ΚΥΠΕ
Αύξηση των βασικών επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αλλά με χαμηλότερο ρυθμό και ειδικότερα κατά 50 μονάδες βάσης, διαβλέπουν αναλυτές ενόψει της συνεδρίας του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ την Πέμπτη.
Πέραν της αύξησης των επιτοκίων, αναλυτές αναμένουν αποφάσεις για το τι δέον γενέσθαι όσον αφορά στη μείωση των στοιχείων ενεργητικού ύψους €3,3 τρισεκατομμυρίων, που κατέχει η ΕΚΤ στον ισολογισμό της μέσω του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων (APP).
Σε μια προσπάθεια να ελέγξει τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη, η ΕΚΤ από τις 27 Ιουλίου αύξησε σωρευτικά τα βασικά της επιτόκια κατά 200 μονάδες βάσης, με το ΔΣ της τράπεζας να αυξάνει τα επιτόκια διαδοχικά κατά 75 μονάδες βάσης τον Σεπτέμβριο και τον Νοέμβριο. Τον Νοέμβριο ο πληθωρισμός μειώθηκε στο 10% από 10,6% τον Οκτώβριο.
Ο Κονταντίν Βέιτ, διαχειριστής χαρτοφυλακίου της PIMCO σε σημείωμά του εκτιμά πως με τις πληθωριστικές πιέσεις να παραμένουν αυξημένες, η ΕΚΤ αναμένεται να αυξήσει τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης και θα καταδείξει ότι αναμένονται και επιπλέον αυξήσεις των επιτοκίων.
«Πιστεύουμε ότι η ΕΚΤ θα μετακινηθεί προς πιο συμβατικές αυξήσεις της τάξης των 25 μονάδων βάσης το επόμενο έτος, καθώς ο κύκλος των αυξήσεων θα μεταπηδήσει από την ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής στη νομισματική σύσφιξη, ενώ οι πληθωριστικές πιέσεις θα υποχωρήσουν σταδιακά», σημειώνει ο Βέιτ.
Σύμφωνα με τον αναλυτή της PIMCO, στη μεθαυριανή συνεδρία η ΕΚΤ θα παρουσιάσει τις βασικές αρχές για τη μείωση των ομολόγων που αποκτήθηκαν μέσω του προγράμματος APP, αν και αναμένεται ότι ο ακριβής οδικός χάρτης μείωσης του χαρτοφυλακίου του APP θα δημοσιοποιηθεί στις συναντήσεις του Φεβρουαρίου ή του Μαρτίου το επόμενο έτος.
Σύμφωνα με τον Βέιτ, η ΕΚΤ θα δηλώσει ότι, ενώ τα βασικά επιτόκια παραμένουν το πρωταρχικό εργαλείο νομισματικής, είναι πρέπων ο ισολογισμός της ΕΚΤ να ομαλοποιηθεί κατά ένα μετρήσιμο και προβλεπτό τρόπο με την πάροδο του χρόνου.
Και ο επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg, Χόλγκερ Σμίτινγκ, αναμένει ότι η ΕΚΤ θα ανακοινώσει αύξηση επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης, διαμορφώνοντας το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων στο 2% και το κύριο επιτόκιο για πράξεις αναχρηματοδότησης στο 2,5%.
Προσθέτει δε πως ενώ αναμένονται επιπλέον αυξήσεις των επιτοκίων εντός του 2023, η ΕΚΤ δεν αναμένεται να δώσει ενδείξεις για το κατά πόσον θα αναμένονται δύο τρεις αυξήσεις το επόμενο έτος.
Για το 2023 ο Σμίτινγκ αναμένει μία αύξηση 50 μονάδων βάσης τον Φεβρουάριο και αργότερα μια μακρά παύση, καθώς εκτιμάται ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει σημαντικά από τον Μάρτιο και μετέπειτα.