Kathimerini.gr
Βασίλης Ανδριανόπουλος
Αυτόπτες μάρτυρες και συγγενείς των προσαχθέντων οπαδών του χθεσινοβραδινού αγώνα βόλεϊ μεταξύ Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού που οδήγησε στον βαρύτατο τραυματισμό ενός αστυνομικού, μίλησαν στην «Κ» περιγράφοντας τις πολεμικές εικόνες που αντίκρισαν.
Φτάνουμε στο κλειστό γήπεδο «Μελίνα Μερκούρη» νωρίς το πρωί της Παρασκευής. Λίγες ώρες πριν, το σημείο θύμιζε πεδίο μάχης. Πρόκειται για κάτι που το διαπιστώνει κανείς πολύ δυσάρεστα, φθάνοντας στον περιβάλλοντα χώρο του γηπέδου: η οσμή από τα δακρυγόνα εξακολουθεί να είναι έντονη. Μέσα στο γήπεδο, δυο-τρεις υπάλληλοι καθαρίζουν.
Ζητούμε πληροφορίες για τα πρωτοφανή χθεσινοβραδινά επεισόδια, που είχαν σαν αποτέλεσμα ένας νεαρός αστυνομικός να δίνει μάχη για τη ζωή του στη ΜΕΘ. «Δεν έχω ιδέα πώς ξεκίνησαν τα επεισόδια ή τι έγινε», μας λέει ο ένας από αυτούς. «Εμείς ήμασταν μέχρι τις πέντε τα ξημερώματα μέσα στο γήπεδο και ήρθαμε πάλι από νωρίς το πρωί για να καθαρίσουμε. Το μόνο που μας ενδιέφερε χθες το βράδυ ήταν να μείνει ασφαλής ο κόσμος που βρισκόταν μέσα στο γήπεδο».
Περπατώντας στους δρόμους πλησίον του γηπέδου, όλα φαίνονται φυσιολογικά. Αδυνατεί κανείς να φανταστεί όσα διαδραματίστηκαν εδώ πριν από λίγες μόλις ώρες. Συναντάμε τον κ. Χρήστο, ο οποίος βρέθηκε ελάχιστα μέτρα από το γήπεδο την ώρα των επεισοδίων: «Λίγη ώρα πριν αρχίσει το παιχνίδι, υπήρχαν αρκετοί αστυνομικοί. Εβλεπα τον κόσμο ο οποίος πήγαινε στο γήπεδο να παρακολουθήσει το παιχνίδι. Ακόμη και οικογένειες με τα παιδιά τους, φορώντας τα διακριτικά της ομάδας τους, κατέφθαναν στο γήπεδο».
Σύντομα όμως το σκηνικό άλλαξε. «Ξαφνικά ήρθε κάποιος οδηγώντας ένα μηχανάκι. Δεν πρόλαβα να τον δω. Κατευθύνθηκε σε δυο διμοιρίες οι οποίες ήταν τοποθετημένες στη συμβολή των οδών Αγγέλου Σικελιανού και Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Τους πέταξε μια φωτοβολίδα ευθείας βολής. Ευτυχώς δεν τραυμάτισε κανέναν. Απομακρύνθηκε πριν προλάβουν οι αστυνομικοί να τον καταδιώξουν. Φάνηκε από την αρχή ότι θα είναι άσχημο το βράδυ».
Λίγη ώρα αργότερα το παιχνίδι ξεκίνησε. Τότε ήταν που ο κ. Χρήστος άκουσε «ασταμάτητες εκρήξεις. Κοίταξα και είδα πολλά άτομα, στο μέσο περίπου της οδού Παπαδιαμάντη να επιτίθενται στους αστυνομικούς. Ούτε που μπορώ να σας πω πόσοι ήταν. Πιστεύω ότι μπορεί να ήταν και περισσότεροι από εκατό, αλλά δεν είμαι σίγουρος.
Πάντως, ήταν πολλοί. Είδα πολλές φωτοβολίδες και κάποιες βόμβες μολότοφ να εκσφενδονίζονται από τους χούλιγκαν προς τους αστυνομικούς. Υπήρχε μια βροχή από πέτρες που πέταγαν στα ΜΑΤ, πολλές έπεφταν πάνω τους». Οταν άρχισαν τα επεισόδια, «σχεδόν όσοι βρίσκονταν στο σημείο, πήραν αμέσως τα αυτοκίνητά τους κι έφυγαν. Αλλοι φοβήθηκαν μην τους σπάσουν το αμάξι, αλλά ακόμη και να μην τραυματιστούν με αυτά που βλέπαμε να συμβαίνουν. Είδα ένα ζευγάρι περίπου εξήντα χρονών να τρέχει έντρομο στο αμάξι του».
«Σαν να έγινε πόλεμος»
Οπως μας εξιστορεί ο κ. Χρήστος, «οι αστυνομικοί για αρκετή ώρα προσπαθούσαν να απωθήσουν τα συγκεκριμένα άτομα, ώστε να τα οδηγήσουν προς το γήπεδο. Δεν είχα καλή οπτική επαφή αν αυτό κατάφεραν να το επιτύχουν, επειδή μια διμοιρία ΜΑΤ δεν άφηνε τα λιγοστά άτομα που βρισκόμασταν εκεί να πλησιάσουμε πιο κοντά. Οχι ότι θέλαμε βέβαια. Πάντως τουλάχιστον τρεις φορές οι αστυνομικοί τους απώθησαν μέχρι ένα σημείο, αλλά οι χούλιγκαν συνέχισαν να επιτίθενται».
Λίγη ώρα αργότερα, «καταλάβαμε ότι κάποιος έχει τραυματισθεί, γιατί έφτασε ένα ασθενοφόρο. Δεν φανταζόμασταν βέβαια τι μπορεί να έχει συμβεί. Είναι πολύ στενάχωρο. Αυτός ο αστυνομικός θα μπορούσε να ήταν ο γιος μου». Λίγη ώρα αργότερα, κατόρθωσε κι έφτασε ο γιος του κ. Χρήστου με το αυτοκίνητο και τον πήρε. «Μου είπε ότι λίγο πριν φτάσει, ένας άνδρας που οδηγούσε μηχανή, του είπε έντρομος να μην πάει προς τα εκεί, γιατί θα σκοτωθεί. Σήμερα νωρίς το πρωί που ξαναπέρασα από εδώ ο δρόμος είχε κάτω εκατοντάδες πέτρες. Σαν να έγινε πόλεμος».
Εξω από τη Διεύθυνση Αλλοδαπών συναντήσαμε δεκάδες συγγενείς των 425 φιλάθλων που προσήχθησαν από την ΕΛ.ΑΣ. Πολλοί από αυτούς είχαν φτάσει εκεί από νωρίς τα ξημερώματα. Συναντάμε πρόσωπα κουρασμένα και αγχωμένα. Κάποιοι φωνάζουν.
Εκεί συναντάμε την Ελένη, 21 χρονών, η οποία είχε πάει να παρακολουθήσει τον αγώνα μαζί με τον σύντροφό της: «Ξαφνικά, ενώ βλέπαμε τον αγώνα ακούστηκαν πολλές συνεχόμενες εκρήξεις έξω από το γήπεδο. Δεν ξέρω πόσοι βρίσκονταν έξω και τι πετούσαν. Ολο αυτό κράτησε για πολλή ώρα, νομίζω πάνω από μισή. Είδαμε κάποιους να βγαίνουν από το γήπεδο πριν αρχίσουν τα επεισόδια. Δεν νομίζω ότι είδα κάποιον να ξαναμπαίνει μέσα μετά». Οπως περιγράφει η Ελένη, η ίδια μαζί με το αγόρι της, «παραμείναμε μέσα στο γήπεδο γιατί θέλαμε να δούμε το παιχνίδι. Ετσι κι αλλιώς, επειδή κοιτάξαμε λίγο από τα παράθυρα του γηπέδου τι γινόταν έξω, οι αστυνομικοί περιφρουρούσαν τις εξόδους. Δεν μπορούσες να βγεις έξω και να ήθελες».
Στην Ελένη, όπως και σε όλες τις κοπέλες και τα παιδιά, επιτράπηκε από τις αστυνομικές αρχές να φύγουν από το γήπεδο: «Ημουν από τις τελευταίες κοπέλες που έφυγαν από το γήπεδο. Αυτό έγινε περίπου στη μια τα ξημερώματα. Το αγόρι μου το έβαλαν στην κλούβα περίπου στις 2.30. Εκτοτε είμαι εδώ και περιμένω».
Λίγο πιο δίπλα είναι η κ. Μαρία. Είναι έκδηλη η αγωνία της για τον 53χρονο σύζυγό της, ο οποίος έχει προσαχθεί: «Είχε πάει να δει το παιχνίδι μαζί με το παιδί μας, τον Βαγγελάκη που είναι 13 χρονών. Είμαι πολύ ταραγμένη για όσα έζησε το παιδί. Με πήρε ο άντρας μου τηλέφωνο όταν ξεκίνησαν τα επεισόδια, μου είπε να πάω από εκεί για να τους πάρω.
Δεν πρόλαβε να μου πει πολλά, μόνο ότι έξω γίνεται πανζουρλισμός, επιτίθενται σε αστυνομικούς. Ηταν αγχωμένος γιατί ήθελε να φύγει άμεσα το παιδί από εκεί γιατί όλο το γήπεδο μύριζε δακρυγόνο και απ′ έξω ακούγονταν συνεχώς εκρήξεις. Οταν ήρθα, πήρα το παιδί που έκλαιγε. Περίπου δύο ώρες μετά ο άνδρας μου μεταφέρθηκε με καμία τριανταριά ακόμα άτομα στην κλούβα με υψωμένα τα χέρια. Η ένταση των στιγμών εξαιτίας του βαρύτατου τραυματισμού του αστυνομικού είναι μεγάλη. Δεν ξέρω γιατί το παιδί μου έπρεπε να το ζήσει όλο αυτό. Με στεναχωρεί που είδε κι έτσι τον πατέρα του, ο οποίος απλά ήθελε να περάσει καλά ο γιος του».
Ο Νίκος, 23 ετών, δεν είχε πάει να παρακολουθήσει το παιχνίδι, αλλά βρισκόταν έξω από τη Διεύθυνση Αλλοδαπών γιατί είχε αγωνία για τον συνονόματο φίλο του. «Του μίλησα όταν έμαθα ότι γίνονταν επεισόδια. Μου είπε ότι βγήκε κόσμος από το γήπεδο και έπαιξαν ξύλο με τους αστυνομικούς. Μου είπε ότι παρέμεναν εγκλωβισμένοι μέσα στο γήπεδο. Ούτε έμπαινε ούτε έβγαινε κανείς. Οι περισσότεροι απ′ όσους έκαναν τα επεισόδια πρέπει να είχαν φύγει από τους γύρω δρόμους. Χαζοί είναι να ξαναμπούν μέσα να τους συλλάβουν;»
Αποχωρώντας από το σημείο αντικρίζουμε μια μεσήλικη γυναίκα να κρατάει κλαίγοντας τα κάγκελα της εισόδου της Διεύθυνσης Αλλοδαπών και να φωνάζει: «Θέλω να δω το παιδί μου». Ισως, κάποτε, ένας αθλητικός αγώνας στην Ελλάδα πάψει να είναι ένας μικρός πόλεμος.