Με την υπογραφή του Ρεπουμπλικανού αντιπροέδρου της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων της Γερουσίας, Τζιμ Ρις, ολοκληρώθηκε η ανεπίσημη διαδικασία στο Κογκρέσο για την πώληση των μαχητικών F-35 στην Ελλάδα.
Το αίτημα έχει τώρα επιστραφεί στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και τα επόμενα 24ωρα θα σταλεί η επίσημη ειδοποίηση της αμερικανικής κυβέρνησης προς το Κογκρέσο για την τελική έγκριση. Πρόκειται πλέον για μια τυπική διαδικασία που θα οδηγήσει στην ολοκλήρωση της διαδικασίας πώλησης με ορίζοντα το 2028.
Είχαν προηγηθεί οι υπογραφές του προέδρου της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων της Γερουσίας Ρόμπερτ Μενέντεζ, του προέδρου της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής, Ρεπουμπλικανού Μάικ Μακόλ, και του αντιπροέδρου Γκρέγκορι Μικς.
Υπενθυμίζεται πως το αντίστοιχο αίτημα της Τουρκίας για πώληση και αναβάθμιση μαχητικών F-16 βρίσκεται ακόμη στο στάδιο της ανεπίσημης διαδικασίας και δεν δύναται να προχωρήσει αν και οι τέσσερις νομοθέτες που προαναφέρθηκαν δεν δώσουν το πράσινο φως.
Με τα σημερινά δεδομένα μόνο ο Ρεπουμπλικανός Μάικ Μακόλ έχει αφήσει να διαφανεί ότι αν εγκριθεί η ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ θα αντιμετωπίσει το τουρκικό αίτημα με θετικό τρόπο.
Πηγές στην Ουάσιγκτον αναφέρουν ότι η χθεσινή εξέλιξη αποτελεί σαφέστατη ένδειξη της βαρύνουσας σημασίας που αποδίδουν οι ΗΠΑ στη σχέση τους με την Ελλάδα, καθώς σε διακομματικό επίπεδο δεν διστάζουν να δώσουν σαφές ποιοτικό προβάδισμα στην αμυντική θωράκιση της χώρας μας σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία (μετά τις τουρκικές εκλογές) διακυβεύεται η δυναμική που θα καθορίσει τις σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας.
Σύμφωνα με πηγές του Κογκρέσου, η εμβάθυνση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων τα τελευταία χρόνια είναι τέτοια που επιβάλλει πλέον την εξέτασή τους ανεξάρτητα από το πώς διαμορφώνονται οι σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας.
Η τελική υπογραφή από τον Ρεπουμπλικανό αντιπρόεδρο της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων της αμερικανικής Γερουσίας, Τζιμ Ρις, στο κείμενο που συνοδεύει την έγκριση πώλησης F-35 στην Ελλάδα, αντιμετωπίζεται από την Αθήνα ως ψήφος εμπιστοσύνης στην ανθεκτική ελληνοαμερικανική σχέση. Το μήνυμα είναι, εν ολίγοις, ότι οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις δεν θα βελτιωθούν εις βάρος των ελληνοαμερικανικών σχέσεων.