Ελλάδα μέσω της συγκεκριμένης διαδρομής.
Οι λαθρέμποροι, όμως, δεν πτοήθηκαν από το μπλόκο στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα και αναζήτησαν εναλλακτικά δρομολόγια για την εισαγωγή της νοθευτικής ουσίας στη χώρα. Τον Απρίλιο του 2023, οι πολωνικές αρχές ενημέρωσαν μέσω της ευρωπαϊκής αστυνομικής υπηρεσίας Europol τις αντίστοιχες ελληνικές ότι ένα βυτιοφόρο έμφορτο με χημικό διαλύτη είχε φύγει από την Πολωνία με τελικό προορισμό εταιρεία με έδρα την Ελλάδα. Το βυτίο επρόκειτο να φορτωθεί σε πλοίο που εκτελούσε το δρομολόγιο από Τεργέστη προς Πάτρα και στη συνέχεια να συνεχίσει οδικώς μέχρι το Σχηματάρι, όπου είχε την έδρα της η παραλήπτρια εταιρεία. Η πληροφορία έφτασε αρχικά στο Συντονιστικό Επιχειρησιακό Κέντρο (ΣΕΚ) που έχει τον συντονισμό των επιχειρήσεων κατά του λαθρεμπορίου. Ο εντοπισμός της αποθήκης ανετέθη στη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας και ο έλεγχος του βυτίου στο λιμάνι της Πάτρας στην Ελεγκτική Υπηρεσία των Τελωνείων (ΕΛΥΤ).
Υπάλληλοι του τελωνείου παίρνουν δείγμα του περιεχομένου για να το αποστείλουν στο Γενικό Χημείο του Κράτους.
Τι προέκυψε από την έρευνα; Στο πλοίο δεν υπήρχε ένα αλλά συνολικά 15 βυτιοφόρα, που είχαν ξεκινήσει από την Πολωνία με προορισμό το Σχηματάρι, μεταφέροντας συνολικά 500.000 λίτρα χημικού διαλύτη. Η πολωνική εταιρεία είναι νόμιμη και μάλιστα στο παρελθόν είχε εμπορικές συναλλαγές με ελληνική εταιρεία εμπορίας πετρελαιοειδών. Στην προκειμένη περίπτωση, πάντως, ως παραλήπτης του φορτίου εμφανιζόταν εταιρεία με έδρα τη Θεσσαλία, που είχε συστήσει ένα ανδρόγυνο. Στο πλαίσιο της έρευνας, το ζευγάρι εντοπίστηκε και ρωτήθηκε σχετικά. Είπαν ότι ενήργησαν κατόπιν εντολών που είχαν πάρει από έναν υπήκοο Ρωσίας, ο οποίος φέρεται να μένει μόνιμα στην Αυστρία αλλά είχαν συναντήσει στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψής του.
Εις βάρος και των τριών σχηματίστηκε δικογραφία κακουργηματικού χαρακτήρα για λαθρεμπόριο, με το αιτιολογικό ότι οι εισαγωγείς δεν είχαν καταβάλει ειδικό φόρο κατανάλωσης. Το Γενικό Χημείο του Κράτους, εν τω μεταξύ, επιβεβαίωσε ότι η κατασχεμένη χημική ουσία χρησιμοποιείται για τη νοθεία καυσίμων. Εν μέσω της έρευνας, δικηγόροι που εκπροσωπούσαν τις ιδιοκτήτριες εταιρείες των 15 βυτιοφόρων είχαν συναντήσει εκπροσώπους των ελεγκτικών αρχών ζητώντας την αποδέσμευση των οχημάτων, με το αιτιολογικό ότι δεν είχαν ανάμειξη στη λαθρεμπορία. Το αίτημά τους δεν ικανοποιήθηκε από την ανάκριση, που έχει πλέον την ευθύνη της υπόθεσης.
Λόγω της συγκυρίας, εξάλλου, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι αναφορές αξιωματούχων με άριστη γνώση της υπόθεσης σχετικά με πιέσεις που ασκήθηκαν προκειμένου οι αρμόδιες ελεγκτικές και δικαστικές αρχές να μην ολοκληρώσουν τις διαδικασίες κατάσχεσης του φορτίου των 500.000 λίτρων. Οι πιέσεις φέρεται να ασκήθηκαν από άτομα που δήλωσαν ότι ενεργούν για λογαριασμό ηχηρών ονομάτων της «νύχτας» για τα οποία υπήρχαν υπόνοιες ότι δραστηριοποιούνται στη διακίνηση νοθευμένης βενζίνης. Τα ίδια πρόσωπα, μάλιστα, απασχόλησαν το προηγούμενο διάστημα τη δημοσιότητα με αφορμή τις εκτελέσεις συμβολαίων θανάτου.
50 «καραβιές»
Μετά τον εντοπισμό των 15 βυτίων στο λιμάνι της Πάτρας, αρμόδιοι Ελληνες αξιωματούχοι αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν αναδρομική έρευνα προκειμένου να διαπιστώσουν εάν και πόσα παρόμοια φορτία είχαν καταλήξει στην Ελλάδα μέσω του λιμανιού της Τεργέστης, κάτω από τη μύτη των αρμοδίων αρχών. Τα ευρήματα προκαλούν εντύπωση, καθώς προέκυψε ότι σε βάθος ενός έτους εντοπίστηκαν πάνω από 50 «καραβιές» με βυτία έμφορτα με διαλύτες νοθείας καυσίμου.
Το τρίτο πρόσωπο στο Nissan με τα καλάσνικοφ
Εμπλοκή τρίτου προσώπου στην υπόθεση του κλεµµένου τζιπ με τον βαρύ οπλισμό που είχε βρεθεί κοντά στο βενζινάδικο του Βαγγέλη Ζαμπούνη, μήνες πριν από τη δολοφονία του, αποκαλύπτεται σε δικαστικά έγγραφα που φέρνει στο φως της δημοσιότητας η «Κ». Μέσα στο Nissan Qashqai και συγκεκριμένα πάνω σε όπλα, αλεξίσφαιρα γιλέκα και γεμιστήρες πιστολιών οι αστυνομικοί ανίχνευσαν DNA των Βασίλη Ρουμπέτη και Διονύση Μουζακίτη, οι οποίοι την 7η Ιουνίου δολοφονήθηκαν έξω από το σπίτι του πρώτου στον Κορυδαλλό. Βρήκαν όμως και ταυτοποίησαν DNA και ενός τρίτου προσώπου!
Πρόκειται για 43χρονο Ελληνα, ο οποίος απαντώντας στις ερωτήσεις των αστυνομικών δήλωσε ότι είχε γνωριστεί με τους Μουζακίτη και Ρουμπέτη μέσω των Γιάννη Σκαφτούρου και Βασίλη Στεφανάκου, που δολοφονήθηκαν το 2022 και το 2018 αντίστοιχα. Στο παρελθόν, ο 43χρονος έχει κατηγορηθεί για ληστείες, κλοπές, διακίνηση μεταναστών και παράβαση του νόμου περί ναρκωτικών.
Το Nissan Qashqai είχε βρεθεί την επομένη της δολοφονίας Ρουμπέτη – Μουζακίτη στον Νέο Κόσμο, κοντά σε πρατήριο συμφερόντων του 44χρονου Βαγγέλη Ζαμπούνη, ο οποίος εκτελέστηκε με 97 σφαίρες τα ξημερώματα της 14ης Ιανουαρίου. Από την έρευνα, μάλιστα, προέκυψε ότι το όχημα δεν ήταν στην πραγματικότητα κλεμμένο. Τι είχε συμβεί; Είχε γίνει εισαγωγή του στην Ελλάδα από τη Γερμανία και δηλώθηκε κλοπή προκειμένου να εισπραχθεί η ασφάλεια κλοπής, ύψους 27.000 ευρώ, όπως και έγινε. Οταν η εικονική κλοπή και η διαδικασία αποζημίωσης ολοκληρώθηκαν, το Νissan παραχωρήθηκε στον Διονύση Μουζακίτη, ο οποίος τοποθέτησε στο όχημα πλαστές πινακίδες κυκλοφορίας.
Οι αστυνομικοί της ΔΙ.ΑΣ. που το εντόπισαν στην οδό Φανοσθένους βρήκαν στον χώρο αποσκευών πλαστικό μπιτόνι με βενζίνη, δύο χειροβομβίδες, δύο καλάσνικοφ, δύο πιστόλια Glock και αλεξίσφαιρα γιλέκα. Από την πρώτη στιγμή διατυπώθηκε η εκτίμηση πως το όχημα ήταν έτοιμο να χρησιμοποιηθεί για την εκτέλεση συμβολαίου θανάτου εις βάρος του 44χρονου Ζαμπούνη. Τα ευρήματα εστάλησαν στα εγκληματολογικά εργαστήρια, όπου ανιχνεύτηκαν πάνω στα πολεμοφόδια DNA των Ρουμπέτη, Μουζακίτη, αλλά και του 43χρονου Ελληνα. Στον χρόνο της προανάκρισης ο τελευταίος ήταν ο μόνος εν ζωή ύποπτος, εις βάρος του οποίου σχηματίστηκε δικογραφία για διακεκριμένη οπλοκατοχή. Οδηγήθηκε ενώπιον της ανακρίτριας, η οποία πάντως μετά την απολογία του αποφάσισε να αφεθεί ελεύθερος με περιοριστικούς όρους.