ΚΥΠΕ
Στις 34 ανέρχονται σήμερα οι περιπτώσεις γονικής αποξένωσης, δηλαδή οριστικής απομάκρυνσης παιδιών από έναν από τους δύο γονείς μετά τον χωρισμό, όπως δήλωσε σήμερα η Υφυπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας, Μαριλένα Ευαγγέλου, κατά τη συνεδρίαση της στην Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η κ. Ευαγγέλου επεσήμανε ότι είναι σημαντικός αριθμός και ότι το Υφυπουργείο έχει προχωρήσει στην τοποθέτηση τεσσάρων επιπρόσθετων λειτουργών, με σκοπό την ενίσχυση των υπηρεσιών γονικής μέριμνας.
Η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συνεδρίασε εκ νέου σήμερα για το θέμα, στην παρουσία και της Υφυπουργού, αφού κατά την τελευταία συνεδρίαση πριν περίπου ενάμιση μήνα, επισημάνθηκε ότι ο αριθμός των αιτήσεων γονικής μέριμνας που κατατίθενται είναι ιδιαίτερα αυξημένος και λόγω υποστελέχωσης των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας παρατηρούνται καθυστερήσεις στην ετοιμασία εκθέσεων, στις οποίες θα βασιστεί ο χειρισμός των αιτήσεων. Συγκεκριμένα, είχε αναφερθεί ότι οι οκτώ λειτουργοί που ασχολούνται με το θέμα, είχαν κληθεί να ετοιμάσουν 505 εκθέσεις το 2023.
Η κ. Ευαγγέλου ανακοίνωσε σήμερα ότι, μετά από πέντε προσλήψεις που έγιναν, έχει ήδη τοποθετηθεί ένας τρίτος λειτουργός στην Λευκωσία, ενώ άλλοι δύο θα ξεκινήσουν από το Ιούνιο να εργάζονται στη Λεμεσό και ένας ακόμα στην Πάφο. Οι λειτουργοί αυτοί, όπως είπε η Υφυπουργός, θα ενισχύσουν τη διαδικασία ετοιμασίας εκθέσεων γονικής μέριμνας στα δικαστήρια.
Η Υφυπουργός υπογράμμισε, τόσο κατά την τοποθέτησής της στην Επιτροπή, όσο και στις δηλώσεις της μετά τη συνεδρίαση, την πολυπλοκότητα στη διαχείριση τέτοιων υποθέσεων και τον ευαίσθητο χαρακτήρα τους, καθώς αφορούν παιδιά.
«Η διαχείριση είναι λεπτή και έχει πάντα στο επίκεντρο όχι τη σύγκρουση ανάμεσα στους γονείς, αλλά την προστασία και το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού», σημείωσε η κ. Ευαγγέλου, επισημαίνοντας τη ανάγκη για πολυθεματική διαχείριση με την εμπλοκή, τόσο των υπηρεσιών κοινωνικής ευημερίας, όσο και των υπηρεσιών ψυχικής υγείας, της αστυνομίας και των δικαστηρίων.
Η κ. Ευαγγέλου έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη να εξετάζονται πολυθεματικά οι υποθέσεις γονικής αποξένωσης, σημειώνοντας ότι στο πλαίσιο αυτό το Υφυπουργείο έχει προχωρήσει στην ετοιμασία πρωτοκόλλου για τη συνεργασία μεταξύ Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, Αστυνομίας και υπηρεσιών ψυχικής υγείας, για την αντιμετώπιση περιπτώσεων ανυπακοής σε διατάγματα γονικής μέριμνας. Η ίδια ανέφερε επίσης ότι χρήζει βελτίωσης η πολυθεματική διαχείριση των υποθέσεων και πρωτίστως η σύνθεση της ομάδας που την αναλαμβάνει.
Εισήγηση του Υφυπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας, όπως σημείωσε η κ. Ευαγγέλου, «είναι η πολυθεματική διαχείριση να ξεκινά αμέσως μετά την διαπίστωση της αποξένωσης με δικαστική απόφαση, έτσι ώστε να είναι δεσμευτική η συμμετοχή, τόσο των εμπλεκόμενων υπηρεσιών, όσο και της οικογένειας».
Στις δηλώσεις της μετά τη συνεδρίαση, η κ. Ευαγγέλου έθιξε και το θέμα της εκπαίδευσης και κατάρτισης των λειτουργών που εμπλέκονται στην πολυθεματική διαχειριστική ομάδα για θέματα γονικής αποξένωσης, κάτι το οποίο τέθηκε ως εισήγηση, με αφορμή την αναφορά της εκπροσώπου του Δικηγορικού Συλλόγου, Τασούλας Τζίρτη, για ελλιπή κατάρτιση λειτουργών, ακόμα και δικαστών του οικογενειακού δικαστηρίου. Η Υφυπουργός διαβεβαίωσε πως, σε ό,τι αφορά τους λειτουργούς του Υφυπουργείου, η εισήγηση αυτή θα μελετηθεί και θα υλοποιηθεί.
Μόνο στη Λευκωσία καταχωρήθηκαν 300 αιτήσεις γονικής μέριμνας το 2024
Μόνο στην Λευκωσία, κατά τους τέσσερις πρώτους μήνες του 2024 καταχωρήθηκαν 300 αιτήσεις γονικής μέριμνας, σύμφωνα με την εκπρόσωπος του Δικηγορικού Συλλόγου και Πρόεδρο της Επιτροπής Οικογενειακού Δικαίου, Τασούλα Τζίρτη, η οποία υπογράμμισε με την αναφορά αυτή το γεγονός ότι πλέον καταχωρούνται περισσότερες αιτήσεις γονικής μέριμνας στα δικαστήρια, παρά αιτήσεις για διατροφές.
Στο πλαίσιο αυτό, η κ. Τζίρτη σημείωσε ότι ο θεσμός του οικογενειακού διαμεσολαβητή δεν έχει συμβάλει στην αποσυμφόρηση των δικαστηρίων, καθώς το κοινό δεν είναι ενήμερο, ούτε εξοικειωμένο με τον μηχανισμό της διαμεσολάβησης, ως εναλλακτική της δικαστικής οδού. Χαρακτηριστικά, ανέφερε ότι από τους 40 δικηγόρους που έχουν εγγραφεί στο μητρώο διαμεσολαβητών, δεν έχει αναλάβει κανείς κάποια υπόθεση. Η ίδια ανέφερε, πάντως, ότι στις υποθέσεις που διαπιστώνεται βία, έτσι κι αλλιώς δεν μπορεί να γίνει διαμεσολάβηση.
Η κ. Τζίρτη έθεσε, επίσης, κατά την τοποθέτησή της ενώπιον της Επιτροπής, ζήτημα για την κατάρτιση και τα προσόντα των λειτουργών που εμπλέκονται στις υποθέσεις γονικής μέριμνας, καθώς και για τα προσόντα των δικαστών στα οικογενειακά δικαστήρια. Αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «πάσχουν οι νόμοι για τα οικογενειακά δικαστήρια», είπε ότι θα πρέπει να τροποποιηθεί το άρθρο σε σχέση με τα προσόντα των δικαστών σε οικογενειακά δικαστήρια.
Η ίδια έκανε λόγο γενικότερα για αδυναμίες και κενά στη νομοθεσία, ενώ πιο συγκεκριμένα αναφέρθηκε στα τελευταία τέσσερα νομοσχέδια για τη μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης, τα οποία άπτονται και θεμάτων γονικής μέριμνας, λέγοντας ότι ο Δικηγορικός Σύλλογος δεν έχει καταφέρει ακόμα να ετοιμάσει το σημείωμά του προς την Επιτροπή Νομικών, καθώς εντοπίζει αρκετά ζητήματα στα οποία θα πρέπει να εστιάσουν οι νομοθέτες.
Όταν η συζήτηση πέρασε στα υπό εξέταση νομοσχέδια, η Πρόεδρος της Επιτροπής, Ειρήνη Χαραλαμπίδου, υπέδειξε πως με την καθυστέρηση που παρατηρείται μένουν σε εκκρεμότητα και οι αδυναμίες που προκαλούν καθυστερήσεις και ταλαιπωρία στις υποθέσεις γονικής μέριμνας.
Πάντως, η Ανώτερη Λειτουργός του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Φαίδρα Γρηγορίου, ανέφερε στην Επιτροπή ότι τα τέσσερα τελευταία νομοσχέδια της μεταρρύθμισης άργησαν να κατατεθούν στη Βουλή, λόγω της καθυστέρησης στις συζητήσεις με τον Δικηγορικό Σύλλογο, πριν την διεξαγωγή εκλογών και τη σύσταση νέων επιτροπών του Συλλόγου. Κατ’ επέκταση, όπως είπε, καθυστέρησε και η κατάθεσή τους στην Επιτροπή Νομικών της Βουλής, ώστε να ενημερωθούν και τα μέρη που συμμετέχουν στη διαβούλευση. Εισηγήθηκε, δε, να προχωρήσει προς εξέταση και ψήφιση το νομοσχέδιο που αφορά σε θέματα γονικής αποξένωσης ανεξάρτητα από τα άλλα τρία κείμενα, χάριν επίσπευσης της διαδικασίας.
Στην ανάγκη για αλλαγές στη νομοθεσία αναφέρθηκε και η Πρόεδρος της Επιτροπής και Βουλευτής του ΑΚΕΛ, Ειρήνη Χαραλαμπίδου. Στις δηλώσεις της μετά τη συνεδρίαση είπε ότι θα πρέπει τάχιστα, είτε με νομοσχέδιο είτε με πρόταση νόμου, να γίνει υποχρεωτική η παρουσία του γονέα που προκαλεί την αποξένωση ενώπιον του γραφείου ευημερίας, ώστε να ολοκληρώνεται η έκθεση από τους λειτουργούς που χειρίζονται την υπόθεση και να προχωρά χωρίς καθυστερήσεις η εκδίκασή της.
Η κ. Χαραλαμπίδου υπερθεμάτισε, επίσης, της σύστασης πολυθεματικής ομάδας για τη διαχείριση αυτών των περιπτώσεων, σημειώνοντας ότι «ο συντονισμός των υπηρεσιών είναι υψίστης σημασίας για την αντιμετώπιση αυτού του θέματος». Υπογράμμισε, ακόμα, την ανάγκη ειδικής εκπαίδευσης όσων ασχολούνται με θέματα γονικής αποξένωσης, λέγοντας ότι «έχει ιδιαίτερες πτυχές οι οποίες θα πρέπει με πολύ επαγγελματισμό και επιστημονική προσέγγιση να αντιμετωπίζονται».
Ανέφερε ότι η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων θα καταθέσει την ερχόμενη Πέμπτη στην Ολομέλεια της Βουλής πρόταση νόμου, σύμφωνα με την οποία όταν εκδίδεται μονομερώς ένταλμα δικαστηρίου για να παραδίδονται στον ένα γονέα τα παιδιά των οποίων ο άλλος γονέας είναι αναγνωρισμένο θύμα βίας, να αναστέλλεται από την αστυνομία η εφαρμογή του του διατάγματος, ώστε να εκλείψει και το φαινόμενο παράδοσης διαταγμάτων στο καταφύγιο θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, κάτι το οποίο είχε καταγγείλει ο ΣΠΑΒΟ στην προηγούμενη συνεδρίαση της Επιτροπής.
Αυτεπάγγελτο θέμα με αφορμή την υπόθεση Θανάση Νικολάου στην Επιτροπή
Την πρόθεση της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να προχωρήσει σε επόμενη συνεδρίαση σε αυτεπάγγελτη εξέταση τον τρόπο που εφαρμόζονται οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) από την Κυπριακή Δημοκρατία, με αφορμή τις εξελίξεις στην υπόθεση δολοφονίας του εθνοφρουρού Θανάση Νικολάου, ανακοίνωσε η Πρόεδρος της Επιτροπής, Ειρήνη Χαραλαμπίδου.
«Λυπούμαι να παρατηρήσω, αλλά αυτό φάνηκε και μέσα από τις δηλώσεις της ίδιας της οικογένειας, ότι οι θεσμοί του κράτους με τον τρόπο που έχουν διαχειριστεί την υπόθεση μετά την έκδοση της απόφασης από το ΕΔΑΔ, έχουν χάσει την αξιοπιστία τους», ανέφερε σήμερα σε δηλώσεις της στους δημοσιογράφους η κ. Χαραλαμπίδου, η οποία έψεξε τον χειρισμό της υπόθεσης από τη νομική υπηρεσία. «Η νομική υπηρεσία επέμενε ότι πρόκειται για αυτοκτονία, επέμενε στους χειρισμούς που έκανε, οι οποίοι διαβρώνουν και προσβάλλουν το κράτος δικαίου», είπε.
Συνέχισε λέγοντας ότι θα πρέπει να γίνει εκ νέου έρευνα και είπε ότι υπάρχουν νομικές και πολιτικές ευθύνες. «Θα πρέπει να δούμε και την θεραπεία», είπε η κ. Χαραλαμπίδου, σημειώνοντας ότι «η θεραπεία έχει πολλά επίπεδα και κανένα από αυτά δεν θα ικανοποιήσει τη μητέρα, παρά μόνο η καταδίκη αυτών που δολοφόνησαν το παιδί της, αλλά και να βρεθούν αντιμέτωποι αυτοί οι οποίοι με τις λανθασμένες ενέργειες, τις πλημμελείς διερευνήσεις τους, τις λανθασμένες αποφάσεις και εκθέσεις τους, έγιναν η αιτία να ταλαιπωρηθεί τόσα χρόνια, αναζητώντας τη δικαίωση».
«Είδαμε την γύμνια του κράτους στα θέματα τα συγκεκριμένα», σημείωσε, προσθέτοντας ότι αυτό αναδεικνύει και την αναγκαιότητα για συζήτηση και αναθεώρηση του 113α του Συντάγματος. «Είναι η πρόταση νόμου που μαζί με συναδέλφους έχω καταθέσει προκειμένου πλέον να διαχωριστεί ο ρόλος του Εισαγγελέα του Συμβούλου του κράτους από τον κατήγορο», εξήγησε, αναφέροντας ότι «η νομική υπηρεσία μπορούσε να έχει διαχειριστεί πολύ διαφορετικά το θέμα στο δικαστήριο».
Κάνοντας λόγο για «εχθρική στάση» και «προσβλητικές αναφορές» από τη νομικής υπηρεσία κατά τον χειρισμό της υπόθεσης, κατέληξε ότι «είναι άξιο περιέργειας γιατί ακολούθησαν αυτή τη στρατηγική, με αποτέλεσμα σήμερα να μείνουν τόσον εκτεθειμένοι που να μην έχουν πλέον την αξιοπρέπεια οι ίδιοι να προχωρήσουν για την ουσιαστική έρευνα που αφορά στους δολοφόνους του Θανάση».