ΚΥΠΕ
Συνταγματικοί θεωρούνται σύμφωνα με την κρατούσα γνώμη μεταξύ των συνταγματολόγων, οι περιορισμοί που εξυπηρετούν την προστασία της δημόσιας υγείας, όπως ανέφερε στην ΚΥΠΕ ο νομικός Αχιλλέας Αιμιλιανίδης, κληθείς να σχολιάσει το ενδεχόμενο επιβολής απαγόρευσης κυκλοφορίας (lockdown) στην Κύπρο για περιορισμό της εξάπλωσης του κορωνοϊού.
Τι σημαίνει lockdown και ποια η πρακτική σε άλλες χώρες
Σημειώνοντας τα αυστηρά μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί και περιλαμβάνουν το κλείσιμο σχολείων, εστιατορίων, καφέ, καταστημάτων κοκ., ο κ. Αιμιλιανίδης είπε ότι η έννοια της ‘απαγόρευσης κυκλοφορίας’ συνιστά ένα πιο προχωρημένο μέτρο. Ουσιαστικά, όπως ανέφερε, θέτει περιορισμούς στην κυκλοφορία των πολιτών για οποιουσδήποτε σκοπούς που δεν είναι απολύτως αναγκαίοι (όπως το να πηγαίνει κάποιος στην εργασία του, νοουμένου ότι δεν μπορεί να εργάζεται από το σπίτι, το να πηγαίνει στην υπεραγορά ή στον γιατρό κοκ). «Ως μέτρο είναι οπωσδήποτε εξαιρετικά ακραίο και η εφαρμογή του σε περίοδο ειρήνης, όπως γίνεται αυτή την στιγμή σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, είναι πρωτοφανής», σημείωσε.
Εξήγησε ότι η Ιταλία υπήρξε η πρώτη χώρα που εφάρμοσε το μέτρο και ακολούθησαν η Ισπανία, η Γαλλία, το Βέλγιο, αλλά και η Ελλάδα, ενώ σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν εφαρμοστεί εξίσου αυστηρά μέτρα. Ενδεικτικά, ανέφερε, η Γερμανία απαγόρευσε τις κοινωνικές επαφές. Το μέτρο, πρόσθεσε, εφαρμόζεται και εκτός ΕΕ.
«Ουσιαστικά η απαγόρευση κυκλοφορίας καθιστά αυτό που σήμερα είναι σύσταση, δηλαδή τον περιορισμό των άσκοπων κινήσεων, σε νομικό κανόνα, κατά τρόπο που να περιορίζει σε έντονο βαθμό τη δυνατότητα κυκλοφορίας. Αν και δεν πρόκειται κατ’ ακριβολογία για πλήρη απαγόρευση κυκλοφορίας, εφόσον η πρακτική σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες δείχνει ότι υπάρχουν εξαιρέσεις στην εφαρμογή του μέτρου (που σε κάποιες χώρες, αλλά όχι όλες, περιλαμβάνουν ακόμα και την ατομική άσκηση ή το να βγάλεις τον σκύλο σου βόλτα σε κάποιο παραπλήσιο χώρο), δεν υπάρχει νομίζω αμφιβολία ότι το μέτρο επεμβαίνει στον πυρήνα του δικαιώματος της ελευθερίας κινήσεως», ανέφερε.
Η συνταγματικότητα του μέτρου
Ο κ. Αιμιλιανίδης εξήγησε ότι το άρθρο 13(1) του Συντάγματος προβλέπει ότι έκαστος έχει το δικαίωμα ελεύθερης μετακίνησης εντός του εδάφους της Δημοκρατίας και διαμονής σε οποιοδήποτε τμήμα αυτής υποκείμενος εις τους υπό του νόμου επιβαλλομένους, περιορισμούς που κρίνονται ως αναγκαίοι για την άμυναν ή την δημοσία υγεία ή προβλέπονται ως ποινή επιβαλλομένη υπό του αρμοδίου δικαστηρίου. Συνεπώς, ανέφερε, η δημόσια υγεία είναι λόγος που μπορεί να δικαιολογήσει την επιβολή περιορισμών, αν και εν προκειμένω θα μπορούσε να υπάρξει επιχειρηματολογία ότι ένα παρόμοιο μέτρο, όπως εφαρμόστηκε σε άλλες χώρες, θίγει τον πυρήνα του δικαιώματος.
«Το άρθρο 13 του Συντάγματος περιλαμβάνεται στα άρθρα πάντως που μπορούν να ανασταλούν σε περίπτωση κήρυξης έκτακτης ανάγκης δυνάμει του άρθρου 183 του Συντάγματος με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου που επικυρώνεται από την Βουλή των Αντιπροσώπων», σημείωσε. Πρόσθεσε ότι η συζήτηση για τη συνταγματικότητα των μέτρων δεν είναι βέβαια κυπριακό φαινόμενο. Όπως ανέφερε, ήδη από χθες ξεκίνησε συζήτηση και στην Ελλάδα.
«Εντούτοις, η κρατούσα γνώμη μεταξύ των συνταγματολόγων είναι πως εφόσον οι περιορισμοί εξυπηρετούν την προστασία της δημόσιας υγείας με γνώμονα την αρχή της αναλογικότητας, αυτοί είναι συνταγματικοί, εφόσον άλλωστε το Σύνταγμα έχει στον πυρήνα του την αξία του ανθρώπου η οποία εξυπηρετείται μόνο με την επιβίωση του κράτους και των κρατικών δομών και την προστασία των πολιτών. Προφανώς και με δεδομένο ότι η συζήτηση είναι υποθετικής φύσης, θα πρέπει πρώτα να εξεταστούν τα ακριβή μέτρα που θα ληφθούν, αν ληφθούν», ανέφερε επίσης.
Πρόσθεσε ότι αν η διακινδύνευση τίθεται με δραματικό τρόπο για την υγεία και την ζωή συνανθρώπων, που προσβάλλει τον πυρήνα της αξίας του ανθρώπου, ακόμα και η προσβολή του πυρήνα ενός δικαιώματος όπως αυτό της ελεύθερης κυκλοφορίας μπορεί να δικαιολογηθεί, με τον ίδιο τρόπο που ήδη έχει δικαιολογηθεί στα πλαίσια της παρούσας κρίσης η προσβολή του πυρήνα δικαιωμάτων όπως η θρησκευτική ελευθερία, η συνάθροιση, η εργασία κοκ.
«Το γεγονός πάντως ότι τα δυτικά κράτη έχουν βέβαια περιέλθει σε αυτή την κατάσταση θα πρέπει να μας προβληματίσει, σε σχέση με τη στήριξη των πολιτικών δημόσιας υγείας, αλλά και γενικότερα την ετοιμότητα διαχείρισης κρίσεων, αλλά προφανώς αυτό δεν είναι πρωτίστως κυπριακό ζήτημα», συμπλήρωσε. Ερωτηθείς κατά πόσο υπάρχει περίπτωση κάποιος επηρεαζόμενος να μπορέσει να κινηθεί νομικά εναντίον του περιορισμού του, διευκρίνισε αρχικά ότι σε αυτό το στάδιο κινούμαστε με βάση υποθέσεις εργασίες, εφόσον δεν υπάρχουν ακόμα τα συγκεκριμένα μέτρα.
«Σε κάθε περίπτωση και μιλώντας υποθετικά κάποιος μπορεί να προσφύγει νομικά, αλλά οπωσδήποτε οι πιθανότητες επιτυχίας σε μια παρόμοια περίπτωση θα εξαρτηθούν από τη φύση των μέτρων και αν αυτά κριθεί ότι παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας», είπε. Παράλληλα εξέφρασε την άποψη πως οι πιθανότητες να εκδώσει ένα δικαστήριο οποιασδήποτε χώρας διάταγμα που να κρίνει σε ενδιάμεσο στάδιο ότι μέτρα που επιβάλλονται κατ’ επίκληση επιτακτικών σκοπών δημόσιας υγείας και τα οποία συνάδουν με τις έντονες διακηρύξεις ειδικών ιατρών, είναι αντίθετα προς την αρχή της αναλογικότητας, θα ήταν εξαιρετικά απομακρυσμένες. Τόνισε ωστόσο πως αυτό εξαρτάται από τη φύση των μέτρων, την τελική διάρκειά τους, τις εναλλακτικές δυνατότητες και άλλους συναφείς παράγοντες.