Kathimerini.gr
Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει ξεκινήσει αθόρυβα τις συνομιλίες με το Ιράν σε μια προσπάθεια να επιτύχει την απελευθέρωση Αμερικανών πολιτών που κρατούνται από την Τεχεράνη και να περιορίσει παράλληλα την ανάπτυξη του πυρηνικού προγράμματος της χώρας.
«Αναφορικά με το θέμα ανταλλαγής κρατουμένων με την Αμερική…οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται μέσω μεσολαβητών…εάν η άλλη πλευρά δείξει την ίδια σοβαρότητα και καλή θέληση, αυτό μπορεί να συμβεί στο άμεσο μέλλον», δήλωσε πρόσφατα ο εκπρόσωπος του ιρανικού υπουργείου Εξωτερικών, Νάσερ Καναάνι στην εβδομαδιαία συνέντευξη Τύπου.
Ένας από τους πολλούς Αμερικανούς που κρατούνται στο Ιράν είναι ο Σιαμάκ Ναμάζι, επιχειρηματίας με διπλή υπηκοότητα ΗΠΑ-Ιράν, που καταδικάστηκε το 2016 σε 10 χρόνια κάθειρξης για κατασκοπεία και συνεργασία με την αμερικανική κυβέρνηση.
Σύμφωνα με πηγές της Wall Street Journal, η Ουάσινγκτον ενέκρινε πληρωμές ύψους 2,7 δισεκατομμυρίων δολαρίων πρός από την ιρακινή κυβέρνηση για εξαγωγές προς τρίτες χώρες. Σημειώνεται ότι τα ιρανικά κρατικά κεφάλαια έχουν παγώσει σε τράπεζες της Νότιας Κορέας λόγω των αμερικανικών κυρώσεων. Επίσης η χώρα έχει δεσμευμένα κεφάλαια και σε τράπεζες της Κίνας, της Ινδίας και του Ιράκ, λόγω των ίδιων κυρώσεων. Πρόκειται για κινήσεις που έχουν κάνει οι τράπεζες των χωρών αυτών οι οποίες φοβούνται ή δεν θέλουν να διακινδυνεύσουν, οικονομικά αντίποινα από τις ΗΠΑ.
Όταν ανέλαβε τα καθήκοντα του ο πρόεδρος Μπάιντεν, υποσχέθηκε να αναβιώσει την συμφωνία που έθετε περιορισμούς στα πυρηνικά προγράμματα του Ιράν με αντάλλαγμα την άρση των οικονομικών κυρώσεων, πριν δηλώσει τον περασμένο Νοέμβριο ότι το ενδεχόμενο αυτό είναι ανέφικτο.
Το 2015 το Ιράν και έξι μεγάλες δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, υπέγραψαν το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (JCPOA), το οποίο έθεσε σημαντικούς περιορισμούς στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν με αντάλλαγμα την ελάφρυνση των κυρώσεων. Η Ουάσινγκτον αποσύρθηκε από τη συμφωνία το 2018 και ξεκίνησε μια εκστρατεία κυρώσεων «μέγιστης πίεσης» κατά της Ισλαμικής Δημοκρατίας.
Επειτα από μήνες συνομιλιών μεταξύ του Ιράν και -μετά ισχυρή ισραηλινή πίεση- οι ΗΠΑ έβαλαν τέλος σε κάθε ελπίδα αναβίωσης της συμφωνίας.
Η τελευταία προσπάθεια αποτελεί μια δύσκολη άσκηση εξισορρόπησης για τον Μπάιντεν δεδομένου ότι το «θερμόμετρο» με το Ιράν έχει ανέβει στα ύψη. Η Τεχεράνη έχει παράσχει μη επανδρωμένα αεροσκάφη στη Ρωσία στον πόλεμό με την Ουκρανία, έχει προωθήσει τον εμπλουτισμό ουρανίου και έχει καταλάβει πετρελαιοφόρα στον Περσικό Κόλπο.
Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν επιθυμεί οι διαπραγματεύσεις με το Ιράν να πάρουν ιδιαίτερη δημοσιότητα, καθώς πλησιάζει η προεκλογική περίοδος. Παράλληλα, μια μερίδα των Δημοκρατικών και οι Ρεπουμπλικάνοι στο Κογκρέσο αντιτίθενται σθεναρά σε οποιαδήποτε συμφωνία με την Τεχεράνη.
Αξίζει να σημειωθεί δε, ότι ακόμα και στο ενδεχόμενο μιας άτυπης συμφωνίας για τον περιορισμού του πυρηνικού του προγράμματος με αντάλλαγμα την άρση των κυρώσεων, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου θα αντισταθεί σθεναρά. Ο ίδιος δήλωσε σχετικά πρόσφατα ότι δεν θα δεσμευτεί σε καμία περίπτωση.
Από τότε που οι ΗΠΑ επέβαλαν εκ νέου κυρώσεις το 2018, το Ιράν έχει επεκτείνει το πυρηνικό του πρόγραμμα, διαθέτοντας εμπλουτισμένο ουράνιο για τουλάχιστον δύο πυρηνικά όπλα.
«Ορισμένες ενέργειες από το Ιράν θα μπορούσαν να μας οδηγήσουν σε μια πολύ, επικίνδυνη κατάσταση, και ο κόσμος το γνωρίζει αυτό, οπότε είμαστε σαφείς ότι θα πρέπει να αποφύγουν κλιμακούμενες ενέργειες για να αποφευχθεί μια κρίση», δήλωσε ανώτερος αξιωματούχος της κυβέρνησης Μπάιντεν. «Δεν είναι μυστικό ότι έχουμε επίσης παροτρύνει ταυτόχρονα το Ιράν να ακολουθήσει μια πορεία αποκλιμάκωσης μετά από αρκετούς μήνες αρνητικών εξελίξεων».
Στα τέλη του 2022, ο Αμερικανός απεσταλμένος για το Ιράν Ρόμπερτ Μάλεϊ συναντήθηκε στη Νέα Υόρκη με τον πρεσβευτή του Ιράν στα Ηνωμένα Έθνη, ξεκινώντας μια σειρά συναντήσεων που συνεχίστηκαν μέχρι τον Απρίλιο.
Τον Φεβρουάριο, τον Μάρτιο και τον Μάιο στην πρωτεύουσα του Ομάν, το Μουσκάτ, αξιωματούχοι του Ομάν μετέφεραν μηνύματα μεταξύ του ανώτερου συμβούλου του Λευκού Οίκου για τη Μέση Ανατολή Μπρετ ΜακΓκουρκ και του επικεφαλής διαπραγματευτή του Ιράν για τα πυρηνικά, Αλί Μπαγκερί-Κανί. Ο ΜακΓκουρκ ταξίδεψε επίσης στο Ομάν στα τέλη Μαΐου, σύμφωνα με διπλωμάτες, λίγο πριν ο κυβερνήτης του Ομάν Σουλτάνος Μπιν Ταρικ ταξιδέψει στην Τεχεράνη για να συναντηθεί με τον ανώτατο ηγέτη του Ιράν Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ.
«Ο πρωταρχικός στόχος είναι να αποτραπεί η περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης», δήλωσε ο Αλί Βεζ, διευθυντής του Iran Project στην Crisis Group, μια οργάνωση επίλυσης συγκρούσεων με έδρα την Ουάσινγκτον. «Εάν επέλθει μια παύση στο μέτωπο των πυρηνικών, θα μπορούσε να ανοίξει την πόρτα για περαιτέρω συζητήσεις».