ΚΥΠΕ
Η Τράπεζα Κύπρου μέχρι το 2022 θα πετύχει τον στόχο του μονοψήφιου ποσοστού μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) αφήνοντας πίσω της την κληρονομιά της κρίσης του 2013, δηλώνει ο Διευθύνοντας Σύμβουλος της μεγαλύτερης τράπεζας του τόπου, Πανικός Νικολάου.
Σε συνέντευξη του στο ΚΥΠΕ, ο Πανίκος Νικολάου είπε πως η τράπεζα παρά την αβεβαιότητα της πανδημίας του κορωνοϊού προχώρησε σε πωλήσεις χαρτοφυλακίων ΜΕΔ ύψους €1,5 δις, που τη θέτει σε «πολύ καλύτερη θέση» να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις από συνέχιση της πανδημικής κρίσης, ενώ τονίζει πως η όποια μελλοντική ροή νέων «κόκκινων δανείων» θα αντισταθμιστεί από την συνέχιση της μείωσης του αποθέματος των ΜΕΔ.
Ο επικεφαλής της Τράπεζας Κύπρου παρουσιάζεται αισιόδοξος για τον τερματισμό του εννιάμηνου μορατόριουμ καταβολής δόσεων, λέγοντας ότι μέχρι τα μέσα Φεβρουαρίου το 95% των δανειοληπτών έχει ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του και προσθέτει πως το κλειδί είναι η παρακολούθηση του χαρτοφυλακίου και η παραχώρηση λύσεων σε όποιο δανειολήπτη αντιμετωπίσει δυσκολίες.
Ωστόσο, ο κ. Νικολάου τονίζει πως το 2021 δεν θα είναι εύκολο, με την επιστροφή στην ανάπτυξη να αναμένεται στο δεύτερο μισό του έτους, κάτι που θα εξαρτηθεί και από τον έλεγχο της πανδημίας.
Από την κορύφωση των ΜΕΔ τον Δεκέμβριο του 2014, η Τράπεζα Κύπρου συμπλήρωσε το 2020 συνολική μείωση του «κόκκινου χαρτοφυλακίου» της κατά 88% ή €13 δισεκατομμύρια και πλέον στοχεύει στο μονοψήφιο δείκτη ΜΕΔ έναντι των συνολικών δανείων, παρά την αβεβαιότητα που προκαλείται από την πανδημία της Covid.
«Σίγουρα το 2020 δεν ήταν μια φυσιολογική χρονιά. Καταφέραμε όμως πάρα πολλά. Χορηγήσαμε €1,4 δισεκατομμύρια δάνεια για στήριξη της κυπριακής οικονομίας, υλοποιήσαμε μορατόριουμ δόσεων πέραν των 25.000 λογαριασμών ύψους περίπου €6 δισεκατομμυρίων, ταυτόχρονα όμως μειώσαμε σημαντικά το ρίσκο του ισολογισμού μας. Μειώσαμε τα ΜΕΔ από €3,9 δις σε €1,8 δις αναπροσαρμοσμένα για τις πωλήσεις ΜΕΔ, το οποίο σημαίνει με απλά λόγια ότι ο δείκτης ΜΕΔ μειώθηκε από 30% σε 16% και ταυτόχρονα διατηρήσαμε υψηλή ρευστότητα και ενισχύσαμε τα κεφάλαιά μας», ανέφερε ο κ. Νικολάου μιλώντας στο ΚΥΠΕ.
Μια από τις βασικές ανησυχίες ήταν η πορεία των δανείων μετά τον τερματισμό του εννιάμηνου μορατόριουμ καταβολής δόσεων, τον Δεκέμβριο του 2020, καθώς η τράπεζα είδε μεγάλο μέρος των εξυπηρετούμενων δανείων της να παγώνουν στο πλαίσιο των μέτρων για στήριξη της οικονομίας και των νοικοκυριών εν μέσω της πανδημίας. Ωστόσο, ο κ. Νικολάου εξήγησε πως, το κυπριακό μορατόριουμ, πέραν από το πιο γενναιόδωρο στην Ευρώπη, δεν είχε αυστηρά κριτήρια, με αποτέλεσμα οι δανειολήπτες που το αξιοποίησαν να μην είχαν κατ’ ανάγκη πρόβλημα ρευστότητας.
«Αυτό αποδεικνύεται και από την κατάσταση που εξελίσσεται μέχρι σήμερα. Όπως έχουμε ανακοινώσει στα αποτελέσματά μας στα τέλη Φεβρουαρίου, μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου περίπου το 95% έχουν πληρώσει τη δόση τους και αυτό είναι πολύ σημαντικό και πολύ ενθαρρυντικό», είπε.
Το κλειδί, όπως εξήγησε απαντώντας σε ερώτηση, ήταν η παρακολούθηση του συγκεκριμένου χαρτοφυλακίου. «Ξεκινήσαμε προληπτικά από το καλοκαίρι του 2020, έχουμε εξετάσει το 90% του χαρτοφυλακίου που ήταν σε μορατόριουμ, ξεκινώντας απ’ αυτούς που θεωρούμε υψηλού κινδύνου και όπου υπήρχαν προβλήματα ή σημάδια αδυναμίας έχουν γίνει δοθεί λύσεις αναδιάρθρωσης ή ρευστοτικής ενίσχυσης και αυτό είναι πολύ σημαντικό για να μπορούν οι πελάτες να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους με τη λήξη του μορατόριουμ», είπε, για να προσθέσει ότι τα αποτελέσματα που βλέπετε σήμερα από την Τράπεζα Κύπρου ήταν συνέπεια της μεγάλης προσπάθειας που ξεκίνησε από το καλοκαίρι του 2020.
Τόνισε όμως ότι η προσπάθεια συνεχίζεται, οι προληπτικές ενέργειες συνεχίζονται, δεν έχει τελειώσει η κρίση ακόμη και πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Πρέπει να παρακολουθούμε και όπου χρειαστεί θα στηρίζουμε τους πελάτες μας, είτε μέσω αναδιαρθρώσεων είτε μέσω χορήγησης προληπτικής ρευστότητας.
Όσον αφορά τις εκτιμήσεις της τράπεζας για την μελλοντική πορεία των ΜΕΔ, ο κ. Νικολάου υπενθύμισε πως η τράπεζα έχει ανακοινώσει στην αγορά πως αναμένεται συνέχιση της μείωσης των ΜΕΔ και εντός του 2021, είτε από οργανικές αναδιαρθρώσεις είτε και από περαιτέρω πωλήσεις.
«Άρα η οποιαδήποτε εισροή νέων ΜΕΔ θα καλυφθεί από τη μείωση του παλαιότερου αποθέματος των ΜΕΔ της Τράπεζας Κύπρου», σημείωσε.
«Είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι θα παρακολουθούμε στενά, η πρόοδος εξαρτάται και από την πορεία της οικονομίας, αλλά είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι ότι τα προβλήματα τα οποία θα δημιουργηθούν από την πανδημία στους ισολογισμούς των τραπεζών θα είναι απολύτως διαχειρίσιμα», πρόσθεσε.
Αναφορικά με το ενδεχόμενο να απαιτηθούν νέες προβλέψεις λόγω της συνέχισης της πανδημίας, ο κ. Νικολάου ανέφερε πως το 2020 οι συνολικές προβλέψεις της τράπεζας ήταν περίπου €200 εκατ., εκ των οποίων τα €55 εκατ. αφορούσαν την πανδημία, που αποτελούν το «μαξιλαράκι μας».
«Απ’ εκεί και πέρα αν χρειαστούν επιπρόσθετες προβλέψεις αυτό θα εξαρτηθεί από την πορεία της οικονομίας. Αν η οικονομία εξελιχθεί όπως την έχουμε προϋπολογίσει τότε οι προβλέψεις θα είναι οι συνηθισμένες προβλέψεις της τράπεζας. Αν τα πράγματα πάνε πολύ χειρότερα, είμαστε οχυρωμένοι για προβλέψεις, οι καλύψεις μας είναι περίπου κοντά στο 60%. Αν και εφόσον χρειαστεί έχουμε κεφάλαια για να μπορέσουμε να απορροφήσουμε επιπλέον προβλέψεις», είπε.
Πάντως υπογράμμισε πως έπειτα από τις δύο πωλήσεις ΜΕΔ το 2020, η τράπεζα βρίσκεται σε «πάρα πολύ καλύτερη θέση» να αντιμετωπίσει την συνέχιση της πανδημίας.
«Αν αναλογιστεί κάποιος που βρισκόταν στις αρχές του 2020 και που βρισκόταν στο τέλος του 2020, είμαστε σε δείκτη ΜΕΔ 16%, με καθαρό δείκτη 7% (μετά τις προβλέψεις), ενώ στην αρχή του χρόνου είχαμε δείκτη 30%, με υψηλότερο δείκτη κεφαλαίων και με ψηλότερο δείκτη κάλυψης. Άρα με τις πωλήσεις ΜΕΔ, την οργανική μείωση και τις αναδιαρθρώσεις έχουμε μειώσει σημαντικά το ρίσκο στον ισολογισμό μας και αυτή η σημαντική μείωση μας βοηθά να χειριστούμε πολύ πιο αποτελεσματικά τις οποιεσδήποτε αρνητικές εξελίξεις πιθανόν να προκύψουν από την πανδημία».
Τελειώνουμε με την κληρονομιά της κρίσης του 2013
Σε ερώτηση αν το 2021 θα είναι η χρονιά που θα επιτευχθεί η ολοκλήρωση της διαχείρισης του αποθέματος των ΜΕΔ, που αποτελούν την κληρονομιά της κρίσης του 2013, ο κ. Νικολάου υπενθύμισε τις ανακοινώσεις της τράπεζας πριν την ολοκλήρωση του Helix 2 ότι ο στόχος πλέον είναι ο δείκτης ΜΕΔ να υποχωρήσει σε μονοψήφιο νούμερο το 2022.
«Άρα περιμένουμε και άλλη μείωση το 2021 με σκοπό να αφήσουμε πίσω μας την κρίση του 2013, τουλάχιστον το 2022. Άρα η πρόοδος ευελπιστώ ότι θα συνεχιστεί και ό,τι κληρονομιά έχει μείνει πίσω από το 2013 να είναι πολύ μικρό και διαχειρίσιμο ποσό, το οποίο πάντοτε θα υπάρχει στους ισολογισμούς των τραπεζών. Δεν μπορεί ποτέ τα ΜΕΔ να είναι μηδέν, πρέπει να είναι ένα μικρό διαχειρίσιμο ποσό, ένα μικρό ποσοστό με καλή πρόβλεψη», πρόσθεσε.
Αναφορικά με τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου ακινήτων, ύψους €1,5 δις που η τράπεζα απέκτησε στο πλαίσιο της εφαρμογής της ανταλλαγής ακινήτων έναντι δανείων (DfAS), ο κ. Νικολάου είπε πως η τράπεζα τα τελευταία 4 χρόνια έχει προχωρήσει σε πωλήσεις ύψους €1,3 δις, αλλά το απόθεμα παραμένει υψηλό γιατί με τη μείωση των ΜΕΔ και την εκούσια αναδιάρθρωση κάποιων πελατών στα πλαίσια αυτής της αναδιάρθρωσης μεταφέρονται στα βιβλία κάποια ακίνητα που ήταν υποθήκη.
«Περιμένουμε ότι τα επόμενα δύο τρία χρόνια με τις πωλήσεις που είχαμε προ του κορωνοϊού σιγά σιγά θα φτάσουμε σε κάποιο ποσό το οποίο θα είναι απολύτως διαχειρίσιμο», είπε.
Εξήγησε ωστόσο ότι τα ακίνητα αυτά μεταφέρθηκαν στον ισολογισμό της τράπεζας σε τιμή καταναγκαστικής πώλησης (γύρω στο 20% κάτω από την αγορά αξία) κάτι που δίνει στην τράπεζα περιθώριο είτε για πρόσθετες προβλέψεις, είτε από ενδεχόμενη μείωση της αξίας των ακινήτων που προκύπτουν από την κτηματική αγορά.
«Άρα δεν είμαστε γαιοκτήμονες, θα μειώσουμε το απόθεμά μας, θα το μειώσουμε δραματικά τα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια, ούτως ώστε να είναι απολύτως διαχειρίσιμο όπως ήταν προ του κορωνοϊού και φυσικά προ της κρίσης του 2013», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ερωτηθείς αν, στο περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων κει μειωμένης κερδοφορίας λόγων των αποφάσεων νομισματικής πολικής από τις Κεντρικές Τράπεζες, η τράπεζα εξετάζει τη βελτίωση του λειτουργικού της κόστους, είτε μέσω μείωσης του δικτύου καταστημάτων είτε μέσω μείωσης προσωπικού, ο κ. Νικολάου είπε πως το 2021 άρχισε ένα μεσοπρόθεσμο σχέδιο μετασχηματισμού του λειτουργικού και επιχειρησιακού μοντέλου της τράπεζας.
«Και με βάση το συγκεκριμένο σχέδιο», συνέχισε, θα ξεκινήσει να εφαρμόζεται προς το τέλος του 2021 θα παρακολουθούμε τις κινήσεις που πρέπει να κάνουμε για να βελτιστοποιήσουμε τον αριθμό των καταστημάτων που έχουμε όπως και του προσωπικού».
Έσπευσε όμως να καταστήσει σαφές ότι έπειτα από τις εφαρμογές δύο σχεδίων εθελουσίας εξόδου το 2019 και το 2020 η τράπεζα δεν έχει στα άμεσα πλάνα της την εκπόνηση νέου σχεδίου για να προσθέσει: «Η τράπεζα ανασχηματίζεται, ξοδεύουμε και επενδύουμε αρκετά λεφτά στο ψηφιακό μετασχηματισμό και όσο προχωρά αυτός ο μετασχηματισμός και ο ψηφιακός και του λειτουργικού μοντέλου της τράπεζας σίγουρα θα πρέπει να περιμένετε να δείτε ενέργειες όσον αφορά τον τρόπο λειτουργίας της τράπεζας».
Εξάλλου, η τράπεζα κτίζει στο μομέντουμ που επέφερε η πανδημία και τα lockdown βλέποντας το 84% των συναλλαγών να γίνεται μέσω ψηφιακών καναλιών, προωθώντας τον ψηφιακό μετασχηματισμό. «Αυτό είναι ένα από τα κύρια μηνύματα, ήταν το πιο σαφές μήνυμα, η στροφή προς την ψηφιοποίηση και η στροφή των πελατών προς τη ψηφιοποίηση είναι μια στροφή χωρίς γυρισμό», ανέφερε ο κ. Νικολάου.
Όχι σε τέλος καταθέσεων σε λιανικούς πελάτες
Στο πλαίσιο το εξορθολογισμού των εξόδων στον απόηχο των αρνητικών επιτοκίων, οι τράπεζες, περιλαμβανομένης και της Τράπεζας Κύπρου, έχουν επιβάλει τέλη καταθέσεων σε εταιρικούς πελάτες. Σε ερώτηση αν η τράπεζα σκοπεύει να κάνει κάτι τέτοιο σε λιανικούς καταθέτες, ο κ. Νικολάου απάντησε αρνητικά.
Όπως είπε, «το κόστος της υπερβάλλουσας ρευστότητας είναι πολύ υψηλό και μας προβληματίζει αλλά ανεξαρτήτως αυτού δεν έχουμε οποιαδήποτε σκέψη προς το παρόν για επιβολή τέλους καταθέσεων σε λιανικούς καταθέτες».
«Θεωρούμε ότι είναι η ραχοκοκαλιά της κυπριακής οικονομίας, είναι ραχοκοκαλιά της συστήματος και πρέπει να είναι το τελευταίο για επιβολή οποιασδήποτε μορφής τέλους», πρόσθεσε.
Μακριά από πολιτικές αντιπαραθέσεις η διαχείριση της κρίσης
Τέλος, ερωτηθείς τι κράτησε από το 2020, ο επικεφαλής της Τράπεζας Κύπρου ανέδειξε τις απίστευτες δυνάμεις της κοινωνίας και του ανθρώπου όταν καλείται να αντιμετωπίσει μια πρωτόγνωρη κρίση.
«Οπότε το μήνυμα που θέλω να δώσω είναι ότι στα δύσκολα η Κύπρος εξελίσσεται και ενεργεί αρκετά καλά», παρόλη την κριτική, που, όπως είπε, είναι φυσιολογική λόγω της κόπωσης στον κόσμο, την απώλεια εισοδημάτων, την απώλεια θέσεων εργασίας και των περιορισμών.
«Η διαχείριση της κρίσης, η διαχείριση της οικονομίας πρέπει να είναι εκτός από οποιεσδήποτε πολιτικές αντιπαραθέσεις, είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει σταθερό πολιτικό περιβάλλον, είναι πολύ σημαντικό να επανέλθουν οι επενδύσεις στη χώρα είμαστε πάρα πολύ μικρή οικονομία και οποιεσδήποτε επενδύσεις, μικρές ή μεγάλες κάνουν τη διαφορά», κατέληξε.