ΚΥΠΕ
Πιστωτικά θετικό χαρακτηρίζει ο οίκος αξιολόγησης Moody’s το σχέδιο εθελούσιας αποχώρησης (ΣΕΑ) της Τράπεζας Κύπρου το οποίο είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του προσωπικού της τράπεζας κατά 550 άτομα με κόστος περίπου €99 εκατομμύρια.
«Αν και η ολοκλήρωση του σχεδίου θα μειώσει άμεσα το κεφάλαιο και θα επιβαρύνει τη φετινή κερδοφορία, θα μειώσει το εργατικό δυναμικό της τράπεζας κατά 16% φέτος στη βάση των στοιχείων του Μαρτίου του 2022 και θα επιφέρει σημαντικές ετήσιες εξοικονομήσεις», αναφέρει ο οίκος στο δελτίο του με τίτλο Οικονομικές Προοπτικές.
Σύμφωνα με τον Moody’s, το κόστος του ΣΕΑ, ύψους €99 εκατ., αναμένεται να περιληφθεί στα αποτελέσματα του τρίτου τριμήνου του 2022, σε σύγκριση με υποκείμενη κερδοφορία €27 εκατ. το πρώτο τρίμηνο του 2022. «Ωστόσο (το σχέδιο) θα επιφέρει σημαντικές ετήσιες εξοικονομήσεις ύψους €37 εκατ. περίπου στο μέλλον, που αντιστοιχεί στο 19% του κόστους προσωπικού της τράπεζας, το οποίο αντιστοιχούσε σε πέραν του 50% του συνολικού λειτουργικού κόστους το πρώτο τρίμηνο του 2022», συμπληρώνει.
«Οι προσπάθειες εξορθολογισμού του κόστους της Τράπεζας Κύπρου έχουν εντατικοποιηθεί, καθώς η επικέντρωση της προσοχής κινείται προς τη διατηρήσιμη κερδοφορία, μετά από την μείωση του ρίσκου στον ισολογισμό και της μείωσης των παλαιών μη εξυπηρετούμενων χορηγήσεων στο 6,5% των ακαθάριστων δανείων στο τέλος Μαρτίου του 2022 από την κορύφωσή τους στο 60% το 2015», σημειώνει ο Moody’s.
Όσον αφορά την επίπτωση των 100 μονάδων βάσης προ φόρων στο κεφάλαιο της Τράπεζας Κύπρου, ο οίκος σημειώνει ότι αυτό είναι διαχειρίσιμο, δεδομένων των βελτιωμένων κεφαλαιακών αποθεμάτων της τράπεζας προσαρμοσμένων για την πρόσφατη πώληση δανείων. Προσθέτει ακόμη ότι το άμεσο κόστος του ΣΕΑ θα μετριαστεί από την υιοθέτηση του λογιστικού προτύπου IFRS17 (για ασφαλιστικές εταιρείες) που θα μπει σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου του 2023 και θα έχει θετική επίπτωση στο κεφάλαιο κατά 50 μονάδες βάσης.
Παράλληλα, ο οίκος σημειώνει ότι καθώς πέραν του 90% των συναλλαγών εκτελέστηκε ψηφιακά μέχρι τον Απρίλιο του 2022, η Τράπεζα Κύπρου έχει σταθερά μειώσει τον αριθμό των καταστημάτων της κλείνοντας το 25% των καταστημάτων φέτος και το 40% του δικτύου τα τελευταία τρία χρόνια, προσθέτοντας πως το εργατικό δυναμικό της τράπεζας έχει συρρικνωθεί κατά 30% τα τελευταία τρία χρόνια, «κυρίως λόγω διαδοχικών και ακριβών σχεδίων αφυπηρέτησης περιλαμβανομένου και του πιο πρόσφατου».
«Η επιλογή του σωστού μεγέθους της τράπεζας θα μειώσει την δομικά υψηλή βάση κόστους και θα βελτιώσει το δείκτη κόστους προς έσοδα», επισημαίνει ο Moody’s προσθέτοντας ότι σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα η τράπεζα σκοπεύει στη μείωση του δείκτη στο 50% με 55% στη βάση των καθαρών λειτουργικών εξόδων εξαιρουμένων μη επαναλαμβανόμενων εξόδων και του εποπτικού κόστους, από 59% το πρώτο τρίμηνο του 2022.
Ωστόσο, τονίζει πως «παρά τις βελτιώσεις αναμένουμε ότι η αποδοτικότητα της Τράπεζας Κύπρου να είναι πιο αδύναμη από τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές τράπεζες, περιλαμβανομένης μιας συντεχνίας τραπεζικών υπαλλήλων, η οποία καθιστά το εργατικό περιβάλλον ανελαστικό, με υψηλές αυξήσεις του ετήσιου πάγιου κόστους για όλους τους υπαλλήλους και προσαρμογές μισθών που είναι συνδεδεμένες με τον πληθωρισμό (ΑΤΑ) που επιδεινώνουν το κόστος».
Εξάλλου, ο Moody’s τονίζει πως η επαναλαμβανόμενη κερδοφορία θα ενισχυθεί από τα σημερινά χαμηλά επίπεδα με την αύξηση των επιτοκίων και προσθέτει πως για την Τράπεζα Κύπρου, ο αντίκτυπος από τα αυξανόμενα επιτόκια θα είναι έντονος και άμεσος λόγω των καταθέσεων ύψους €9,3 δις στην ΕΚΤ, που επιβαρύνονταν με 0,5%, πριν η ΕΚΤ αυξήσει τα επιτόκια της κατά 50 μονάδες βάσης, με την πλειοψηφία των καταθέσεων αυτών να ανατιμολογείται άμεσα.
Σημειώνει ακόμη ότι μερίδα των δανείων της τράπεζας με μεταβλητό επιτόκιο θα ανατιμολογηθεί με χρόνοκαθυστέρηση, ενώ τα υψηλότερα επιτόκια δεν θα έχουν άμεσο αντίκτυπο στα καταθετικά επιτόκια, με δεδομένη την υπερβάλλουσα ρευστότητα που υπάρχει στο σύστημα.
«Ως εκ τούτου αναμένουμε ότι η κερδοφορία της τράπεζας θα ανακάμψει ταχύτερα απ’ ότι αναμενόταν προηγουμένως, με την τράπεζα να αναμένει ότι θα επιτύχει τον στόχο του 2025 για απόδοση ιδίων κεφαλαίων πέραν του 10% ένα χρόνο νωρίτερα», σημειώνει ο Moody’s.