Ηλιάνα Μάγρα
Η οδύσσειά τους ξεκίνησε γύρω στις 12 το μεσημέρι, όταν πλημμύρισε το σπίτι τους στον Παλαμά Καρδίτσας, μια κωμόπολη που χθες μετατράπηκε σε λίμνη. «Ζήτησα βοήθεια, μου είπαν από το δημαρχείο “κάνετε ό,τι μπορείτε”», λέει στην «Κ» η 36χρονη Ειρήνη Καλυβιώτη. Ανέβηκαν σε μια βάρκα και εκεί που μέχρι πριν από λίγες ώρες ήταν δρόμος, έκαναν κουπί. Στους ώμους της πήρε το 2χρονο παιδί της, στα χέρια κρατούσε τα άλλα δύο, το ένα 8 χρονών, το άλλο 9. Την υπόλοιπη μέρα την πέρασαν στην ταράτσα ενός γειτονικού σπιτιού.
Είκοσι άτομα μαζεμένα εκεί, στη διπλανή ταράτσα άλλα 15, στην απέναντι κι άλλα, άτομα που προσπαθούσαν να σώσουν τις ζωές τους, αφού το βιος τους ήταν παρελθόν. «Πάει το σπίτι», σημειώνει, «το νερό ανέβηκε μέχρι τα 4 μέτρα». Το μόνο που την ένοιαζε ήταν τα παιδιά της. Αρχικά, μην πνιγούν. Μετά, ότι διψούσαν. Ύστερα το κρύο. «Δεν έχουμε τίποτα να φορέσουν», λέει στην «Κ». Ο σύζυγός της κυκλοφορούσε με μια βάρκα, προσπαθώντας να σώσει κόσμο. «Έφεραν κι ένα 8 μηνών μωρό», προσθέτει η κ. Καλυβιώτη.
Ο στρατός έφτασε νωρίς χθες το απόγευμα στον Παλαμά Καρδίτσας, απεγκλωβίζοντας αρχικά ηλικιωμένους. Άλλοι κάτοικοι, όχι μόνο του Παλαμά αλλά και κοντινών χωριών, μέχρι το βράδυ ακόμη βρίσκονταν στα αυτοσχέδια καταφύγιά τους. «Είμαστε στο έλεος του Θεού. Δεν έχουμε ρεύμα, δεν έχουμε νερό. Έχουμε μικρά παιδιά», έγραψε στην «Κ» η Ελένη Βλατσιού. «Δεν έχουμε νερό να πιούμε, βοήθεια πουθενά», δήλωσε η Ολγα Ντίκα, «τι θα γίνουμε;». «Είμαστε 10 άτομα, μεταξύ αυτών και άτομο ΑμεΑ, χωρίς ένα μπουκάλι νερό», σημείωσε η Σταυρούλα Μαγαλιού.
Άλλοι εκφράζουν την αγωνία τους για συγγενείς τους. Οι πληροφορίες που έχουν οι περισσότεροι για την τύχη των δικών τους είναι περιορισμένες, καθώς δεν έχουν ρεύμα και τα κινητά τους μένουν από μπαταρία. Ζητούν βοήθεια, αναρτώντας τις διευθύνσεις αγαπημένων τους στο Facebook, ελπίζοντας στη χείρα βοηθείας κάποιου γείτονα, αφού οι γραμμές έκτακτης ανάγκης λένε πως δεν απαντούν.
«Τα σπίτια είναι βυθισμένα στον Κοσκινά», λέει στην «Κ» η Εύη Νταράρα για το χωριό όπου ζουν οι γονείς της. Βρίσκονται, με περισσότερους από 20 συγχωριανούς τους, σε ένα σπίτι ψηλά στο χωριό. Σε βίντεο που έστειλαν στην «Κ» φαίνονται να κάθονται στη βεράντα του σπιτιού, κοιτάζοντας τον βάλτο που μέχρι προχθές ήταν το χωριό τους. «Κινδυνεύουν», δηλώνει η κ. Νταράρα, «ο πατέρας μου, που έχει χρόνια πνευμονοπάθεια, είναι χωρίς οξυγόνο». Εχει οξυγόνο στο σπίτι, εξηγεί. Ρεύμα δεν έχει.
Στον Μάρκο, ένα άλλο χωριό της Καρδίτσας που βρέθηκε χθες στον δρόμο της υδάτινης δίνης, πολλά σπίτια βούλιαξαν, δηλώνει ο Βασίλης Μπανάσιος. «Το νερό είναι 4-5 φορές περισσότερο από ό,τι με τον “Ιανό”», σημειώνει στην «Κ». «Άτομα ηλικίας 80 και 90 χρονών λένε πως δεν έχουν δει τέτοιο όγκο νερού ποτέ στη ζωή τους», συμπληρώνει.
Τα πράγματα χθες το απόγευμα ήταν κάπως καλύτερα σε σχέση με το μεσημέρι, εξηγεί ο κ. Μπανάσιος. Αφού ενημέρωσαν τις Αρχές, χρησιμοποιώντας τρακτέρ άτομα της τοπικής αυτοδιοίκησης αποφάσισαν να σπάσουν τον δρόμο για να φύγουν τα νερά του ποταμού που ήταν εγκλωβισμένα μέσα στο χωριό.
Το βράδυ η στάθμη του νερού ξεκίνησε να πέφτει και στον Παλαμά, είπε ο Ιάσονας Διδάγγελος, ο οποίος είχε περάσει όλη την ημέρα στον πρώτο όροφο γιατί το ισόγειο είχε πλημμυρίσει. Οι λέμβοι του στρατού το βράδυ υποστηρίχθηκαν και από ελικόπτερα. Αλλά τα νέα από τον Κοσκινά συνέχισαν μέχρι αργά να είναι άσχημα. Περίπου 30 άτομα εγκλωβισμένα σε ένα σπίτι, γύρω στα 60 σε ένα άλλο, δηλώνει η Δέσποινα Καρρά. «Εχει διαρροή υγραερίου από ένα σπίτι», λέει στην «Κ» ο Παναγιώτης Πάσχος, «δεν μπορούν να πάρουν ανάσα».
Στο ίδιο χωριό, τα πέντε μέλη της οικογένειες Ράγια παρέμειναν για πολλές ώρες εγκλωβισμένα στην ταράτσα του σπιτιού τους. Η γιαγιά στο αναπηρικό της καρότσι είδε εικόνες που δεν είχε φανταστεί ποτέ στα γεράματά της, ο Πέτρος και η Μαρία Ράγια με τους γιους τους Νίκο και Σταύρο εις μάτην περίμεναν από τις 11 το πρωί έως και τις 7 χθες το βράδυ όταν γραφόταν αυτό το κείμενο να εμφανιστεί κάποιος να τους περισυλλέξει. Να κολυμπήσουν; Ούτε αστείο. Η γερόντισσα δεν θα τα κατάφερνε… Μαζί τους είχαν τα δύο πνιγμένα σκυλιά τους, τα οποία ανέσυραν από τα ορμητικά ύδατα για να μπορέσουν κάποτε να τα θάψουν, και ένα τρίτο που γλίτωσε. Οι δικοί τους άνθρωποι πέρασαν τη μέρα καλώντας τηλέφωνα εκτάκτου ανάγκης. «Κάντε υπομονή», τους έλεγε η φωνή στην άλλη γραμμή. «Εχουμε εκατοντάδες περιπτώσεις σαν κι εσάς».