Της Μαρίνας Οικονομίδου
Η κάλπη άνοιξε και το αποτέλεσμα ήταν σαφές και συγκεκριμένο: Η αντιπολίτευση και συγκεκριμένα τα κόμματα ΑΚΕΛ και ΔΗΚΟ έχασαν την εν λόγω εκλογική μάχη, καθώς όχι μόνο δεν κατάφεραν να αυξήσουν τα ποσοστά τους, αλλά είχαν μείωση σε μία περίοδο που η κυβέρνηση δέχεται το ένα πλήγμα μετά το άλλο. Αντιθέτως, ο Δημοκρατικός Συναγερμός στέφεται νικητής της διαδικασίας. Όχι φυσικά γιατί το αποτέλεσμα είναι καλό για το κόμμα. Έχασε ποσοστά και δεν διατήρησε τις έδρες του 2016. Παραμένει ωστόσο πρώτο κόμμα σε μία περίοδο που η κυβέρνηση αλλά και το κυβερνών κόμμα δέχτηκαν δριμεία επίθεση για μία σειρά λόγων. Ήταν η δυσφορία από τον εγκλεισμό της πανδημίας και των μέτρων, αλλά σίγουρα και το σκάνδαλο των χρυσών διαβατηρίων, που έδιδε την εντύπωση πως το κόμμα της Δεξιάς θα λάμβανε ένα ισχυρό χαστούκι.
Τα κύρια μηνύματα της κάλπης είναι πως το αφήγημα της «Αλλαγής» και «Πάταξης της Διαφθοράς» δεν κατάφερε να πείσει τους ψηφοφόρους. ΑΚΕΛ ΔΗΚΟ και Οικολόγοι οι οποίοι οικειοποιήθηκαν αυτή την τάση, είχαν μείωση ποσοστών, ενώ η Αλλαγή Γενιάς της κας. Θεολόγου δεν κατάφερε να μπει στη βουλή. Δεν μιλούμε συνεπώς για μία συντριπτική πλειοψηφία αντιπολίτευσης στη βουλή, που ενδεχομένως να κυβερνά έναντι της κυβέρνησης και σίγουρα οι νέες συνεργασίες που θα προκύψουν να έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Δεν αποκλείεται δηλαδή να υπάρξουν ανατροπές στο αρχικό εγχείρημα για συνεννόηση ΑΚΕΛ-ΔΗΚΟ-Οικολόγων με ορίζοντα το 23. Η κοινωνία, σε μία περίοδο τεκτονικών αλλαγών λόγω της πανδημίας, δεν θέλησε να μπει σε πειραματισμούς, και επέλεξε το γνωστό, έστω και με δυσφορία, δρόμο του ΔΗΣΥ. Το μεγάλο ερώτημα το οποίο θα βρίσκει μπροστά του ο ΔΗΣΥ για την επόμενη πενταετία, είναι το πώς θα χειριστεί το 4ο κόμμα που λέγεται ΕΛΑΜ. Αν θα είναι μέρος της συμμαχίας, ή αν θα το κρατήσει σε απόσταση, δημιουργώντας έτσι ένα θρίλερ για το αν θα περνούν ή όχι νομοσχέδια.
Ο κύριος νικητής
Πώς όμως ο Δημοκρατικός Συναγερμός, παραμένει πρώτος με λίγες απώλειες σε ένα τέτοιο σκηνικό; Το κυβερνών κόμμα έπαιξε καλά όπως όλα δείχνουν το χαρτί της ανάγκης για σταθερότητα. Η κυπριακή κοινωνία απέδειξε πολλές φορές πως δεν είναι διατεθειμένη για ανατροπές και αστάθεια, όσο δυσαρεστημένη κι αν είναι. Το μήνυμα λοιπόν του ΔΗΣΥ, ότι μία ισχυρή αντιπολίτευση θα τουμπάρει προϋπολογισμούς, μεταρρυθμίσεις και ίσως να οδηγήσει σε επικύνδινες ατραπούς την οικονομία, ανησύχησε τον μέσο ψηφοφόρο, ακόμα και τον δυσαρεστημένο Συναγερμικό για να δώσει μία ακόμη ευκαιρία. Τόσο η Πινδάρου όσο και το Προεδρικό αντιλαμβάνονται πως αυτή είναι μία τελευταία ευκαιρία από τον Συναγερμικό κόσμο. Και το αντιλαμβάνεται δεδομένων των δηλώσεων από Πινδάρου και Προεδρικό. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, έβγαλε το κομματικό κουστούμι που έβαλε τις τελευταίες και ξαναφόρεσε το προεδρικό, καλώντας τα κόμματα της αντιπολίτευσης για συνεννόηση και διάλογο μετά την σύνθεση της βουλής. Το ίδιο επιχείρησε να κάνει και ο Αβέρωφ Νεοφύτου. Αντιλαμβάνεται περισσότερο από όλους ο Συναγερμικός Πρόεδρος πως χρειάζεται πλειοψηφία στη βουλή και γι’ αυτό, μετά τους υψηλούς τόνους για τα κοντέινερ που ανατίναξε ΑΚΕΛ-ΔΗΚΟ, έτεινε χέρι συνεργασίας. Σημειώνεται πως επί του παρόντος με την δυναμική παρουσία ΔΗΠΑ, ο ΔΗΣΥ, έχει έναν σημαντικό σύμμαχο εντός της βουλής, ενώ δεν αποκλείεται και η σύμπλευσή του με την ΕΔΕΚ, η οποία απέφυγε επιμελώς να κτυπήσει το κυβερνών κόμμα στην προεκλογική. Ερώτημα είναι αν ο ΔΗΣΥ είναι έτοιμος να συνεργαστεί και με το ΕΛΑΜ, αν χρειαστεί ή αν θα το αποφύγει επιμελώς, αφότου αντιλήφθηκε πως αποτέλεσε την κύρια διαρροή του. Στην όλη πάντως διαδικασία πρέπει να πιστωθεί στον Αβέρωφ Νεοφύτου η νίκη. Είχε να διαχειριστεί την κόπωση αλλά και την φθορά από την μακρά διακυβέρνηση και κατάφερε να διασωθεί προσβλέποντας χωρίς άγχος την επόμενη μάχη. Αυτό που καταγράφεται πάντως και θα πρέπει να προβληματίσει το κόμμα, είναι το γεγονός για πρώτη φορά ίσως δεν εκλέγεται αριστίνδην στην επαρχία Λευκωσίας. Αυτό καταδεικνύει ίσως μία εσωστρέφεια του κόμματος και ισχυροποίηση της σκληρής ψήφου, του λεγόμενου κομματικού πατριωτισμού.
Η μεγάλη ήττα
Μεγάλος ηττημένος θεωρείται αναμφίβολα το ΑΚΕΛ. Ο κ. Κυπριανού είχε ως στόχο να αυξήσει έστω και στο ελάχιστο τα ποσοστά του κόμματος από το ιστορικά χαμηλό του 2016 και όμως κατάφερε να μειώσει περαιτέρω το ποσοστό του, σε μία ιδιαίτερα ευνοϊκή συγκυρία για το κόμμα. Ο ίδιος είχε κάνει διαχείριση της ήττας στην «Κ» προεκλογικά σημειώνοντας πως το κόμμα πλήγηκε από την πανδημία καθώς έχασε την προσωπική επαφή που είχε με τον κόσμο. Ωστόσο σε ένα εχθρικό περιβάλλον για την κυβέρνηση το ΑΚΕΛ θα έπρεπε όχι μόνο να κεφαλαιοποιεί αλλά να στοχεύει την πρωτιά. Η Εζεκία Παπαϊωάννου ουδέποτε πίστεψε στην πρωτιά, με αποτέλεσμα να βλέπει τα ποσοστά της να πέφτουν . Οι λόγοι ποικίλουν βεβαίως. Δεν κατάφεραν να πείσουν την πλειοψηφία της κοινωνίας ότι μπορούν να διαχειριστούν και να ηγηθούν δύσκολων καταστάσεων, όπως την επόμενη μέρα της πανδημίας και την οικονομική κρίση. Υπήρξαν όμως και διαρροές προς άλλες κατευθύνσεις, όπως σε κόμματα όπως η Αλλαγή Γενιάς και η Αφύπνιση, έστω κι αν θεωρούνται αμελητέα. Το κόμμα και η ηγεσία του θα πρέπει να σκεφτούν σοβαρά το ενδεχόμενο πλήρους ανανέωσης στο εκλογικό συνέδριο που θα ακολουθήσει διαφορετικά νέοι συνασπισμοί και σχηματισμοί από τον χώρο της Αριστεράς ενδεχομένως να προκύψουν οδηγώντας ίσως με μαθηματικά βήματα στο μοντέλο ΠΑΣΟΚ.
Η αμηχανία Νικόλα
Μαζί με το ΑΚΕΛ, σε στενωπό βρίσκεται και η ηγεσία του ΔΗΚΟ. Το κόμμα του Κέντρου είχε ελπίσει πως μπορεί να διατηρήσει τα ποσοστά του παρά την απώλεια των τριών βουλευτών του και τη δημιουργία ενός κόμματος από τα σπλάχνα του. Έκανε λάθος εκτίμηση και ενδεχομένως να υπερεκτίμησε τις ικανότητές του. Ο Νικόλας Παπαδόπουλος έδωσε έμφαση στην πάταξη της διαφθοράς και οικειοποιήθηκε τον γενικό ελεγκτή και την διαφάνεια. Όλο αυτό προφανώς δεν έπεισε το ακροατήριό του. Η μετωπική επίθεση και ο ισχυρός αντιπολιτευτικός του ρόλος με αποκορύφωμα την καταψήφιση του προϋπολογισμού φαίνεται να τρόμαξαν το κατά γενική ομολογία συντηρητικό ακροατήριο του Κέντρου. Οι Κεντρώοι επιθυμούν σύμπλευση, σταθερότητα και διάλογο με την εξουσία. Προφανώς την ταυτότητα του κόμματός του δεν την αντιλήφθηκε πλήρως ο ΔΗΚΟϊκός Πρόεδρος. Πώς θα κινηθεί την επόμενη μέρα είναι ένα ζήτημα ανοικτό επί του παρόντος, ωστόσο δεν φαίνεται να τίθεται ζήτημα αμφισβήτησης του ιδίου. Σίγουρα το γεγονός ότι διατηρεί τις έδρες που είχε πάρει το 2016, αποτελεί μία μορφή ανακούφισης, ωστόσο φαίνεται να δυσχεραίνει, την επιδίωξη μία ισχυρής αντιπολιτευτικής φωνής εντός βουλής.
Η δύναμη της οργανωτικής δουλειάς
Ο Μάριος Καρογιάν είχε πει πολλές φορές πως η ΔΗΠΑ θα αποτελεί την έκπληξη της βραδιάς και πέρασε πολλές φορές στα ψηλά. Η κάλπη τον επιβεβαίωσε γι’ αυτό. Τι σημαίνει λοιπόν η νίκη της ΔΗΠΑ; Σημαίνει πρώτα και κύρια νίκη της οργανωτικής δουλειάς. Το νεοσυσταθέν κόμμα, δεν έχει βγει σε τηλεοπτικά πάνελ, δεν έχει συζητήσει θέσεις σε κυπριακό οικονομία και κοινωνία αλλά έχει καταφέρει να εργαστεί μεθοδευμένα και σιωπηρά όλο αυτό το διάστημα, «κλέβοντας» ψήφους από το ΔΗΚΟ και καταδεικνύοντας πως αντιλαμβάνεται καλύτερα την ταυτότητα του μέσου ΔΗΚΟϊκού που επιθυμεί τη συνεννόηση με την εξουσία. Η συνεργασία με τον ΔΗΣΥ θεωρείται δεδομένη, μετά και την μακροσκελή δήλωση του Μάριου Καρογιάν έξω από το επιτελείο και αυτό δεν αποκλείει τη ΔΗΠΑ, πρωταγωνιστή στη διαδικασία εκλογής προέδρου βουλής.
Με τον ίδιο τρόπο, τον οργανωτικό δηλαδή, δούλεψε και πέτυχε το ΕΛΑΜ. Το κόμμα της Ακροδεξιάς, απέφυγε τις δημόσιες τοποθετήσεις, να τοποθετηθεί σε διάφορα ζητήματα και δούλεψε σιωπηρά το από πόρτα σε πόρτα. Η ΕΔΕΚ από την άλλη έχασε μετά από χρόνια την τέταρτη θέση και αυτό αναμένεται να δημιουργήσει νέα δεδομένα. Προφανώς οι ΕΔΕΚίτες τιμώρησαν το κόμμα για το γεγονός ότι σύμπλευσε με τον Δημοκρατικό Συναγερμό κατά τον προϋπολογισμό αλλά και σε άλλα ζητήματα. Αυτή τη φορά δεν κατάφερε να πείσει πως βρίσκεται απέναντι από τον φασισμό. Όχι μόνο γιατί το θυμήθηκε τις τελευταίες μέρες με μηνύματα, αλλά και επειδή η στάση του όλο αυτό το διάστημα δεν εμπεριείχε την αντιφασιστική συνέπεια. Δεν αποκλείεται να υπάρξουν εσωκομματικές αντιδράσεις, αν και ο Πρόεδρος της ΕΔΕΚ Μαρίνος Σιζόπουλος, δεν έδειξε να παραδέχεται προσωπική ήττα.
Στους μεγάλους ηττημένους, εντάσσονται και οι Οικολόγοι. Το κόμμα παρουσιαζόταν να φλερτάρει με την τέταρτη θέση, ωστόσο το αποτέλεσμα κάθε άλλο από ελπιδοφόρο ήταν για τους Πράσινους. Προφανώς, σε αντίθεση με άλλα κόμματα που έχουν ισχυρούς κομματικούς μηχανισμούς το Κίνημα των Οικολόγων δεν κατάφερε να δουλέψει οργανωτικά, αφού δεν γνωρίζει τους ψηφοφόρους του. Ίσως να επηρέασε βεβαίως και το συνονθύλευμα ιδεών στο κυπριακό μαζί με την όχι τόσο ξεκάθαρη στάση Θεοπέμπτου σε μία σειρά ζητημάτων.