Γράφει ο Σάκης Ιωαννίδης
Στις 19 Απριλίου, συμπληρώνονται 200 χρόνια από τον θάνατο του Λόρδου Βύρωνα. Στα 36 του χρόνια, ο Βρετανός ποιητής άφηνε την τελευταία του πνοή στο Μεσολόγγι, ανάμεσα στους Ελληνες επαναστάτες που είχαν ξεκινήσει τον αγώνα της ανεξαρτησίας, υποφέροντας για μέρες από υψηλό πυρετό. Στο ελληνικό συλλογικό υποσυνείδητο, ο Λόρδος Βύρων έχει ταυτιστεί με την έννοια του φιλελληνισμού· είναι ο Βρετανός αριστοκράτης, που εγκαταλείπει τα προνόμιά του και είναι πρόθυμος να θυσιάσει τα πάντα, ακόμη και τη ζωή του, για μια ευγενή ιδέα. Στη Βρετανία, θεωρείται ένας σημαντικός ποιητής που επηρέασε τους ομοτέχνους του και τα έργα του ξαναδιαβάζονται σήμερα με μια άλλη ματιά.
«Για εμάς, ο Βύρων ήταν πάντα ένα από τα σημαντικότερα παραδείγματα του βρετανικού ενδιαφέροντος για τις ελληνικές ελευθερίες και της βρετανικής φιλίας με τον ελληνικό λαό», μας λέει ο πρώην πρέσβης του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ελλάδα Τζον Κίτμερ, ο οποίος είναι και ο πρόεδρος του Αγγλοελληνικού Συνδέσμου. Ενόψει της βυρωνικής επετείου, ο σύνδεσμος διοργανώνει μια ημερίδα στις 19 Μαρτίου στο Λονδίνο για την κληρονομιά του φιλέλληνα ποιητή και η «Κ» ζήτησε από τους ομιλητές να απαντήσουν σε δύο ερωτήματα: Πώς βλέπουν τον Λόρδο Βύρωνα οι Ελληνες και οι Βρετανοί; Τι ρόλο έπαιξε στην οικοδόμηση των ελληνοβρετανικών σχέσεων;
Η εικόνα του στην Ελλάδα είναι «μονοκόμματη»
Ρόντρικ Μπίτον - Ομότιμος καθηγητής της Εδρας «Κοραής» του King’s College London
Οταν σπούδαζα αγγλική φιλολογία στο Κέμπριτζ, πριν από μισόν αιώνα, δεν είχα διαβάσει ούτε μία λέξη από τον Βύρωνα! Στο Ηνωμένο Βασίλειο η αναγνώρισή του ως ποιητή είχε μεγάλες διακυμάνσεις, κατά τη διάρκεια των 200 ετών από τον θάνατό του. Νομίζω ότι στη δεκαετία του ’70 η δημοφιλία του ήταν χαμηλότερη απ’ ό,τι σήμερα – και η άνοδός της έχει να κάνει περισσότερο με την κωμική ιδιοφυΐα των μεταγενέστερων ποιημάτων του και τη διαλεκτική ευφυΐα των επιστολών του, παρά με τα προγενέστερα ποιήματα του, όπως «Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ» και οι «Ανατολίτικες Μυθιστορίες», που τον καθιέρωσαν ως κορυφαία φυσιογνωμία του ευρωπαϊκού ρομαντισμού.
Στην Ελλάδα, η εικόνα του Βύρωνα εξακολουθεί να είναι «μονοκόμματη». Ο φιλελληνισμός του και ο θρύλος της ηρωικής αυτοθυσίας του στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης ήταν που συνεπήραν τη λαϊκή φαντασία όταν πέθανε, και συνεχίζουν αμείωτα να τη συνεπαίρνουν. Διαπίστωσα πρόσφατα με έκπληξη ότι το μεγαλύτερο μέρος της ποίησής του δεν έχει μεταφραστεί ποτέ στα ελληνικά, ούτε και οι επιστολές του. Ενας λόγος μπορεί να είναι ότι ο Βύρων έγραψε στην πραγματικότητα πολύ λίγους στίχους που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν καθαρά «φιλελληνικοί». Τον γοήτευε η Ελλάδα, όμως μπορούσε να είναι τόσο επικριτικός απέναντι στους κατοίκους της όσο και απέναντι στους περισσότερους φίλους του. Θα ήθελα η επέτειος του θανάτου του να είναι μια ευκαιρία για τους Ελληνες να γνωρίσουν καλύτερα τον ήρωά τους, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις πτυχές του χαρακτήρα του, με όλες τις αντιφάσεις του και την ικανότητά του να επανεφευρίσκει τον εαυτό του.
Στη Βρετανία, μας άφησε την αίσθηση του χιούμορ του και την επιδεξιότητά του στη χρήση της γλώσσας μας. Η αφοσίωσή του στον Αγώνα, που ήταν και αγώνας όλης της Ευρώπης, πρέπει να αποτελέσει παράδειγμα για την πιο εσωστρεφή εποχή μας. Οσο για την Ελλάδα, το γεγονός ότι η χώρα έγινε ένα σύγχρονο, ακόμη και πειραματικό, ευρωπαϊκό εθνικό κράτος όταν κέρδισε την ανεξαρτησία της, λίγα χρόνια μετά τον θάνατο του Βύρωνα, οφείλεται, κατά τη γνώμη μου, εν μέρει στη στενή συνεργασία του με τον επαναστάτη ηγέτη Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο.
Ηξερε πώς να επιμελείται το brand του
Τζένιφερ Ουάλας - Διευθύντρια Αγγλικών Σπουδών, Peterhouse, Πανεπιστήμιο Κέμπριτζ
Ο Βύρων ήταν ο πιο ευπώλητος ποιητής της εποχής του, ο αντίστοιχος ροκ σταρ ή social media influencer των ημερών μας. Ανδρες ποιητές όπως ο Τζον Κιτς προσπάθησαν να τον μιμηθούν – οι γυναίκες αναγνώστριες τον ερωτεύτηκαν. Ηταν από τις πρώτες διασημότητες που ήξεραν πώς να επιμελούνται την εικόνα τους, πώς να δημιουργούν ένα brand. Και όπως ο Μπομπ Ντίλαν ή η Μάιλι Σάιρους, ήξερε πώς να ανατρέπει και να αλλάζει αυτό το brand, προς σύγχυση των αναγνωστών του.
Η Ελλάδα ήταν καθοριστική για τη φήμη του Βύρωνα. Από το 1809 έως το 1811, ταξίδεψε στην ανατολική Μεσόγειο, μετατρέποντας τις εμπειρίες του σε ποιήματα, όπως τα εξαιρετικά δημοφιλή «Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ» (1812) και «Ο Γκιαούρης» (1813). Τα ποιήματα αυτά βασίστηκαν στη μόδα της ανατολίτικης φαντασίας, απεικονίζοντας την Ελλάδα ως έναν εξωτικό τόπο περιπέτειας, ρομαντισμού και πρωτόγονου, έντονου πάθους. Συνδύαζαν όμως και το ενδιαφέρον για την αρχαία Ελλάδα ως πιθανή απαρχή του δυτικού πολιτισμού, με τα ερείπιά της να αποτελούν τα ίχνη ενός ξεχασμένου ένδοξου παρελθόντος. Σε αυτά τα ποιήματα, μαζί με την εξύμνηση της προσωπικής εμπειρίας του ίδιου του Βύρωνα από τις περιπλανήσεις του στο ελληνικό τοπίο, ο ελληνισμός αποτελούσε έναν μοναδικό συνδυασμό Ανατολής και Δύσης, συνδεδεμένο με την προσωπικότητα και την ιστορία του ιδίου του Βύρωνα.
Η κληρονομιά του; Παρά το γεγονός ότι ο Βύρων ειρωνεύτηκε και αμφισβήτησε τις ιδεολογίες σχετικά με τον φιλελληνισμό των ποιημάτων του, αυτό που πραγματικά έμεινε στις μνήμες και επηρέασε μια ολόκληρη γενιά ήταν η μυθοπλασία. Ο Πέρσι Μπις Σέλεϊ, ο Τζον Κιτς, η Φελίσια Χέμανς και η Λετίσια Ελίζαμπεθ Λάντον ήταν οι πρώτοι από πολλούς οι οποίοι συνέχισαν να γράφουν ποιήματα για την ελληνική ελευθερία, τα αρκαδικά τοπία, τα μελαγχολικά κλασικά ερείπια και τις σκλάβες που χρειάζονταν διάσωση από τους Οθωμανούς αφέντες τους. Ολα αυτά συνέβαλαν στη στροφή του ρεύματος της κοινής γνώμης στη Βρετανία, υπέρ του επαναστατικού αγώνα των Ελλήνων, τη δεκαετία του 1820.
Μπορούμε να πούμε ότι η δημοτικότητα του Βύρωνα στους νέους έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια. Οπως σημείωσε ο Ουίλιαμ Χάζλιτ στο «Πνεύμα της Εποχής» (που εκδόθηκε τελικά το 1825), «ο Λόρδος Βύρων, που στην πολιτική του είναι φιλελεύθερος, στην ιδιοφυΐα του είναι υπεροπτικός και αριστοκρατικός», και οι φοιτητές συχνά σκοντάφτουν σε αυτή την «υπεροπτική» στάση και την ανατολίτικη φαντασία. Ωστόσο η αντιιμπεριαλιστική, αποαποικιοκρατική πολιτική πίσω από το έργο του Βύρωνα αναμφίβολα εξασφαλίζει ότι τα ποιήματά του θα προσελκύσουν νέα ακροατήρια στο μέλλον.
Υποστηρικτής της ελευθερίας και της ανεκτικότητας
Ιωάννης Χουντής ντε Φάμπρι - Υπ. διδάκτωρ Ιστορίας των Ιδεών, Πανεπιστήμιο του Αμπερντίν, σύμβουλος στη Βουλή των Λόρδων
Ο Λόρδος Βύρων αποτελεί ένα πρόσωπο με διαχρονική αναγνώριση και η επίδρασή του είναι εμφανής σε διαφορετικές γωνιές του πλανήτη, ωστόσο, οι λόγοι της καταξίωσής του διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των εθνών. Στον ελληνικό χώρο, το όνομά του αντηχεί στους κύκλους των ακαδημαϊκών και των διανοούμενων· όμως, πλέον, φθίνει λυπηρά η βαθιά κατανόηση σχετικά με τον σημαντικό ρόλο του Βύρωνα στην ελληνική αφήγηση. Και αυτό δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για πολλές παρερμηνείες και ιδεαλιστικές προβολές. Πράγματι, υπάρχουν διαφορετικές απόψεις· ενώ μερικοί τον κατηγορούν ως απλό πιόνι του υπουργείου Εξωτερικών της Αυτού Μεγαλειότητας, που διευκόλυνε την επιρροή στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, άλλοι επιλέγουν να αγνοήσουν τις λιγότερο κολακευτικές απεικονίσεις των σύγχρονων του Ελλήνων στο λογοτεχνικό του έργο.
Πέρα από τη Μάγχη, το ανάστημα του Βύρωνα ως ποιητή απαράμιλλης εμβέλειας παραμένει αδιαμφισβήτητο, παρά τη φθίνουσα αναγνωσιμότητα των στίχων του στη σύγχρονη εποχή, σε σχέση με παλαιότερα. Ο τολμηρός τρόπος ζωής του και η γοργά αυξανόμενη φήμη του τον εδραίωσαν στη δημόσια συνείδηση της Βρετανίας.
Εξετάζοντας το βρετανικό τοπίο μετά το Brexit, η οπτική του Βύρωνα για την ηπειρωτική Ευρώπη προβάλλει ως σημαντικό σημείο αναφοράς. Σε ένα περιβάλλον που συχνά χαρακτηρίζεται από απομόνωση, η ευρωπαϊκή οπτική του Βύρωνα αποτελεί μοναδική μαρτυρία των ευρύτερων οριζόντων που ήταν προσφιλείς στους διανοούμενους της εποχής του. Η ένθερμη υποστήριξή του για την ελευθερία και την ανεκτικότητα έχει βαθιά απήχηση.
Παράλληλα, στην Ελλάδα, το αδάμαστο πνεύμα του και η ακλόνητη δέσμευσή του στον αγώνα της χώρας για ανεξαρτησία, η πολύπλευρη συμβολή του –υλική, πνευματική και διπλωματική– τον έχουν κατατάξει στο πάνθεον των εθνικών ηρώων.
Πάνω απ’ όλα, ο Βύρωνας αντιπροσωπεύει τη μακρόχρονη σύνδεση μεταξύ Ελλάδας και Βρετανίας. Ως σύμβολο της ενότητας και της συνεργασίας μεταξύ των δύο εθνών, η κληρονομιά του λειτουργεί ως απόδειξη της διαχρονικής δύναμης των κοινών ιδανικών και του αμοιβαίου σεβασμού.
«Ο Μπάιρον ξέρει πώς να το ζήσει το θείο Τραγούδι».
Ντέιβιντ Ρικς - Ομότιμος καθηγητής Ελληνικών και Συγκριτικής Λογοτεχνίας, King’s College
Ο Βύρων αποτελεί πάντα ενδιαφέρουσα μορφή στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες χώρες, ωστόσο, έχει εμπνεύσει και πολλή κακή ποίηση. Οταν ο κόμης Διονύσιος Σολωμός ξαναδιάβασε την αδημοσίευτη ωδή του «Εις τον θάνατον τού Λόρδου Μπάϋρον» (1824), η λέξη που χρησιμοποίησε για να αξιολογήσει τις 166 στροφές του ήταν ακατάλληλη για μια εφημερίδα. Και ακολούθησαν πολλοί Ελληνες ποιητές, δημιουργώντας αυτό που ο Βύρων θα αποκαλούσε ειρωνικά «ομάδα γραφιάδων». Ωστόσο –εν μέρει χάρη στο παράδειγμα του Βύρωνα– η νεοελληνική ποίηση διαθέτει μια παράδοση υψηλής επινοητικότητας, και πολλοί ποιητές προσπάθησαν να συλλάβουν τις αμφισημίες του, ως ανθρώπου και ως ποιητή.
Το 1912, ο Κωστής Παλαμάς, ο εθνικός ποιητής εκείνης της εποχής, περιγράφει στο ποίημά του «Το περιβόλι» τον Κήπο των Ηρώων στο Μεσολόγγι, με τους ανδριάντες του. Εκεί, στα μάτια του, ο Βύρων στεκόταν «απόμερα και μόνος, φεγγαροστάλαχτος, τρανός, από ’να θείο αστροπελέκι ζηλόφτονο σημαδευτός, Μπάιρον εσύ μεταγνωμένε, το νου ακατάδεχτο κρατάς, της αρνησιάς Ολύμπιος πάντα, του καταφρόνιου Σατανάς». Παρουσιάζει τον Βύρωνα ως τον Σατανά του Μίλτον, που εξέπεσε σε αυτό που ο Παλαμάς, κατά καιρούς, έβλεπε ως χαμένη υπόθεση. Ο Κώστας Καρυωτάκης, το 1924 –εκατό χρόνια μετά τον θάνατο του Βύρωνα και δύο χρόνια μετά την αποτυχία της Μικρασιατικής Εκστρατείας– προσπάθησε να χωρέσει τον ποιητή σε ένα σονέτο μόλις ενενήντα συλλαβών. Ξεκινάει με απόγνωση: «Ενοιωσεν ότι του ήσαν οι στίχοι άχαρη τύχη και ματαιότη», αλλά καταλήγει με αγαλλίαση: «Κι ο Μπάιρον ξέρει πώς να το ζήσει το θείο Τραγούδι».
Στις μέρες μας, αντίστοιχα, το σονέτο του Νάσου Βαγενά «Βύρωνας» (2010) φαίνεται αρχικά να ασπάζεται την απομυθοποίηση: «Ηρωας δεν ήσουν, ούτε βέβαια και παρίας. Εγνοια σου μόνη, να κοιμάσαι με τις Μούσες. Κι αν σου το ’λεγαν, θα γελούσες πως θα γινόσουν σύμβολο ελευθερίας». Πάντως, το ποίημα τελειώνει με μια έκκληση προς τον Βύρωνα: «Μια χάρη σου ζητώ. […] δώσε μου έναν θάνατο σαν τον δικό σου».
Ο Βύρων, για τον Ελληνα ποιητή, ζει και βασιλεύει.