THE NEW YORK TIMES
Το γεγονός ότι οι τουρκικές εκλογές οδηγήθηκαν για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας σε δεύτερο γύρο δείχνει πως ο Ερντογάν έχει αρχίσει να χάνει την απόλυτη κυριαρχία της εξουσίας. O πρόεδρος θα διεκδικήσει σήμερα μία ακόμη πενταετία στο τιμόνι της χώρας εν μέσω βαθιάς οικονομικής κρίσης, ύστερα από ένα φονικό σεισμό που στοίχισε τη ζωή δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων και στη σκιά σοβαρών κατηγοριών εις βάρος της κυβέρνησής του για διαφθορά και κατάχρηση εξουσίας.
Ωστόσο, ο Ερντογάν έχει διαχειριστεί στο παρελθόν πολλές και πιθανώς σοβαρότερες κρίσεις. Σε αυτές περιλαμβάνεται μία καταδίκη σε φυλάκιση, ένα αποτυχημένο πραξικόπημα και μια σειρά από μαζικές διαδηλώσεις. Από όλα αυτά όχι μόνο κατάφερε να βγει αλώβητος αλλά φαίνεται πως συχνά κατάφερε να βγει και κερδισμένος.
Το 1998, ο 44χρονος Ερντογάν, τότε δήμαρχος Κωνσταντινούπολης, ήταν ακόμη ένας ανερχόμενος σταρ του πολιτικού Ισλάμ. Τη χρονιά εκείνη ένα δικαστήριο τον είχε καταδικάσει σε φυλάκιση δέκα μηνών για παρακίνηση σε θρησκευτική βία και του είχε απαγορεύσει διά βίου την εμπλοκή στην πολιτική. Τρία χρόνια αργότερα, εκμεταλλευόμενος μία εθνική γενική αμνηστία δημιούργησε μαζί με άλλους ισλαμιστές ένα πολιτικό κόμμα το οποίο υποσχόταν καλύτερη διακυβέρνηση της χώρας. Τελικά κέρδισε τις εκλογές και έγινε πρωθυπουργός το 2003.
Έκτοτε έχει κυβερνήσει με θρησκευτική ευλάβεια στο εσωτερικό και με πραγματισμό στο εξωτερικό κερδίζοντας συμμάχους με το χάρισμά του και με τον πατριωτικό του ζήλο. Ήταν εκείνος που νομοθέτησε υπέρ του να μπορούν οι εργαζόμενες σε δημόσιες υπηρεσίες να φορούν μαντίλα, εκείνος που προώθησε την ανέγερση εκατοντάδων τζαμιών και ο άνθρωπος που διαπραγματεύτηκε με την Ευρώπη την είσοδο της Τουρκίας στην Ε.Ε. Από την άλλη κυνήγησε αντιφρονούντες καλλιτέχνες, δημοσιογράφους και πολιτικούς κλείνοντας κάποιους από αυτούς στη φυλακή στη βάση κατηγοριών που πολλοί έχουν χαρακτηρίσει ως ανυπόστατες.
Βίαιη καταστολή
Όλα αυτά δεν συνέβησαν ανώδυνα. Το 2013 ξέσπασαν μαζικές διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης με αφορμή τη δημιουργία ενός εμπορικού κέντρου στη θέση ενός μεγάλου πάρκου της Κωνσταντινούπολης. Τις διαδηλώσεις αυτές αναγκάστηκε να καταστείλει με χρήση ακραίας βίας και με εκατοντάδες φυλακίσεις. Το 2016, μία ομάδα στρατιωτικών και πολιτικών παραγόντων προσπάθησε να καταλάβει την εξουσία δημιουργώντας χάος στη χώρα. Τελικά ο Ερντογάν υπερίσχυσε. «Θα πληρώσουν ακριβά που πρόδωσαν την Τουρκία», είχε δηλώσει τότε. Η συνέχεια είναι περίπου η ίδια. Νέες διώξεις, αυστηροποίηση του ελέγχου στα ΜΜΕ και στο Ίντερνετ κι ακόμη πιο ελεγχόμενα πρόσωπα στις σημαντικές θεσμικές θέσεις – έκανε τον γαμπρό του υπουργό Οικονομικών.
Tώρα, με την κυβέρνησή του να επικρίνεται έντονα για την ανετοιμότητά της στους φονικούς σεισμούς και την καθυστερημένη αντίδρασή της σε αυτούς, και με την αξία του εθνικού νομίσματος να κατρακυλάει συνεχώς, ο Ερντογάν επιμένει στις μεγάλες δαπάνες και στη μείωση των επιτοκίων παρά τον πληθωρισμό, ο οποίος κάνει κάθε μέρα περισσότερους Τούρκους να αισθάνονται φτωχοί.
Σήμερα, περισσότεροι από 64 εκατομμύρια ψηφοφόροι καλούνται να επιστρέψουν στις κάλπες, έπειτα από ένα πολύ έντονο πολιτικά μεσοδιάστημα δύο εβδομάδων, με αποστολή να εκλέξουν τον ηγέτη που θα αναλάβει την προεδρία της Τουρκίας τα επόμενα πέντε χρόνια.
Υπενθυμίζεται ότι στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών πριν από δύο εβδομάδες, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έλαβε ποσοστό 49,5% και 27,1 εκατομμύρια ψήφους.
Ο προεδρικός υποψήφιος της αντιπολίτευσης, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, από την άλλη πλευρά, ήρθε δεύτερος με 44,9% και 24,6 εκατομμύρια ψήφους.
Ο τρίτος του πρώτου γύρου, Σινάν Ογάν (που ολοκλήρωσε την κούρσα με 5,2% και 2,8 εκατομμύρια ψήφους) έχει πια ανακοινώσει ότι στηρίζει τον Ερντογάν. Ένας από τους μέχρι πρότινος βασικούς υποστηρικτές της προεδρικής υποψηφιότητας του Ογάν ωστόσο, ο ηγέτης του κόμματος της Νίκης (Zafer) Ουμίτ Οζντάγ η παράταξη του οποίου έλαβε 1,2 εκατομμύρια ψήφους και ποσοστό 2,2% στις βουλευτικές εκλογές της 14ης Μαΐου, ανακοίνωσε ότι θα ψηφίσει Κιλιτσντάρογλου στον β΄ γύρο παίρνοντας έτσι θέση ενάντια στο δίδυμο Ερντογάν – Ογάν.
Οι περίπου 200.000 Σύροι της Τουρκίας που έχουν κατοχυρώσει δικαίωμα ψήφου ως Τούρκοι υπήκοοι πια έπειτα από χρόνια παραμονής στην Τουρκία, εκτιμάται ότι είναι πιο πιθανό να ψηφίσουν Ερντογάν.