ΠΗΓΗ: Reuters
Την ώρα που ο πόλεμος πνίγει την Ευρώπη, μια μικρή χώρα «σφηνωμένη» κάτω από τη Ρωσία, καταγράφει ένα απροσδόκητο οικονομικό άλμα. Η Γεωργία βρίσκεται σε τροχιά να γίνει μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες του πλανήτη και η βασική αιτία είναι η εισροή πάνω από 100.000 Ρώσων στην επικράτειά της, από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, τον περασμένο Φεβρουάριο, αλλά και μετά την επιστράτευση που ανακοίνωσε ο Πούτιν προ μηνών. Δύο γεγονότα που έστρεψαν χιλιάδες Ρώσους προς τη γειτονική χώρα.
Ενώ, λοιπόν, ο πλανήτης βρίσκεται αντιμέτωπος με το φάσμα της ύφεσης, η Γεωργία των 3,7 εκατ. κατοίκων αναμένεται να καταγράψει ένα τεράστιο αναπτυξιακό άλμα της τάξης του 10% για το 2022, οδηγούμενο, κυρίως από τους δείκτες της κατανάλωσης. Επίδοση, η οποία ωθεί τη μικρή αυτή οικονομία των 19 δισ. δολαρίων στο να ξεπεράσει αναδυόμενες οικονομίες όπως το Βιετνάμ, αλλά και εξαγωγείς πετρελαίου όπως το Κουβέιτ.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, τουλάχιστον 112.000 Ρώσοι έχουν μεταναστεύσει εντός του έτους. Το πρώτο κύμα, όταν ξεκίνησε η εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία, αριθμούσε περίπου 43.000 πολίτες, ενώ η μετακίνηση γιγαντώθηκε με την επιστράτευση του Κρεμλίνου τον περασμένο Σεπτέμβριο.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, τουλάχιστον 112.000 Ρώσοι έχουν μεταναστεύσει εντός του έτους.
Η οικονομική άνθηση της Γεωργίας – είτε αποδειχθεί βραχύβια, είτε όχι – έχει… μπερδέψει πολλούς ειδικούς που έβλεπαν αρχικά οδυνηρές συνέπειες από τον πόλεμο για την πρώην Σοβιετική Δημοκρατία. Και αυτό γιατί οικονομικά είναι παραδοσιακά συνδεδεμένη στενά με τη Ρωσία, μέσω εξαγωγών και τουριστών.
Ενδεικτικά, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD), για παράδειγμα, προέβλεπε τον Μάρτιο πως η σύγκρουση στην Ουκρανία θα προκαλούσε σημαντικό πλήγμα στη γεωργιανή οικονομία. Ομοίως, η Παγκόσμια Τράπεζα προέβλεπε τον Απρίλιο ότι η ανάπτυξη της χώρας για το 2022 θα μειωθεί στο 2,5% από το αρχικό 5,5%. Εκτιμήσεις οι οποίες διαψεύδονται στην πράξη.
Στη Γεωργία με 1 δισ.
Η ίδια η Γεωργία είχε εμπλακεί σε έναν σύντομο πόλεμο με τη Ρωσία το 2008. Ωστόσο, τώρα η οικονομία της χώρας απολαμβάνει τα οφέλη της γειτνίασης με μια μεγάλη δύναμη – με την οποία μοιράζεται συνοριακό πέρασμα – αλλά και της φιλελεύθερης μεταναστευτικής πολιτικής, που επέτρεψε στους Ρώσους να ζουν, να δουλεύουν και να στήνουν επιχειρήσεις στα εδάφη της χωρίς να απαιτείται βίζα.
Ο σημαντικότερος, όμως, παράγοντας είναι ότι οι Ρώσοι που μεταναστεύουν στη χώρα, συνοδεύονται συνήθως από πακτωλό χρημάτων. Τα στοιχεία είναι εντυπωσιακά. Μεταξύ Απριλίου και Σεπτεμβρίου οι Ρώσοι μετέφεραν πάνω από 1 δισ. δολάρια στη Γεωργία. Πρόκειται για αριθμό πενταπλάσιο του αντίστοιχου του 2021, σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα της χώρας. Οι εισροές αυτές ώθησαν το εγχώριο νόμισμα στα καλύτερα επίπεδα της τελευταίες τριετίας.
Σχεδόν οι μισοί Ρώσοι που έχουν μεταναστεύσει στη Γεωργία προέρχονται από τον τεχνολογικό κλάδο. «Πρόκειται για άτομα υψηλού επιπέδου, πλούσιους… που έρχονται στη Γεωργία με επιχειρηματικές ιδέες και αυξάνουν δραστικά την κατανάλωση», λέει στο Reuters ο Davit Keshelava, ερευνητής στο Πανεπιστήμιο της Τιφλίδας. «Περιμέναμε ότι ο πόλεμος θα είχε αρνητικές επιπτώσεις. Αλλά τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά», προσθέτει ο ίδιος.
Σχεδόν οι μισοί Ρώσοι που έχουν μεταναστεύσει στη Γεωργία προέρχονται από τον τεχνολογικό κλάδο.
Στεγαστική κρίση
Ο αντίκτυπος των παραπάνω δεν είναι πιο εμφατικός πουθενά άλλου, όσο στην πρωτεύουσα της Γεωργίας, την Τιφλίδα και συγκεκριμένα στον στεγαστικό τομέα, όπου, ωστόσο, η ζήτηση για ενοικίαση σπιτιών είναι εκρηκτική και έχει προκαλέσει εντάσεις.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας, οι αυξήσεις των ενοικίων αγγίζουν ακόμη και το 75% στην πόλη. Ως αποτέλεσμα, χαμηλόμισθοι και φοιτητές βρίσκονται στο επίκεντρο αυτού που αποκαλείται από αρκετούς ως μεγάλη στεγαστική κρίση.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η 19χρονη Γεωργιανή Νάνα Σόνια. Όπως αναφέρει στο Reuters, είχε συμφωνήσει για ενοικίαση διαμερίσματος έναντι 150 δολαρίων τον μήνα, λίγο πριν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Τον Ιούλιο, ο ιδιοκτήτης την έδιωξε από το σπίτι και μετακόμισε σε μια υποβαθμισμένη περιοχή. Υπάρχουν αρκετές ανάλογες μαρτυρίες που περιγράφουν το πρόβλημα, το οποίο έχει κοινό παρονομαστή: πολλοί ιδιοκτήτες αναγκάζουν τους ντόπιους να φύγουν από τα σπίτια τους, απλώς γιατί οι Ρώσοι είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν πολύ περισσότερα. Σύμφωνα με το πανεπιστήμιο της Τιφλίδας, μάλιστα, δεν είναι λίγοι οι σπουδαστές που αναγκάζονται να «παγώσουν» τις σπουδές τους, καθώς αδυνατούν να βρουν σπίτι που να μπορούν να πληρώσουν.
Το νόμισμα της μαζικής αυτής ρωσικής μετανάστευσης έχει δύο όψεις. Από τη μία, οι αφίξεις γεμίζουν κενά στην οικονομία της Γεωργίας. «Είναι νέοι, με υψηλού επιπέδου εκπαίδευση στην τεχνολογία και για εμάς, αλλά και άλλες επιχειρήσεις, πρόκειται για μια μεγάλη ευκαιρία», λέει ο επικεφαλής της τράπεζας TBC. «Μια μεγάλη πρόκληση για εμάς είναι η τεχνολογία. Και δυστυχώς έχουμε να ανταγωνιστούμε μεγάλες εταιρείες από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Οπότε, για μια… γρήγορη νίκη, οι μετανάστες από τη Ρωσία αλλάζουν το παιχνίδι για εμάς».
Ο φόβος της «φούσκας»
Ωστόσο, από την άλλη πλευρά, οικονομολόγοι και επιχειρήσεις παραμένουν ανήσυχοι για τις μακροπρόθεσμες συνέπειες: τι θα γίνει όταν ο πόλεμος τελειώσει και οι Ρώσοι επιστρέψουν στη χώρα τους; «Δεν χτίζουμε το μέλλον μας βασιζόμενοι σε αυτούς που έρχονται στη χώρα για λίγο», λέει στο Reuters o CEO μιας από τις μεγαλύτερες εταιρείες στον τομέα του real estate.
Όπως εξηγεί, ακόμη και με τις τιμές των ενοικίων να αυξάνονται, οι αναπτυξιακές εταιρείες δεν επιθυμούν να υπερεπενδύσουν στην αγορά κατοικίας, ειδικά με τις τιμές για υλικά και εξοπλισμό να αυξάνονται. Ενώ, λοιπόν, οι ιδιοκτήτες σπιτιών εξαργυρώνουν τα φουσκωμένα ενοίκια, τα περιθώρια κέρδους για τις πωλήσεις διαμερισμάτων στην πραγματικότητα δεν έχουν αλλάξει παρά ελάχιστα.
Οι οικονομολόγοι προειδοποιούν επίσης ότι η αναπτυξιακή «έκρηξη» δεν θα διαρκέσει, παροτρύνοντας την κυβέρνηση να αδράξει τα υγιή φορολογικά έσοδα για να αποπληρώσει το χρέος και να δημιουργήσει αποθέματα ξένου συναλλάγματος, όσο… προλαβαίνει.
«Πρέπει να καταλάβουμε ότι όλοι αυτοί οι παράγοντες που οδηγούν την ανάπτυξη έχουν ημερομηνία λήξης και δεν εγγυώνται μια βιώσιμη συνέχεια τα επόμενα χρόνια. Χρειάζεται προσοχή», προειδοποιεί αξιωματούχος της EBRD. «Η αβεβαιότητα παραμένει και η κρίση μπορεί να προσπέρασε, αλλά είναι πιθανό να χτυπήσει τη χώρα με καθυστέρηση».