Kathimerini.com.cy
Σε αναβάθμιση της μακροπρόθεσμης αξιολόγησης της Τράπεζας Κύπρου σε "BB", από "B+", με θετικές προοπτικές, προχώρησε την Παρασκευή ο Οίκος αξιολόγησης Fitch Ratings, αναβαθμίζοντας παράλληλα την αξιολόγηση Βιωσιμότητας (VR) της τράπεζας σε "bb" από "b+".
Οι θετικές προοπτικές, όπως αναφέρει ο Οίκος, υποδηλώνουν ότι μια νέα αναβάθμιση της Τράπεζας Κύπρου είναι «πιθανή εντός των επόμενων δύο ετών, ιδίως εάν η ποιότητα του ενεργητικού και η κεφαλαιοποίηση συνεχίσουν να ενισχύονται».
Η αναβάθμιση της αξιολόγησης της Τράπεζας Κύπρου σε "BB", σύμφωνα με τον Fitch, αντανακλά τον συνδυασμό της βελτιωμένης αξιολόγησης του λειτουργικού περιβάλλοντος στην Κύπρο και της συνεχιζόμενης βελτίωσης του πιστωτικού προφίλ της Τράπεζας.
Σημειώνει ότι το λειτουργικό περιβάλλον της Κύπρου επωφελείται από τις προσδοκίες του Οίκου για συνεχή εγχώρια οικονομική ανάπτυξη, βελτιωμένα θεμελιώδη μεγέθη του τραπεζικού τομέα και μείωση, αν και ακόμα πάνω από τον μέσο όρο, του χρέους του ιδιωτικού τομέα.
Η αναβάθμιση αντικατοπτρίζει, επίσης, σύμφωνα με τον αμερικανικό Οίκο, την ενισχυμένη κεφαλαιοποίηση της Τράπεζας Κύπρου, το μειωμένο απόθεμα παλαιών προβληματικών στοιχείων ενεργητικού (συμπεριλαμβανομένων των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και των καθαρών ακινήτων που έχουν κατασχεθεί), τη διαρθρωτικά βελτιωμένη κερδοφορία και το ισχυρό καταθετικό franchise, το οποίο μεταφράζεται σε μια μεγάλη καταθετική βάση χαμηλού κόστους.
Ο Fitch αναφέρει ότι οι αξιολογήσεις της Τράπεζας Κύπρου αντικατοπτρίζουν την ισχυρή ανταγωνιστική της θέση ως της μεγαλύτερης εγχώριας τράπεζας στη μικρή κυπριακή αγορά και τη συνεχή πρόοδο στην απομόχλευση των προβληματικών στοιχείων ενεργητικού.
«Αντανακλούν επίσης τις διαρθρωτικά βελτιωμένες προοπτικές κερδοφορίας στο περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων και τη μειωμένη κεφαλαιακή επιβάρυνση από τα καθαρά προβληματικά περιουσιακά στοιχεία», υπογραμμίζει.
Αναφέρει, επίσης, ότι η Τράπεζα αποτελεί τη μεγαλύτερη Τράπεζα στην Κύπρο και το επιχειρηματικό της μοντέλο επικεντρώνεται στην παραδοσιακή λιανική και εμπορική τραπεζική.
«Η μείωση του αποθέματος των παλαιών προβληματικών στοιχείων ενεργητικού και η βελτιωμένη κερδοφορία υποστηρίζουν τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα του επιχειρηματικού της προφίλ», αναφέρει, προσθέτοντας, ωστόσο, ότι οι ευκαιρίες ανάπτυξης είναι περιορισμένες, δεδομένου του μικρού μεγέθους της Κύπρου και του χρέους του ιδιωτικού τομέα που εξακολουθεί να υπερβαίνει το μέσο όρο.
Αναβάθμιση – Υποβάθμιση
Ο Fitch αναφέρει ότι θα μπορούσε να αναθεωρήσει τις προοπτικές της Τράπεζας σε σταθερές, εάν ο δείκτης προβληματικών στοιχείων ενεργητικού τερματίσει ή αντιστρέψει την πτωτική του τάση ή εάν οι προοπτικές κερδοφορίας της Τράπεζας επιδεινωθούν, με αποτέλεσμα χαμηλότερη συσσώρευση κεφαλαίου από τις προσδοκίες του οίκου.
Αρνητική δράση θα μπορούσε επίσης να προκύψει εάν το οικονομικό περιβάλλον στην Κύπρο επιδεινωθεί απότομα, αναφέρει, και προσθέτει πως αυτό θα μπορούσε να προκληθεί από μια εγχώρια οικονομική ύφεση και μια απότομη αύξηση της ανεργίας χωρίς προοπτικές ανάκαμψης, βραχυπρόθεσμα, οδηγώντας σε ουσιαστική επιδείνωση της πιστοληπτικής ικανότητας των δανειοληπτών και μειωμένες επιχειρηματικές ευκαιρίες για τις τράπεζες.
Ο Fitch θα μπορούσε να υποβαθμίσει τις αξιολογήσεις της Τράπεζας Κύπρου εάν ο δείκτης προβληματικών στοιχείων ενεργητικού της Τράπεζας αυξηθεί πάνω από το 15% ή εάν ο δείκτης CET1 μειωθεί κάτω από το 14% σε μόνιμη βάση, με αποτέλεσμα την ουσιαστική αύξηση της κεφαλαιακής επιβάρυνσης από τα καθαρά προβληματικά στοιχεία ενεργητικού.
Επιπλέον, αναφέρει ότι θα μπορούσε επίσης να είναι αρνητική για την αξιολόγηση της Τράπεζας μια πτώση του δείκτη λειτουργικών κερδών έναντι των σταθμισμένων περιουσιακών στοιχείων (RWAs) κάτω από το 1,5%, λόγω διαρθρωτικών αδυναμιών στο επιχειρηματικό μοντέλο της τράπεζας ή ενδείξεων αστάθειας της χρηματοδότησης.
Από την άλλη, μια αναβάθμιση θα μπορούσε να προκύψει από τη βελτίωση της κεφαλαιακής επιβάρυνσης από τα καθαρά προβληματικά στοιχεία ενεργητικού με διατηρήσιμο τρόπο και κάτω από το 50% του δείκτη κεφαλαίων CET1 της Τράπεζας, οδηγούμενη από τη διαρκή μείωση του δείκτη προβληματικών στοιχείων ενεργητικού κάτω από το 10% και τη διατήρηση του δείκτη CET1 άνω του 16%.
Αναφέρει, επίσης, ότι μια αναβάθμιση της εκτίμησής του Οίκου σε σχέση με το λειτουργικό περιβάλλον θα ωφελούσε επίσης τις αξιολογήσεις της τράπεζας και προσθέτει ότι θα απαιτούσε αναβάθμιση της αξιολόγησης της κυπριακής οικονομίας και την προσδοκία συνέχισης της οικονομικής ανάπτυξης στην Κύπρο, καθώς οι βελτιώσεις αυτές «θα μεταφράζονταν πιθανώς σε καλύτερες επιχειρηματικές ευκαιρίες για τις εγχώριες τράπεζες, μειωμένο πιστωτικό κίνδυνο από τα μεγάλα ανοίγματα των τραπεζών στο κράτος και βελτιωμένη πρόσβαση στην αγορά εν μέσω μεγαλύτερης εμπιστοσύνης των επενδυτών».