ΚΥΠΕ
Ομόφωνη απόφαση για αύξηση της ποινής φυλάκισης εναντίον του κατηγορουμένου που κρίθηκε ένοχος, μεταξύ άλλων, για αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης, από 4.5 σε 10 χρόνια, εξέδωσε το Ανώτατο Δικαστήριο, αποδεχόμενο την έφεση που καταχώρισε ο Γενικός Εισαγγελέας για ανεπαρκή ποινή φυλάκισης όπως αυτή επιβλήθηκε από το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας.
Ανακοίνωση της Νομικής Υπηρεσίας αναφέρει ότι το αδίκημα ήταν κατά παράβαση του Άρθρου 146Α του Ποινικού Κώδικά (σεξουαλική κακοποίηση διά διείσδυσης). Προστίθεται ότι το Ανώτατο Δικαστήριο στην απόφασή του, δεν παρέλειψε να επισημάνει σε σχέση με το αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης διά διείσδυσης, ότι το άρθρο 146Α προστέθηκε στον Ποινικό Κώδικα ως αναγνώριση ότι τέτοιας μορφής σεξουαλική κακοποίηση δεν τύγχανε προηγουμένως της σχετικής νομοθετικής ρύθμισης και αυστηρότητας.
«Η εν λόγω νομοθετική τροποποίηση, σύμφωνα με το Δικαστήριο, ‘έχει σκοπό την εισαγωγή αδικημάτων που κατηγοριοποιούν και διευρύνουν τον βιασμό σε συγκεκριμένες μορφές σεξουαλικών πράξεων, με διαφορετικούς τρόπους από την κλασσική έννοια και τον ορισμό που έχει το αδίκημα του βιασμού’».
Στην απόφαση του Ανωτάτου αναφέρεται επίσης ότι σε περιπτώσεις σεξουαλικών αδικημάτων, η νομολογία δεικνύει ότι πρέπει να επιβάλλονται αποτρεπτικές ποινές για σκοπούς καταστολής, ένεκα της ιδιαίτερης σοβαρότητάς τους ως εγκλημάτων, τα οποία όχι μόνο στρέφονται κατά των ηθών, αλλά και προσβάλλουν την προσωπικότητα του θύματος.
Προστίθεται στην ίδια απόφαση ότι η κατάσταση αυτή δημιουργεί υποχρέωση στα δικαστήρια για επιβολή ιδιαίτερα αποτρεπτικών και συνεπώς αυστηρών ποινών, με αποτέλεσμα οι προσωπικές περιστάσεις να είναι δευτερεύουσας και η εξατομίκευση της ποινής, όσο επιβεβλημένη κι αν είναι, να μην έχει αποφασιστικό ρόλο», αναφέρει το Ανώτατο Δικαστήριο.
Η ανακοίνωση καταλήγει αναφέροντας ότι εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα την υπόθεση χειρίστηκε η Λουΐζα Σίγαρ, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.