ΚΥΠΕ
Πρώτιστος στόχος μας είναι η απελευθέρωση από τον τερματισμό της κατοχής και η επανένωση της πατρίδας μας, ανέφερε σήμερα η Υφυπουργός Πολιτισμού Βασιλική Κασσιανίδου, προσθέτοντας πως δεν θα σταματήσουμε να αγωνιζόμαστε για την εξεύρεση μιας διαρκούς και λειτουργικής λύσης του κυπριακού προβλήματος.
Σε πανηγυρικό της λόγο για την εορτασμό της επετείου της 28ης Οκτωβρίου 1940, στον Ιερό Ναό Αγίου Παντελεήμονα, στο Μενεού, η κ. Κασσιανίδου ανέφερε ότι «σήμερα τιμούμε μια από τις κορυφαίες στιγμές στην ιστορία του ελληνικού έθνους, αλλά και σημαντικό σταθμό στην εξέλιξη της παγκόσμιας ιστορίας. Στις 28 Οκτωβρίου του 1940 η Ελλάδα, 18 χρόνια μετά την τραγωδία της Μικρασιατικής καταστροφής, απαντά αρνητικά στο ιταλικό τελεσίγραφο και μπαίνει σε μια τιτάνια μάχη με τις δυνάμεις του Μουσολίνι».
Πρόσθεσε ότι «ο ελληνικός λαός στάθηκε απέναντι στις σιδερόφρακτες φασιστικές ορδές και πολέμησε με πάθος για την Ελευθερία. Η σπουδαιότητα και η αξία της αντίστασης των Ελλήνων, πρώτα ενάντια στους Ιταλούς και, στη συνέχεια, ενάντια στις σιδερόφρακτες δυνάμεις του Αδόλφου Χίτλερ, έχει αναγνωριστεί τόσο από τους ιστορικούς, όσο και από τους πρωταγωνιστές της εποχής».
Η κ. Κασσιανίδου σημείωσε πως «η έκρηξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, όμως, συντάραξε τον ελληνισμό του νησιού, ο οποίος, παρά την βρετανική κατοχή, βγήκε στους δρόμους μαζικά πανηγυρίζοντας με ελληνικές σημαίες».
Τριάντα και πλέον χιλιάδες Κύπριοι, συνέχισε, «γράφτηκαν ως εθελοντές στον ελληνικό στρατό, ενώ όλοι όσοι μπορούσαν συνεισέφεραν από το υστέρημά τους στον αγώνα του Έθνους με τη διεξαγωγή εράνων. Η βρετανική Κυβέρνηση, όμως, δεν επέτρεψε την κατάταξη Κυπρίων στον ελληνικό στρατό και γι’αυτό οι περισσότεροι Κύπριοι εθελοντές εντάχθηκαν στο 'Κυπριακό Σύνταγμα' και στην 'Κυπριακή Εθελοντική Δύναμη', που είχαν δημιουργηθεί από τους Βρετανούς».
Όπως είπε η Υφυπουργός Πολιτισμού, «δυστυχώς, η Κύπρος εξακολουθεί να αποστερείται την δική της πολυπόθητη ελευθερία. Εδώ και 50 χρόνια η Τουρκία καταπατεί με τη δύναμη των όπλων το 37% του εδάφους μας, αμφισβητεί τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, παραβιάζει κάθε αρχή δικαίου και προχωρεί μεθοδευμένα στον εποικισμό του νησιού μας, χωρίς κανένα σεβασμό στις βασικές ελευθερίες των νόμιμων κατοίκων του τόπου, ξεπουλά από το 1974 την πολιτιστική μας κληρονομιά και να καταστρέφει τις εκκλησίες μας».
Το Έπος του 1940 και το ΟΧΙ των Ελλήνων «μας καθοδηγούν και μας υπενθυμίζουν το τεράστιο χρέος που φέρουμε στους ώμους μας για την προάσπιση των εθνικών μας κυριαρχικών δικαιωμάτων. Πρώτιστος στόχος μας δεν είναι άλλος από την απελευθέρωση, από τον τερματισμό της κατοχής και την επανένωση της πατρίδας μας», επεσήμανε.
Γι’ αυτό, ανέφερε η κ. Κασσιανίδου «και ως Κυβέρνηση αξιοποιούμε στο μέγιστο βαθμό την ευρωπαϊκή μας ιδιότητα, διευρύνουμε με κάθε ευκαιρία τον διπλωματικό μας ορίζοντα και μέσα από ουσιαστικές συνέργειες καταφέραμε να ισχυροποιήσουμε τα πολιτικά μας ερείσματα και να θεωρούμαστε πυλώνας ασφάλειας και σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή».
Σημείωσε ότι «από την πρόσφατη κοινή συνάντηση του Προέδρου της Δημοκρατίας με τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και τον Τουρκοκύπριο ηγέτη, έχει επιτευχθεί η συνέχεια της προσπάθειας επανέναρξης των διαπραγματεύσεων μέσα από τη σύγκληση μιας διευρυμένης συνάντησης, στην παρουσία των τριών εγγυητριών δυνάμεων. Η κυπριακή Κυβέρνηση συνεχίζει να εκφράζει την ετοιμότητά της για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων από το σημείο που έχουν διακοπεί, όπως επίσης και για την ανάγκη η διευρυμένη συνάντηση να συγκληθεί το συντομότερο δυνατόν», σημείωσε.
Ανέφερε, επίσης, ότι «δεν θα σταματήσουμε να αγωνιζόμαστε για την εξεύρεση μιας διαρκούς και λειτουργικής λύσης, η οποία να είναι μεν αποτέλεσμα συμβιβασμού, αλλά να διασφαλίζει τη βιωσιμότητα και τη λειτουργικότητα, χωρίς επεμβατικά και εγγυητικά δικαιώματα και χωρίς τη μόνιμη παρουσία τουρκικού στρατού. Μια λύση που να επανενώνει την πατρίδα μας και να διασφαλίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες όλων των Κυπρίων μέσα σε συνθήκες ελευθερίας, ειρήνης, δημοκρατίας και ασφάλειας».
Ταυτόχρονα, σημείωσε, «όραμά μας είναι να βελτιώσουμε την καθημερινότητα του κάθε ενός και της κάθε μιας από εσάς, σε μια Κύπρο που όντως αλλάζει, που μεταρρυθμίζεται συνεχώς. Με μια υπεύθυνη οικονομική πολιτική, σε ένα σύγχρονο ψηφιακό κράτος, πρότυπο διαφάνειας και λογοδοσίας, που παράλληλα να είναι κοινωνικά ευαίσθητο και υπερήφανο για τον ρόλο που διαδραματίζει στην περιοχή, μια Κύπρο με αυτοπεποίθηση, που νοιάζεται για όλους, και όχι τους λίγους, ένα κράτος που έχει τη νέα γενιά στην προμετωπίδα των δράσεων του».
Καταλήγοντας η Υφυπουργός Πολιτισμού ανέφερε ότι «το ΟΧΙ των Ελλήνων του 1940 αποτελεί το φάρο για τον κάθε ένα από εμάς, αντλώντας διδάγματα από την ένδοξη ιστορία του Ελληνισμού. Οφείλουμε να μην ξεχνάμε και να μεταλαμπαδεύουμε στις νέες γενιές τις αρχές αυτών που έδωσαν τη ζωή τους για την ελευθερία», είπε, προσθέτοντας πως «έχουμε υποχρέωση να τιμήσουμε τη θυσία τους με πλήρη επίγνωση του χρέους έναντι της ιστορίας».