Της Μαρίνας Οικονομίδου
Ενόσω ο πρόεδρος της Δημοκρατίας βρισκόταν πρώτα στην Αθήνα και στη συνέχεια στη Νέα Υόρκη για τη γενική συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, παρακολουθούσε από απόσταση ένα χάος να εκτυλίσσεται στο εσωτερικό. Οι μετασεισμοί της παύσης του γενικού ελεγκτή που ενδεχομένως να ενισχύθηκαν από την απουσία της όποιας προεδρικής αντίδρασης, με τις απειλές Ζαχαρία Κουλία, τις μετέπειτα πρωτοβουλίες Αννίτας Δημητρίου που τις προσέδωσαν πολιτικούς πόντους, σε συνδυασμό με την ταραχώδη απόδραση του ισοβίτη Θεοφάνους, έστειλαν το μήνυμα της πλήρους ακυβερνησίας.
Σε αυτό το κλίμα, λοιπόν, άνοιξε και το θέμα της εικόνας του Προέδρου. Το άλλοτε μεγάλο ατού του Νίκου Χριστοδουλίδη τέθηκε εν αμφιβόλω όταν διαδικτυακές μεν αλλά έρευνες και κυρίως αναλύσεις δημοσκόπων παρουσίαζαν τον Πρόεδρο να έχει χειρότερη εικόνα αυτή τη στιγμή από ό,τι ο Δημήτρης Χριστόφιας μετά το Μαρί, στο δεύτερο έτος της διακυβέρνησής του. Αυτά τα δεδομένα δεν άφησαν αδιάφορο τον Πρόεδρο, ο οποίος πρώτα ανακοίνωσε γενικό ελεγκτή και με την επιστροφή του φρόντισε να καρατομήσει συνοπτικά την ηγεσία της Αστυνομίας. Το ερώτημα είναι αν αυτά ήταν αρκετά για να εκτονώσουν τις συνεχόμενες κρίσεις ή αν τα παραπάνω επιβεβαιώνουν μία πορεία καθοδική, που δύσκολα μπορεί να αναστραφεί.
Τα τρία εμπόδια
Η απάντηση, ίσως να βρίσκεται κάπου στη μέση, με δεδομένο ότι για την ολοκλήρωση της θητείας του Νίκου Χριστοδουλίδη υπάρχουν ακόμη τρία χρόνια, που μπορούν να αλλάξουν –βελτιώνοντας ή επιδεινώνοντας– την κατάσταση. Το σίγουρο είναι πως ο Πρόεδρος θα πρέπει να κινηθεί λαμβάνοντας υπόψη τρεις άξονες:
• Την αίσθηση της ακυβερνησίας και της αδυναμίας του να λάβει δύσκολες αποφάσεις.
• Την απουσία συμμάχων και την ενίσχυση των αντιπάλων.
• Την εικόνα του που αναπόφευκτα έχει φθαρεί.
Το ζήτημα της ακυβερνησίας και η δυσκολία λήψης αποφάσεων είναι βεβαίως κάτι που ακολουθεί τον Πρόεδρο από τις αρχές της διακυβέρνησής του, όμως εντείνεται το τελευταίο διάστημα. Για κάποιους, για παράδειγμα, ήταν ανεπίτρεπτο το να συνεχίσει τις διακοπές του κατά τη διάρκεια των μεγάλων πυρκαγιών το καλοκαίρι του 2023. Ήταν στη συνέχεια η δυσκολία του να προχωρήσει σε ανασχηματισμό, ενώ οι επιλεκτικές διαρροές και οι δηλώσεις του περί αδύναμων κρίκων, οδήγησαν στην παραίτηση του τέως υφυπουργού Καινοτομίας. Αναγκάζοντας έτσι τον Πρόεδρο να προχωρήσει σε ανασχηματισμό. Ο Πρόεδρος επικρίνεται μάλιστα από στελέχη της συγκυβέρνησης για την ατολμία του στο ενεργειακό. Που ενώ οι κακοί χειρισμοί έγιναν επί προηγούμενης διακυβέρνησης και τους κληρονόμησε, θεωρήθηκε ότι τόσο στην περίπτωση του τερματικού, όσο και στην περίπτωση του καλωδίου δυσκολεύτηκε να λάβει δύσκολες αποφάσεις. Οι σοβαρές επικρίσεις, ωστόσο, ξεκίνησαν με την παύση του Οδυσσέα Μιχαηλίδη και την απόδραση του ισοβίτη.
Στο Προεδρικό απορρίπτουν βεβαίως ότι ο Πρόεδρος παρακολουθούσε αμήχανος και εκ του μακρόθεν τις τελευταίες κρίσεις που εκκολάφθηκαν. Πέραν της γραμμής υπεράσπισης, ότι ο ίδιος δεν θα έπρεπε να παρέμβει είτε αποτρέποντας το αίτημα για παύση του Οδυσσέα Μιχαηλίδη, είτε μετά με τις εξελίξεις, σημειώνουν πως έλαβε εγκαίρως αποφάσεις αντικατάστασής του. Η αλήθεια είναι πως η πρόταση προς τον νέο γενικό ελεγκτή Ανδρέα Παπακωνσταντίνου έγινε την περασμένη Κυριακή, με τον τελευταίο να μεταβαίνει στο Προεδρικό την επόμενη μέρα –ενόσω δηλαδή ο Ζαχαρίας Κουλίας απειλούσε για θεσμική εκτροπή και έβρισκε πρόθυμο αντικαταστάτη– για να συζητήσουν τα διαδικαστικά με την υφυπουργό παρά τω Προέδρω, Ειρήνη Πική.
Η αντικατάσταση προωθείται
Στην περίπτωση της απόδρασης του Θεοφάνους επανήλθε στη συζήτηση η δυσκολία του να αντικαταστήσει τον αρχηγό της Αστυνομίας, τη στιγμή που το θέμα επάρκειας Παπαθεοδώρου άνοιξε από τα πογκρόμ σε Χλώρακα και Λεμεσό. Στο Προεδρικό σημειώνουν πως ο Πρόεδρος, παρά τη ρήξη θέλησε να του δώσει μία ευκαιρία, έστω κι αν είναι γνωστό πως έψαχνε αντικαταστάτη εδώ και καιρό. Η κρίση όμως που προκλήθηκε με την απόδραση ήταν το τελειωτικό κτύπημα. Πλέον, το ερώτημα που εγείρεται από κύκλους είναι για ποιο λόγο ο πολιτικός του προϊστάμενος Μάριος Χαρτσιώτης παρέμεινε στη θέση του μετά από όλο αυτό. Όπως λέγεται στο παρασκήνιο, πέραν του ότι ο υπουργός Δικαιοσύνης έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη του Προέδρου, θεωρήθηκε πως από τη στιγμή που ανέλαβε καθήκοντα τον περασμένο Ιανουάριο θα πρέπει να του δοθεί περίοδος χάριτος.
Γέρνοντας λαϊκά
Όσο βεβαίως κι αν υπάρχει γραμμή άμυνας, στο Προεδρικό είναι πλέον αντιληπτό και στο εσωτερικό το πρόβλημα που έχει προκληθεί. Ένα πρόβλημα που δεν είναι επικοινωνιακό αλλά καθαρά θέμα ουσίας, που πηγάζει από πολιτικές αδυναμίες. Πέραν των τελευταίων κινήσεων του Προέδρου, θεωρείται πως και κάποια υπουργεία θα πρέπει να δείξουν περαιτέρω έργο και να χειριστούν επαρκώς τις νέες προκλήσεις. Η κύρια σκέψη είναι ότι αυτός ο χρόνος –που είναι μακριά από προεκλογικές μάχες– αποτελεί την κατάλληλη ευκαιρία της κυβέρνησης να ανατρέψει το παιχνίδι και να περάσει το μήνυμα σε ένα καχύποπτο πλέον ακροατήριο πως μπορεί να κυβερνήσει.
Η κατάλληλη ευκαιρία, καθώς ο Πρόεδρος δεν θα έχει την πίεση των συγκυβερνώντων για ανταλλάγματα, ούτε βεβαίως την έντονη κριτική της αντιπολίτευσης. Σε αυτό το πλαίσιο εντός του μήνα θα γίνει η δεύτερη παρουσίαση των παραδοτέων του κάθε υπουργείου. Υπενθυμίζεται ότι η τελευταία παρουσίαση υλοποίησης του προγράμματος διακυβέρνησης έγινε τον περασμένο Απρίλιο, με το ποσοστό υλοποίησης βάσει προγράμματος να φτάνει το 63%.
Το ποσοστό υλοποίησης για κάθε υπουργείο δεν αποτελεί βεβαίως απόδειξη της επιτυχίας του, ούτε και το αντίθετο βεβαίως, καθώς το τεχνοκρατικό κομμάτι δεν συνδέεται πάντοτε με τη μεγαλύτερη εικόνα.
Στόχος του Προέδρου είναι να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση σε λαϊκές πολιτικές, κυρίως στον τομέα της υγείας και στην κοινωνική πρόνοια, όπου αναμένεται να πιέσει τα δύο υπουργεία για να υλοποιήσουν πολιτικές και δράσεις.
Ενα σπασμένο τηλέφωνο
Το ζήτημα βεβαίως που θα κληθεί να απαντήσει η κυβέρνηση είναι ποιοι ακριβώς θα προωθήσουν το κυβερνητικό πρόγραμμα και τις πολιτικές δράσεις. Και ποιοι θα στηρίξουν επικοινωνιακά τόσο τον Πρόεδρο όσο και το κυβερνητικό έργο, τη στιγμή που ο Πρόεδρος παρουσιάζεται χωρίς συμμάχους, με τους επικριτές του συνεχώς να αυξάνονται. Η έλλειψη επικοινωνίας με τους συγκυβερνώντες επιβεβαιώθηκε στην περίπτωση Κουλία, καθώς ο Πρόεδρος δεν μπήκε στη διαδικασία να ενημερώσει τα συγκυβερνώντα κόμματα για τις σκέψεις του.
Ούτε εκείνοι με τη σειρά τους επεδίωξαν ενημέρωση για να εκτονώσουν ίσως την κρίση. Αυτό οφείλεται σε μία συνεχή δυσφορία των κομμάτων της συγκυβέρνησης για τον τρόπο με τον οποίο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας τους φέρεται: αγνοώντας τους πλήρως και εν μέρει απαξιώνοντάς τους. Όμως και από την πλευρά του ο Πρόεδρος φέρεται να θεωρεί πως δεν είναι αξιόπιστοι. Κάποια μέλη δεν συμμετέχουν για παράδειγμα στην κατά τα άλλα θεσμοθετημένη ομάδα διαβούλευσης του Προεδρικού με τους συγκυβερνώντες. Ενώ, δεν είναι λίγες οι φορές που βουλευτές τον άφησαν εκτεθειμένο στη Βουλή καθώς οι πολιτικές της κυβέρνησης δεν εξυπηρετούσαν τη δική τους ατζέντα. Αυτή η πολιτική, της προσωπικής ατζέντας έναντι των κομματικών θέσεων, αναμένεται πως θα επιδεινωθεί, μετά τη μεγάλη νίκη του Φειδία Παναγιώτου και θα επηρεάσει αναπόφευκτα και την κυβέρνηση.
Μία επιδερμική επισκόπηση του πώς λειτουργεί το πολιτικό προσωπικό μετά την 9η Ιουνίου, επιβεβαιώνει πως στελέχη απομακρύνονται από τα κόμματά τους, παίζουν το δικό τους παιχνίδι επανεκλογής και στήνουν την ατζέντα τους βάσει των δικών τους συμφερόντων. Όλο αυτό σίγουρα δεν θα ωφελήσει τον πρόεδρο Χριστοδουλίδη, έστω κι αν ο ίδιος φάνηκε αρχικά να αξιολογεί πως αυτή η νίκη επιβραβεύει τον ίδιο.
Βλέποντας το 2028
Αυτήν ακριβώς την απουσία συμμάχων προσπαθεί ο Πρόεδρος να χειριστεί μέσω των προσωπικών επιλογών και των διορισμών του. Πέραν του Προεδρικού, που θεωρείται ότι περιβάλλεται από έναν πολύ στενό –και οικογενειακό– κύκλο, σχεδόν όλοι οι διορισμοί που κάνει ή επιχειρεί να κάνει αποτελούνται από δικά του πρόσωπα. Ακόμα και η περίπτωση του νέου γενικού ελεγκτή, ο οποίος δούλεψε άτυπα για τον προεκλογικό του. Εκτιμάται πως είναι απόδειξη της ανασφάλειάς του, όμως παράλληλα εκτιμάται πως επιχειρεί να ελέγξει πλήρως το παιχνίδι. Να δημιουργήσει τη δική του άτυπη ομάδα που θα τον στηρίξει καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του, ενδεχομένως και στη συνέχεια, αν επιθυμεί επανεκλογή. Οι επιλογές του βεβαίως προκαλούν την αντίδραση των συγκυβερνώντων για τη μη επιλογή δικών τους προσώπων αλλά και του ΔΗΣΥ, επιλέγοντας πρόσωπα που –έστω κι αν δεν είναι στελέχη– θεωρούνται συναγερμικογενή.
Σε αυτό το πλαίσιο εντείνεται και η αντιπαλότητά του με την πρόεδρο του ΔΗΣΥ Αννίτα Δημητρίου, καθώς θεωρείται πως ψαρεύουν από το ίδιο ακροατήριο. Οι δύο δεν έχουν καμία επικοινωνία, ενώ ο Πρόεδρος φαίνεται να δυσφόρησε από την πρωτοβουλία της κας Δημητρίου να ακυρώσει το ταξίδι στη Μάλτα. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι κέρδισε πολιτικούς πόντους, αλλά και γιατί η ίδια δεν φρόντισε να διαβουλευθεί μαζί του προτού λάβει την απόφαση να μείνει στην Κύπρο. Όπως εξηγούν κυβερνητικοί κύκλοι, αυτός που προεδρεύει οφείλει να ενημερώσει τον Πρόεδρο και όχι το αντίθετο, όπως διέρρεε η πρόεδρος του ΔΗΣΥ. Μάλιστα, οι ίδιοι κύκλοι ανέφεραν πως η κα Δημητρίου φρόντισε να δικαιολογηθεί στο Υπουργικό Συμβούλιο για την παράλειψή της να ενημερώσει τον Πρόεδρο, καθώς όπως είπε δεν ήθελε να τον ξυπνήσει. Στο Προεδρικό έχει εμπεδωθεί πως η Αννίτα Δημητρίου έχει συγκεκριμένες φιλοδοξίες για το 2028. Το άφησε να εννοηθεί βεβαίως σε πρόσφατη συνέντευξή της στο ΣΙΓΜΑ, όταν έκοψε δημοσίως τις φιλοδοξίες του προκατόχου της και ανέφερε με νόημα πως εκείνη έχει τον πρώτο λόγο βάσει καταστατικού. Το αντιλαμβάνονται και από τις παρόμοιες τακτικές που ακολουθεί με τον Πρόεδρο, όσο βεβαίως ο ίδιος ήταν κυβερνητικός εκπρόσωπος και υπουργός Εξωτερικών. Ενδεικτική η περίπτωση της Μάλτας, όταν η ίδια προσωπικά διέρρευσε στα ΜΜΕ την απόφασή της να ακυρώσει το ταξίδι.
Η αντιπαλότητα των δύο με ορίζοντα το 2028, αλλά και η αίσθηση που προκαλείται πως ο Πρόεδρος επιχειρεί να διεμβολίσει τον ΔΗΣΥ αναμένεται να δυσκολέψει την κατάσταση.
Από το περιβάλλον του Προέδρου, πάντως, απορρίπτουν το ότι επιχειρείται κάτι τέτοιο και ξεκαθαρίζουν πως οι όποιες κινήσεις επιχειρούνται από άλλοτε συναγερμικά στελέχη για τη δημιουργία κόμματος, δεν τον αφορούν και ούτε πρόκειται να εμπλακεί σε κάτι τέτοιο. Όχι μόνο γιατί δεν θα έχει επιτυχία, αλλά και γιατί αντιλαμβάνεται πως με αυτό τον τρόπο θα θεωρηθεί και επίσημα διασπαστής.