Τα κενά ενός, κατά τα άλλα ρηξικέλευθου, νόμου στην Ισπανία, σύμφωνα με τον οποίο η σεξουαλική συνεύρεση χωρίς ρητή συναίνεση συνιστά βιασμό, απειλούν με διάλυση τον κεντροαριστερό συνασπισμό του Πέδρο Σάντσεθ.
Το νομοσχέδιο «μόνο το ναι σημαίνει ναι» – που είχε καταρτιστεί στον απόηχο ενός ομαδικού βιασμού που διαπράχθηκε το 2016 ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων στη χώρα – στοχεύει να διασφαλίσει τη συναίνεση ως σημαντικό παράγοντα χαρακτηρισμού ενός σεξουαλικού εγκλήματος.
Ωστόσο, ο νόμος είχε ένα απροσδόκητο αποτέλεσμα: Τη μείωση των ποινών εκατοντάδων καταδικασμένων για σεξουαλικά εγκλήματα και, σε κάποιες περιπτώσεις, την πρόωρη αποφυλάκισή τους.
Τι οδήγησε στη σύνταξη του νόμου;
Αυτός ο νόμος συντάχθηκε μετά τον ομαδικό βιασμό μιας 18χρονης γυναίκας από πέντε άτομα, κατά τη διάρκεια του περίφημου φεστιβάλ ταυροδρομιών του Σαν Φερμίν, το 2016.
Οι θύτες, που αυτοαποκαλούνταν «αγέλη των λύκων» και κατέγραψαν σε βίντεο τον βιασμό, καταδικάστηκαν για σεξουαλική κακοποίηση, αντί για βιασμό που επισύρει βαρύτερες ποινές, όταν το δικαστήριο αποφάσισε πως δεν μπορούσε να αποδειχτεί πως άσκησαν βία στο θύμα τους.
Η απόφαση αυτή προκάλεσε εθνική κατακραυγή και, υπό την πίεση της λαϊκής οργής, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέτρεψε, το 2019, την απόφαση, καταδικάζοντας τους πέντε για βιασμό και παρατείνοντας τις ποινές τους από εννέα σε δεκαπέντε χρόνια κάθειρξη.
Ήταν η υπόθεση αυτή που, σύμφωνα με τους Unidas Podemos, τον ακροαριστερό μικρότερο εταίρο στον κυβερνητικό συνασπισμό, πυροδότησε τη σύνταξη του νόμου περί σεξουαλικής συναίνεσης.
Τι ορίζει ο νόμος;
Γνωστός ως «sólo sí es sí» (μόνο το ναι σημαίνει ναι), ο νόμος υπερψηφίστηκε από την ισπανική βουλή τον Αύγουστο του 2022. Ουσιαστικά, διεύρυνε τον ορισμό της σεξουαλικής επίθεσης προσθέτοντας ότι το σεξ χωρίς ρητή συναίνεση, μπορεί να ισοδυναμεί με βιασμό, επισύροντας εξίσου σοβαρή ποινή.
Πριν την ψήφισή του, για να θεωρηθεί ένα σεξουαλικό έγκλημα βιασμός, ήταν απαραίτητη η απόδειξη άσκησης βίας ή εξαναγκασμού.
Βάσει του νέου νόμου, δημιουργήθηκε ωστόσο ένα «παραθυράκι» το οποίο αξιοποίησαν οι συνήγοροι υπεράσπισης εξασφαλίζοντας μειώσεις ποινών σε τουλάχιστον 700 περιπτώσεις, αλλά και την πρόωρη αποφυλάκιση 74 καταδικασμένων για σεξουαλικά εγκλήματα έως την 1η Μαρτίου.
Ποια αλλαγή προτείνεται;
Τον Φεβρουάριο, το Σοσιαλιστικό κόμμα του πρωθυπουργού Πέδρο Σάντσεθ εισήγαγε ρήτρα για την αύξηση σε έξι χρόνια της ελάχιστης ποινής κάθειρξης σε περιπτώσεις σεξουαλικών επιθέσεων αν το έγκλημα περιλαμβάνει βία ή εκφοβισμό.
Ωστόσο, οι Podemos, υποστηρίζοντας πως η προϋπόθεση αυτή αποδυναμώνει τον νόμο και μεταφέρει το βάρος της απόδειξης στα θύματα, αρνήθηκαν να στηρίξουν τη ρήτρα, χωρίς περαιτέρω εναλλακτική πρόταση.
Παρόλα αυτά, ο Σάντσεθ κατάφερε να το περάσει σε μια πρώτη ψηφοφορία στις 7 Μαρτίου, με τη στήριξη του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος, της μείζονος αντιπολίτευσης.
Ποιες είναι οι πολιτικές συνέπειες;
Η εξέλιξη αυτή προκάλεσε σοβαρή ρήξη μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων, με τους Σοσιαλιστές από τη μια πλευρά και τους Podemos από την άλλη να ανταλλάσσουν κατηγορίες στο κοινοβούλιο, στη μεγαλύτερη κρίση του συνασπισμού από τη στιγμή της συγκρότησής του το 2020.
Η ρήξη αυτή μπορεί να προλειάνει το δρόμο για ένα «κυβερνητικό διαζύγιο» καθώς, εν όψει των περιφερειακών εκλογών τον Μάιο και αργότερα των εθνικών, και τα δύο κόμματα προσπαθούν να ενισχύσουν τη βάση ψηφοφόρων τους.
Ο Σάντσεθ διεμήνυσε πως, παρά τις εντάσεις, έχει στόχο να κρατήσει ενωμένο τον συνασπισμό έως το τέλος της θητείας του. Ωστόσο, η διχασμένη Αριστερά δεν αποκλείεται να διευκολύνει τους συντηρητικούς να επιστρέψουν στην εξουσία.
Πηγή: Bloomberg