
Kathimerini.gr
ΓΙΩΡΓΟΣ ΦΡΑΝΤΖΕΣΚΑΚΗΣ
Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί το ενδεχόμενο επικοινωνίας μεταξύ διαφορετικών ειδών είναι τόσο συναρπαστική υπόθεση – ειδικά όταν το ένα από αυτά είναι ο άνθρωπος.
Στη δεκαετία του ’70, οι έρευνες για την ευφυΐα των πρωτευόντων θηλαστικών ήταν «όλα τα λεφτά». Στην εμπροσθοφυλακή τους έστεκαν αγέρωχοι οι θεωρητικοί που βαυκαλίζονταν ότι είχαν βρει, επιτέλους, τον τρόπο για να γκρεμίσουν το φράγμα του προφορικού λόγου. Και κάπως έτσι, στις αρχές της δεκαετίας, ξεκίνησε το «Project Nim».
Εμπνευστής του ήταν ο Χέρμπερτ Τέρας, καθηγητής ψυχολογίας και ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου Κολούμπια. Το 1973 κατόρθωσε να εξασφαλίσει έναν νεογέννητο χιμπαντζή και να τον ενθέσει σε μια οικογένεια, ώστε να ανατραφεί σαν να ήταν άνθρωπος. Ο Τέρας πίστευε πως ο μικρός Νιμ θα μάθαινε να επικοινωνεί μέσα από τις διαδραστικές εμπειρίες του οικογενειακού περιβάλλοντος, όπως ακριβώς μαθαίνει να μιλάει ένα παιδί πριν ακόμα πάει στο σχολείο. Και το εργαλείο της έκφρασής του θα ήταν η νοηματική γλώσσα.
Ο Νιμ αποδείχθηκε πράγματι ένας πολύ έξυπνος χιμπαντζής. Επί τρία ολόκληρα χρόνια κατόρθωσε να πείσει τους πάντες ότι ήταν σε θέση να μάθει περισσότερες από 100 έννοιες-λέξεις και να σχηματίζει κανονικές προτάσεις, όπως θα έκανε ένα κωφάλαλο παιδί της ίδιας ηλικίας. Στο τέλος της τριετίας η απάτη του κατέρρευσε. Μέσα από μια σειρά τεστ, ο υποψιασμένος Τέρας συνειδητοποίησε πως ο μικρός χιμπαντζής έπαιζε μια παντομίμα με σκοπό την ανταμοιβή του σε λιχουδιές και χάδια. Ήταν καλός μίμος, αλλά δεν είχε κατανοήσει ούτε μία λέξη.
Το 1977 ο Τέρας αποφάσισε να τερματίσει το πείραμα. Όπως είχε κάνει και στο παρελθόν με τη βιολογική μητέρα του Νιμ, τον ξερίζωσε χωρίς δισταγμό από την ανθρώπινη οικογένειά του και τον έστειλε πακέτο σε ένα πειραματικό εργαστήριο, όπου το ζώο κατόρθωσε να επιβιώσει παραμελημένο, μέσα σε κλουβί, μέχρι την ημέρα που οι προσπάθειες ακτιβιστών και φιλοζωικών οργανώσεων ευοδώθηκαν και ο Νιμ μεταφέρθηκε επιτέλους σε ένα καταφύγιο ζώων, όπου και έζησε ειρηνικά μέχρι το 2000.
Ο Τέρας δημοσίευσε αργότερα ένα βιβλίο που κατέγραφε την αποτυχία του, με τίτλο Γιατί οι χιμπαντζήδες δεν μπορούν να μάθουν τη γλώσσα μας και μόνο οι άνθρωποι μπορούν, απαθής και αμετανόητος για την ανηθικότητά του και κατορθώνοντας εν τέλει να γίνει διάσημος για όλους τους λάθος λόγους.
Η ιστορία του Νιμ αποτέλεσε ένα ισχυρό παράδειγμα του πώς η επιστημονική φιλοδοξία, ακόμη κι αν έχει καλές προθέσεις, μπορεί να οδηγήσει σε ηθικά διλήμματα και απρόβλεπτες συνέπειες. Η ζωή του υπογράμμισε την τεράστια ευθύνη που έχουμε όταν πειραματιζόμαστε με ζώα – ιδιαίτερα χιμπαντζήδες, με τους οποίους μοιραζόμαστε τόσο πολλά γνωστικά και συναισθηματικά χαρακτηριστικά.
Η περίπτωση του Νιμ ανέδειξε επίσης τους περιορισμούς των πειραμάτων γλωσσικής επικοινωνίας με τα άλλα πρωτεύοντα θηλαστικά και μας δίδαξε ότι το να αντιμετωπίζουμε τα ζώα είτε ως ανθρώπινα υποκείμενα είτε ως απλά ερευνητικά εργαλεία μπορεί να είναι εξίσου ανήθικο.
Το ταξίδι του Νιμ ξεκίνησε με στόχο την κατανόηση του μηχανισμού της επικοινωνίας. Κατέληξε όμως στον τρόπο που ορίζουμε τη σχέση μας με άλλα νοήμονα είδη. Και στο ότι πάντα, σε κάθε τέτοια υπόθεση, υπάρχει ένα Τέρας.