Του Παναγιώτη Ρουγκάλα
Σε μη αναπομπή του νόμου που προνοεί τον τερματισμό της απασχόλησης των συμβούλων - συνεργατών του μετά τη λήξη της θητείας του Προέδρου της Δημοκρατίας, αποφάσισε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης.
Μπορεί ο προϋπολογισμός του 2022 να εγκρίθηκε με τις ψήφους ΔΗΣΥ, ΔΗΚΟ και ΔΗΠΑ, αλλά εγκρίθηκε και κοινή τροπολογία ΑΚΕΛ, ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ, Οικολόγων με την οποία τερματίζεται η απασχόληση συμβούλων - συνεργατών του Προέδρου της Δημοκρατίας με τη λήξη της θητείας του, το καθεστώς εργοδότησης των οποίων έχει μετατραπεί σε αορίστου χρόνου.
Συγκεκριμένα, η τροπολογία ανάφερε πως, σύμβουλοι/συνεργάτες που λόγω της απασχόλησης τους αυτής έχουν για οποιονδήποτε λόγο μετατραπεί σε εργοδοτούμενους αορίστου ή ορισμένου χρόνου, ανεξάρτητα από τις διατάξεις του Νόμου Ν.70(I)/2016 ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου, η απασχόληση τους τερματίζεται το αργότερο με τη λήξη της θητείας της Κυβέρνησης ή την αποχώρηση του Προέδρου της Δημοκρατίας, των Υπουργών, των Υφυπουργών, του Κυβερνητικού Εκπροσώπου ή την αποχώρηση του Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων, ανάλογα με την περίπτωση:
Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που σε θέση συμβούλου/συνεργάτη διοριστεί δημόσιος υπάλληλος ή υπάλληλος οργανισμού δημοσίου δικαίου ή εργοδοτούμενος αορίστου χρόνου που απασχολείται στη δημόσια υπηρεσία ή σε οργανισμό δημοσίου δικαίου, τότε ο διορισμός αυτός διέπεται από τις διατάξεις του Νόμου Ν.47(I)/2017 ή Ν.99(I)/2019, ανάλογα με την περίπτωση, και το πρόσωπο αυτό θα συνεχίσει να λαμβάνει τις ίδιες απολαβές και να υπόκειται στις ίδιες αποκοπές, μειώσεις ή/και συνεισφορές, όπως στην οργανική αυτού θέση, χωρίς να του παραχωρείται οποιαδήποτε άλλη αμοιβή ή επίδομα λόγω του διορισμού στη θέση συμβούλου/συνεργάτη, για τις δε απολαβές του χρεώνεται η ίδια υποομάδα 02001 (Άρθρο 02007.2 «Πολιτικοί Διορισμοί») και το ποσό καταβάλλεται από την υπηρεσία στην οποία έχει αποσπαστεί στη δημόσια υπηρεσία ή στον οργανισμό δημοσίου δικαίου, όπου ανήκει η οργανική αυτού θέση.».
Βάσει επιστολής με θέμα "τροπολογίες προυπολογισμού που παραβιάζουν συνταγματικές διατάξεις" ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναφέρει πως θα μπορούσε να προχωρήσει σε αναπομπή, υποστηρίζοντας πως με βάση γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας αυτές ευρίσκονται σε αντίθεση με τις πρόνοιες του Συντάγματος και συνιστούν σύγκρουση εξουσιών με βάση το άρθρο 139 του Συντάγματος.
Τονίζει δε, πως, αν προχωρούσε σε αναπομπή των τροπολογιών και εάν απορρίπτονταν, θα μπορούσε ακόμα και να προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο προσβάλλοντας τη συνταγματικότητα των εν λόγω τροπολογιών.
Ο Πρόεδρος ωστόσο χαρακτηρίζει τις παραπάνω διαδικασίες αν τις προχωρούσε "χρονοβόρες", αλλά συγχρόνως θα ήταν και εις βάρος του δημοσίου συμφέροντος, αφού εκκρεμούσης μιας προσφυγής στο Ανώτατο και μέρι της πλήρους εκδίκασης δεν θα μπορούσε να υπογράψει το νόμο του προυπολογισμού με -όπως υπογραμμίζει- απρόβλεπτες δημοσιονομικές και οικονομικές συνέπειες.