ΚΥΠΕ
Η Κύπρος ως καινοτόμος οικονομία με βάση τους ευρωπαϊκούς δείκτες από την 22η θέση στην οποία ήταν μέχρι πριν από 5 χρόνια, όταν δεν υπήρχε ο θεσμός του Επικεφαλής Επιστήμονα, είναι σήμερα στη 10η θέση, δήλωσε ο ο Υφυπουργός Έρευνας, Καινοτομίας και Ψηφιακής Πολιτικής, Κυριάκος Κόκκινος, σημειώνοντας παράλληλα ότι η Κύπρος είναι η μοναδική χώρα της Νότιας Ευρώπης που βρίσκεται στην πρώτη δεκάδα.
Ο κ. Κόκκινος μιλούσε κατά τη διάρκεια γεύματος εργασίας που παρέθεσε το Ινστιτούτο Κύπρου για τους δημοσιογράφους την Τρίτη. Η ίδρυση του Ινστιτούτου Κύπρου, είπε, «ήταν ένα τολμηρό σχέδιο που υλοποιήθηκε με πολύ μεγάλη επιτυχία», προσθέτοντας ότι ο οργανισμός αυτός ακόμα λειτουργεί σαν μια start-up (νεοφυής) εταιρεία. Σημείωσε ότι αυτό οφείλεται στους εξαιρετικούς επιστήμονες, στο επιστημονικό έργο και στο εξαίρετο Συμβούλιο Επιτρόπων που κρατά το Ινστιτούτο στη σωστή του πορεία. Ο Υφυπουργός συνεχάρη το Ινστιτούτο για τις επιτυχίες του, επισημαίνοντας ότι πλέον το Ίδρυμα έχει την πλήρη στήριξη της πολιτείας.
Το Ινστιτούτο Κύπρου, υπέδειξε ο κ. Κόκκινος, έχει ενηλικιωθεί και έχει φέρει αποτελέσματα επιστημονικά και όχι μόνο, πάρα πολλά από τα οποία «έχουν μετουσιωθεί σε προστιθέμενη αξία στην κοινωνία και στην οικονομία μέσω της εμπορικοποίησης, μέσω της εφαρμογής, μέσω της συνεργασίας με οργανισμούς δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου». Ακόμη, σημείωσε ότι «δεν μπορείς να μετράς ένα Ινστιτούτο μόνο από τα πόσα συγγράμματα ή πόσα λεφτά έφερε από ευρωπαϊκά προγράμματα ή πόσα λεφτά τού έδωσε το κράτος».
Ο Υφυπουργός Έρευνας ζήτησε από τα ΜΜΕ να προβάλουν «όχι μόνο το έργο του Ινστιτούτου αλλά όλων των ιδρυμάτων τα οποία συντείνουν μέσα από την ικανότητά τους να παράγουν γνώση, η οποία μετουσιώνεται σε πραγματική προστιθέμενη αξία στην κοινωνία και την οικονομία, σε καλύτερη ποιότητα ζωής όχι μόνο για τους πολίτες της Κύπρου αλλά και της περιοχής». Ακόμη, είπε ότι σήμερα ο ρόλος του ερευνητή είναι επάγγελμα και ότι στην Κύπρο έχουμε περίπου 2.450 ερευνητές.
«Η Κύπρος ως καινοτόμος οικονομία με βάση τους ευρωπαϊκούς δείκτες από την 22η θέση στην οποία ήταν μέχρι πριν από 5 χρόνια, όταν δεν υπήρχε ο θεσμός του Επικεφαλής Επιστήμονα, είναι σήμερα στη 10η θέση», ανέφερε ο κ. Κόκκινος. «Είμαστε ανάμεσα στους Strong Innovators της Ευρώπης, τόνισε, προσθέτοντας ότι η Κύπρος είναι η μοναδική χώρα της Νότιας Ευρώπης που βρίσκεται στην πρώτη δεκάδα, οι υπόλοιπες εννέα χώρες είναι της Κεντρικής και της Βόρειας Ευρώπης.
«Η Κύπρος είναι μια από τις πιο καινοτόμους οικονομίες της Ευρώπης σήμερα. Αυτό δεν είναι πολύ γνωστό», είπε. «Το Ινστιτούτο Κύπρου έχει μια εξαιρετική ερευνητική υποδομή και παράγει τεράστιο έργο ακόμα και στη διαχείριση δεδομένων», επεσήμανε ο Υφυπουργός, ο οποίος ευχαρίστησε τον Κώστα Παπανικόλα και την ομάδα του που πέτυχαν «μέσα από τις φουρτούνες την τοπική και τη διεθνή αναγνώριση του Ινστιτούτου»
Από την πλευρά του, ο Δρ Σταύρος Μαλάς, ο νέος Πρόεδρος του Ινστιτούτου Κύπρου, ανέφερε ότι ενώνει τις δυνάμεις του «με έναν οργανισμό, ο οποίος είναι νέος αλλά αφήνει ένα ισχυρό αποτύπωμα στον διεθνή χώρο, στην ερευνητική και ακαδημαϊκή δραστηριότητα της χώρας μας». Σημείωσε ότι δημιουργήθηκε σε 15 χρόνια ένας μεγάλος φάρος παραγωγής γνώσης, ο οποίος φωτίζει τον δρόμο για την πρόοδο, όχι για την ανάπτυξη, διευκρινίζοντας ότι η ανάπτυξη είναι μια αριθμητική έννοια και η πρόοδος είναι μια ποιοτική έννοια. «Σε μια κοινωνία που ψάχνει ταυτότητα -γιατί είμαστε μια μικρή κοινωνία και εν πολλοίς ανώριμη- θέλουμε να προοδεύουμε, όχι μόνο να αναπτυσσόμαστε», ανέφερε.
«Η Κύπρος τα τελευταία 30 χρόνια ανέπτυξε την τριτοβάθμια εκπαίδευση και έρευνα, η οποία έχει συνεισφέρει το 8,5% του ΑΕΠ της χώρας. Δηλαδή περίπου το 10% της οικονομίας στηρίζεται σε τέτοια ιδρύματα», επεσήμανε ο κ. Μαλάς. Αν το δούμε ποσοτικά, συνέχισε, «αυτό το ίδρυμα είναι πρωταγωνιστής, διότι το κράτος συνεισφέρει ένα σημαντικό ποσοστό αλλά η απόδοση αυτής της επένδυσης είναι στο πολλαπλάσιο απ’ ό,τι σε άλλα ιδρύματα.
Απευθυνόμενος προς τα ΜΜΕ, ο κ. Μαλάς τόνισε ότι «οι κοινωνίες που πρέπει να έχουν αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στους ανθρώπους που παράγουν με το μυαλό, όχι μόνο με τις πολιτικές, έχουν την ανάγκη να ακούσουν ότι στον δικό τους ζωτικό χώρο υπάρχουν αυτοί οι φάροι παραγωγής γνώσης, προόδου και ευημερίας για τους πολίτες».
Ο Δρ Κώστας Ν. Παπανικόλας, ο απερχόμενος Πρόεδρος του Ινστιτούτου Κύπρου είπε ότι «τα 15 χρόνια το Συμβούλιό μας, οι εργαζόμενοι στο ίδρυμα και το σωματείο φίλων του Ινστιτούτου είμαστε περήφανοι για τα όσα πετύχαμε». Η πορεία δεν ήταν καθόλου εύκολη, τόνισε, προσθέτοντας ότι τα επιτεύγματα του Ινστιτούτου είναι πολλά και η αναγνώρισή του είναι διεθνής.
Ακόμη, ο κ. Παπανικόλας είπε ότι το ίδρυμα όσο και ο ίδιος προσωπικά έχουν επανειλημμένα δεχθεί κριτική ότι η επικοινωνιακή πολιτική και πρακτική του Ινστιτούτου υστερεί και ότι το Ινστιτούτο είναι πιο γνωστό στο εξωτερικό απ’ ό,τι στην Κύπρο. «Η έντονη αυτή κριτική που προέρχεται από πολλές κατευθύνσεις μάλλον πρέπει να είναι σωστή», υπογράμμισε, προσθέτοντας ότι το γεύμα εργασίας αποτελεί σημαντική ενέργεια για να διορθωθεί αυτή η αδυναμία.
Ο Δρ Ανδρέας Πίττας, Πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής του Συμβουλίου Επιτρόπων του Ινστιτούτου Κύπρου, επεσήμανε ότι η επένδυση στην έρευνα και την καινοτομία αποτελεί επένδυση στο μέλλον της Κύπρου. «Είναι φανερό ότι τα εντυπωσιακά επιτεύγματα του Ινστιτούτου προσδίδουν προστιθέμενη αξία, παράγουν νέα γνώση, συμβάλλουν καθοριστικά στην εξέλιξη και την ανάπτυξη καθώς και στην αντιμετώπιση σοβαρών κοινωνικών ζητημάτων, εκ των οποίων το σπουδαιότερο κατ’ εμέ είναι η κλιματική αλλαγή», συμπλήρωσε.
«Μέσω των πολυετών ερευνητικών προγραμμάτων που υλοποιεί το Ινστιτούτο, κατάφερε να τοποθετήσει την Κύπρο πολύ ψηλά στον ευρωπαϊκό αλλά και τον διεθνή χάρτη της επιστήμης, της τεχνολογίας, της έρευνας και της καινοτομίας, είπε ο κ. Πίττας, εκφράζοντας υπερηφάνεια για το εξαιρετικό έργο που επιτελείται στα Εργαστήρια Χαρακτηρισμού Τέχνης του Ινστιτούτου Κύπρου, που φέρουν το όνομά του. «Με τον υπερσύγχρονο τεχνολογικό εξοπλισμό που διαθέτουμε καταγράφουμε, κατανοούμε και αναλύουμε αριστουργήματα της τέχνης και αρχαιολογικά αντικείμενα φέρνοντας στο φως σημαντικά στοιχεία του παρελθόντος και της ιστορίας μας».
Ακολούθησε παρουσίαση των πεπραγμένων του ιδρύματος από τον Δρα Κωνσταντίνο Κλεοβούλου, Βοηθό Αντιπρόεδρο Στρατηγικής και Ανάπτυξης του Ινστιτούτου Κύπρου, το προσωπικό του ιδρύματος αποτελείται από 289 άτομα από 30 διαφορετικές εθνικότητες. Το Ινστιτούτο απαρτίζεται από πέντε ερευνητικά κέντρα (Ενέργειας, Περιβάλλοντος και Υδάτινων Πόρων – EEWRC, Επιστήμης και Τεχνολογίας στην Αρχαιολογία και τον Πολιτισμό – STARC, Υπολογισμικής Επιστήμης και Τεχνολογίας – CaSToRC, Κλιματικής και Ατμοσφαιρικής Έρευνας - CARE-C, Τεχνολογικής Πολιτικής και Καινοτομίας – SteDI) και μια μεταπτυχιακή σχολή. Το Ινστιτούτο Κύπρου προσφέρει διδακτορικά και μεταπτυχιακά προγράμματα. Το 55% των φοιτητών του είναι διεθνείς (με το 26% να προέρχεται από τρίτες χώρες. Το 55% των φοιτητών είναι άνδρες και το 45% γυναίκες.