Του Απόστολου Τομαρά
Οκτώ χρόνια μετά την υπογραφή της διμερούς Διευθέτησης σχετικά με τη Μη Στρατιωτική Ανάπτυξη στις Βρετανικές Βάσεις, Κυπριακή Δημοκρατία και Ηνωμένο Βασίλειο θα γυρίσουν σελίδα στις διμερείς τους σχέσεις. Η 16η Μαΐου 2022 αποτελεί ημερομηνία ορόσημο μιας και τότε θα τεθούν σε ισχύ τα όσα συμφώνησαν οι δύο χώρες το 2014 και αφορούν τα 4/5 του εδάφους που παραχωρήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο, με τις συμφωνίες εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η εφαρμογή της συμφωνίας αποτελεί στην ουσία τη μεγαλύτερη αλλαγή χρήσης γης που έχει γίνει στα χρονικά της Κυπριακής Δημοκρατίας, με έντονο αποτύπωμα σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο. Οι υπογραφές της Συμφωνίας έπεσαν στο Λονδίνο στις 15 Ιανουαρίου 2014 από τους υπουργούς Εξωτερικών Κύπρου, Ιωάννη Κασουλίδη και Η.Β., Ουίλιαμ Χέιγκ, στην παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας Νίκου Αναστασιάδη. Η διμερής Διευθέτηση, όπως ονομάστηκαν τα όσα συμφωνήθηκαν, ουσιαστικά έρχεται να ανατρέψει τα δεδομένα που προκάλεσαν οι συμφωνίες του 1960 για ένα μεγάλο αριθμό ιδιοκτητών γης αλλά και μιας περιοχής κοντά στα 200 τετραγωνικά χιλιόμετρα, η οποία στην ουσία επιστρέφεται στους ιδιοκτήτες της με την άρση των περιορισμών που είχαν επιβληθεί στην όποια ανάπτυξή της.
Η βάση για τη διμερή διευθέτηση περιουσιών εντός των Βρετανικών Βάσεων τέθηκε στο Λονδίνο, τον Ιανουάριο του 2014, όπου έπεσαν οι υπογραφές από τους υπ. Εξωτερικών των δύο χωρών Ιωάννη Κασουλίδη και Ουίλιαμ Χέιγκ.
Οι προεκτάσεις
Η συμφωνία Διευθέτησης δεν μπορεί να θεωρηθεί επιστροφή εδάφους στην Κυπριακή Δημοκρατία, ωστόσο οι προεκτάσεις που έχει αγγίζουν και το θέμα αυτό, σε βάθος χρόνου. Η έκταση γης που απεγκλωβίζεται από τις πρόνοιες των συμφωνιών του 1960 ουσιαστικά μπορεί να θεωρηθεί ως το προοίμιο του εδαφικού καθεστώτος των Βρετανικών Βάσεων σε μια λύση του κυπριακού προβλήματος. Θέμα που φαίνεται να τέθηκε στη συνάντηση που είχε στη Ντάουνινγκ Στριτ, στις 15 Ιανουαρίου 2014, ο Νίκος Αναστασιάδης με τον τότε πρωθυπουργό της Βρετανίας Ντέιβιντ Κάμερον. Υπό το πρίσμα αυτό η Συμφωνία χαρακτηρίζεται ως ιστορική, αφού εξήντα χρόνια μετά από την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, επιτεύχθηκε μια γενικευμένη ρύθμιση για την ανάπτυξη των μη στρατιωτικών περιοχών εντός των Βρετανικών Βάσεων. Επί του παρόντος τα σημαντικά οφέλη περιορίζονται προς την πλευρά των κατοίκων και ιδιοκτητών γης των Βάσεων που απελευθερώνεται. Με βάση στοιχεία από την Πολεοδομία η Συμφωνία επηρεάζει 4 Δήμους και 23 κοινότητες των περιοχών των Βάσεων.
Ο πυρήνας
Η Συμφωνία Κ.Δ. και Η.Β. δεν διαφοροποιεί το εδαφικό καθεστώς των Βρετανικών Βάσεων, ωστόσο θα επιφέρει σημαντικές αλλαγές, με τις κρατικές υπηρεσίες της Δημοκρατίας να ασκούν εξουσία σε μια σειρά διοικητικών θεμάτων όπως είναι η ανάπτυξη περιοχών αλλά και η μεταβολή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος. Οι πρόνοιες της Συμφωνίας, σύμφωνα με στοιχεία της Πολεοδομίας, επηρεάζει τα 200 από τα 250 τετραγωνικά χιλιόμετρα του εδάφους των Βρετανικών Βάσεων. Εκτός συμφωνίας θα παραμείνουν 50 τετραγωνικά χιλιόμετρα γης που θα χρησιμοποιούνται για τις στρατιωτικές ανάγκες των Βάσεων. Εκτός από τα πολεοδομικά ζητήματα ένεκα μελλοντικών αναπτύξεων στη Συμφωνία υπάρχουν πρόνοιες που σχετίζονται με ζητήματα δικαιοδοσίας, ποινικής και αστικής δικαιοσύνης και συνεργασίας μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και των Βρετανικών Βάσεων.
Οι πρόνοιες
Από τα 200 τετραγωνικά χιλιόμετρα γης που εντάσσονται στη Συμφωνία (20.000 εκτάρια), για σκοπούς ανάπτυξης απεγκλωβίζονται περίπου 1.800 εκτάρια γης (860 στο Ακρωτήρι, 930 στη Δεκέλεια). Οι περιοχές αυτές από τις 16 Μαΐου ουσιαστικά εντάσσονται σε Ζώνες Ανάπτυξης (οικιστική, τουριστική, εμπορική, βιομηχανική). Πρακτικά αυτό σημαίνει πως οι ιδιοκτήτες γης που επηρεάζονται θα μπορούν να πραγματοποιήσουν ανάπτυξη των περιουσιών τους με το ίδιο καθεστώς που ισχύει για τον υπόλοιπο πληθυσμό.
Δηλαδή για την ανέγερση μιας κατοικίας ή μιας επενδυτικής δραστηριότητας, οι απαιτούμενες άδειες θα εκδίδονται από τα αρμόδια όργανα και τμήματα της Κυπριακής Δημοκρατίας υπό την τυπική αίρεση των Βάσεων κυρίως για ζητήματα που άπτονται θεμάτων ασφάλειας από τη στρατιωτική χρήση άλλων περιοχών. Δεύτερη σημαντική εξέλιξη η άρση των περιορισμών που υπάρχουν από το 1960 στην απόκτηση γης από Κύπριους και Ευρωπαίους πολίτες καθώς και πολίτες τρίτων χωρών. Αυτό σημαίνει πως οι υφιστάμενοι ιδιοκτήτες γης θα μπορούν να πουλήσουν την περιουσία τους, να τη μεταβιβάσουν σε συγγενικά τους πρόσωπα ή να την ενοικιάσουν σε τρίτους, εξέλιξη που σαφέστατα ομαλοποιεί τη ζωή όσων κατοικούν εντός των Βάσεων.
Οικονομική ανάπτυξη
Η άρση των περιορισμών, εκτός από τους ιδιοκτήτες, αναμένεται να έχει θετικές προεκτάσεις και στην οικονομία της Κύπρου ευρύτερα. Με την εφαρμογή του νέου Σχεδίου Ανάπτυξης, καθορίζονται στο σύνολο των μη στρατιωτικών περιοχών Πολεοδομικές Ζώνες με την εισαγωγή προνοιών, για σκοπούς εξυπηρέτησης των αναγκών στέγασης, του εμπορίου, του τουρισμού, της βιομηχανίας, της γεωργίας, της προστασίας της φύσης κ.ο.κ.
Παράλληλα, θα επιτρέπεται η χωροθέτηση εκπαιδευτηρίων, κλινικών και νοσοκομείων, καθώς επίσης και αναπτύξεις αναψυχής και ψυχαγωγίας, εμπορικές αναπτύξεις και υπηρεσίες, σύμφωνα με τις πρόνοιες και τις χωροθετικές πολιτικές του νέου Σχεδίου, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό προσομοιάζουν με τις αντίστοιχες που εφαρμόζονται για τις περιοχές που ελέγχει η Κυπριακή Δημοκρατία.
Το σχέδιο δήλωσης πολιτικής των Βάσεων έχει μορφοποιηθεί με τη συμμετοχή αρμοδίων Τμημάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Διοίκησης των Βάσεων, λαμβάνοντας υπόψη περιβαλλοντική γνωμάτευση και στην ουσία αποτελεί το πρώτο Σχέδιο Ανάπτυξης, που θα εφαρμοστεί εντός της περιοχής των Βάσεων.
Οι διαδικασίες εφαρμογής της Συμφωνίας
Από τις 16 Μαΐου και μετά, η Πολεοδομία θα δημοσιοποιήσει τους χάρτες των περιοχών που εντάσσονται στη Συμφωνία καθώς και τις διαδικασίες που θα πρέπει να ακολουθηθούν από τους ιδιοκτήτες γης. Η αρχή εφαρμογής της Συμφωνίας θα γίνει από τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Βάσεων, της τελικής δήλωσης πολιτικής που θα παραδώσει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ο Βρετανός ύπατος αρμοστής την Δευτέρα 9 Μαΐου, η οποία θα αποτελέσει ουσιαστικά το νέο Σχέδιο Ανάπτυξης, που θα διέπει την ανάπτυξη εντός των περιοχών των Βάσεων Ακρωτηρίου και Δεκέλειας. Αμέσως μετά ξεκινά μια περίοδος τεσσάρων μηνών κατά την οποία κάθε ενδιαφερόμενος θα μπορεί να υποβάλει ενστάσεις αναφορικά με τις πολεοδομικές πτυχές του Σχεδίου. Οι ενστάσεις που θα υποβληθούν θα εξετασθούν από Επιτροπή, η οποία όταν θα ολοκληρώσει το έργο της, θα υποβάλει τις εισηγήσεις της στον διοικητή των Βάσεων, για λήψη σχετικής απόφασης και οριστικοποίηση του Σχεδίου. H Δήλωση Πολιτικής Βάσεων θα αναθεωρείται κάθε πέντε χρόνια.