Γιάννης Παπαδόπουλος
Δεν περίμεναν μόνο τη χθεσινή πρωτόδικη απόφαση για να κλονιστεί η εμπιστοσύνη τους στο κράτος και τους θεσμούς. Από την 23η Ιουλίου 2018 και έκτοτε, επιζήσαντες, εγκαυματίες και συγγενείς θυμάτων της πολύνεκρης πυρκαγιάς στην Ανατολική Αττική έχουν μια κοινή συνισταμένη στις μαρτυρίες τους, μια αίσθηση αδικίας, μια οργή που είναι δύσκολο να ξεθυμάνει. Προσδοκίες υπήρξαν όλα αυτά τα χρόνια. Δεν περίμεναν ότι ένα δικαστήριο θα επούλωνε το τραύμα τους, αλλά αρκετοί ήλπιζαν ότι ο κρατικός μηχανισμός θα μπορούσε να διδαχθεί από τα λάθη του, ότι θα γινόταν ανάληψη ή επιμερισμός ευθυνών. Για ακόμη μια φορά, όμως, διαψεύστηκαν.
«Η πιο δύσκολη στιγμή για μένα ήταν όταν σήκωσαν τον έρωτα της ζωής μου μέσα από το σπίτι, από το σημείο που τους υπέδειξα», λέει στην «Κ» ο Γιώργος Καΐρης, ανατρέχοντας έξι χρόνια πίσω όταν έχασε τη σύζυγό του στην πυρκαγιά. «Η δικαστική διαδικασία ήταν μια κωμωδία, ποιος μπορεί να έχει εμπιστοσύνη; Περίμενα πλέον ότι αυτό θα ήταν το αποτέλεσμα, αλλά πίστευα ότι το δικαστήριο θα ακολουθούσε τη γραμμή του εισαγγελέα και δεν θα αθώωνε και άλλους τρεις».
Τον περασμένο Φεβρουάριο ο εισαγγελέας του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών πρότεινε να καταδικαστούν εννέα εκ των 21 κατηγορουμένων για τη φωτιά στο Μάτι, που στοίχισε τη ζωή σε 104 ανθρώπους (οι πυρόπληκτοι περιλαμβάνουν στα θύματα και άλλα δύο άτομα που πέθαναν μετά τη σύνταξη του κατηγορητηρίου). Χθες το δικαστήριο έκρινε ενόχους έξι κατηγορουμένους, αφήνοντας όμως εκτός κάδρου ευθυνών όλα τα στελέχη της τοπικής αυτοδιοίκησης. Σε πέντε στελέχη της Πυροσβεστικής επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης έως 111 ετών, εκ των οποίων όμως εκτιτέα είναι τα πέντε. Ολες οι ποινές είναι εξαγοράσιμες.
«Νιώθω αφελής που πίστεψα ότι υπήρχε μια μικρή πιθανότητα κάτι να άλλαζε μέχρι το τέλος», λέει στην «Κ» η 27χρονη επιζήσασα Αφροδίτη Χατζηαναστασιάδη. «Αυτή η απόφαση επιβεβαιώνει ότι είμαστε όλοι αναλώσιμοι, ότι 104 νεκροί είναι μια “διαχειρίσιμη ζημιά”». «Ηθελα να νιώθουν τα παιδιά μου πιο ασφαλή, αλλά με αυτή την απόφαση επιβραβεύτηκε η μη ανάληψη ευθύνης», συμπληρώνει η μητέρα της Κατερίνα Μαλά.
Δεν αρκεί, όμως, μόνο η χθεσινή πρωτόδικη απόφαση για να εξηγήσει πώς αισθάνονται οι πυρόπληκτοι του Ματιού. Σε όλη αυτή τη διαδρομή υπήρξαν κι άλλες ματαιώσεις. Είχε προηγηθεί η μακρά διελκυστίνδα για το εάν οι κατηγορούμενοι θα παραπεμφθούν για κακουργήματα ή για πλημμελήματα. Μέχρι την τελευταία στιγμή, ακόμη και κατά την εισαγγελική πρόταση, ορισμένοι περίμεναν μάταια να ακούσουν ότι θα αναβαθμιστεί το κατηγορητήριο.
Στα τέλη Οκτωβρίου 2022, στο ξεκίνημα της δίκης, οι πυρόπληκτοι ένιωσαν ξανά την απουσία της κρατικής μέριμνας. Παρότι είχαν μεσολαβήσει τέσσερα χρόνια από τη φονική πυρκαγιά, δεν υπήρξε καμία οργάνωση ούτε στο χωροταξικό σκέλος. Η αίθουσα που είχε επιλεγεί αρχικά στα δικαστήρια της Ευελπίδων ήταν παντελώς ακατάλληλη. Δεν χωρούσε τους πολυάριθμους κατηγορουμένους ούτε τους συνηγόρους τους, τα μικρόφωνα δεν δούλευαν, δικηγόροι δεν μπορούσαν να μπουν στην αίθουσα και προσπαθούσαν να ακούσουν από τα παράθυρα. «Δεν σεβάστηκαν ούτε τους μάρτυρες ούτε τους εγκαυματίες. Προσπαθούν να θίξουν την αξιοπρέπειά μας, να υποβαθμίσουν το γεγονός;», είχε δηλώσει τότε στην «Κ» ο κ. Καΐρης. Τελικά η δίκη μεταφέρθηκε στην αίθουσα τελετών του Εφετείου.
Τον Δεκέμβριο του 2022, όσο οι μάρτυρες περιέγραφαν τις εφιαλτικές στιγμές στην ποινική δίκη, στα διοικητικά δικαστήρια εκπρόσωποι του Δημοσίου προσπαθούσαν να επιρρίψουν την ευθύνη στους εγκαυματίες. Προκειμένου να αντικρούσουν αγωγές για αποζημιώσεις, νομικοί σύμβουλοι του Δημοσίου ζητούσαν να αναγνωριστεί συνυπαιτιότητα των εναγόντων κατά 99%. Δεν παραδέχονταν παραλείψεις ή λάθη της αστυνομίας στη ρύθμιση της κίνησης των οχημάτων και υποστήριζαν ότι τα θύματα «εισήλθαν στην καιόμενη περιοχή με δική τους ευθύνη». Και η Πυροσβεστική είχε ζητήσει σε δικό της υπόμνημα να αναγνωριστεί συντρέχον πταίσμα των εναγόντων κατά 95% – μια ένσταση που προβλέπεται από τον Αστικό Κώδικα, αλλά συνήθως χρησιμοποιείται από τους δικηγόρους σε τροχαία ατυχήματα ή εργατικές υποθέσεις, όχι σε μια πυρκαγιά με δεκάδες νεκρούς.
«Το περίμενα», λέει για το αποτέλεσμα της δίκης ο Αρης Χερουβείμ, ο οποίος έχασε στη φωτιά τη μητέρα, την αδερφή του και τις δίδυμες ανιψιές του. «Οταν έχεις παρακολουθήσει όλες τις συνεδριάσεις, το αντιλαμβάνεσαι. Η απογοήτευση για εμένα ερχόταν κάθε ημέρα που ήμουν στο δικαστήριο». Οπως τονίζει πάντως ο ίδιος, η ενοχή έξι εκ των κατηγορουμένων, ανεξαρτήτως των ποινών, αποτελεί μια απόδειξη «ότι κάποιος έφταιγε, όχι τα “αδιέξοδα ή ο κακός καιρός”».
«Μέχρι την τελευταία στιγμή έχεις πάντα την ελπίδα ότι κάτι μπορεί να αλλάξει», λέει ο Γιάννης Οικονομίδης, του οποίου το σπίτι καταστράφηκε από τη φωτιά. «Πάντως, όσο ρεαλιστής κι αν είσαι, όσο αναμενόμενο κι αν ήταν αυτό που ακούσαμε, όταν αντιλαμβάνεσαι πόσο διεκπεραιωτική ήταν η δικαστική διαδικασία σοκάρεσαι και απογοητεύεσαι».
Οπως και άλλοι πυρόπληκτοι, τονίζει ότι τόσο το λιμενικό όσο και η αστυνομία από την πρώτη στιγμή δεν εντάχθηκαν στο κατηγορητήριο, παρά τις παραλείψεις και τα λάθη τους εκείνη την ημέρα, που οδήγησαν ανθρώπους στον θάνατο. Αυτές οι ευθύνες επισημάνθηκαν από τους μάρτυρες, φάνηκε να αναγνωρίζονται και από παράγοντες της δίκης, αλλά δεν ήταν εξαρχής αντικείμενο του κατηγορητηρίου. «Αυτό που συνέβη στο Μάτι δεν αφορά μόνο μια τοπική κοινωνία. Πρέπει κάθε πολίτης να αντιληφθεί ότι αφορά και εκείνον, το μέλλον των παιδιών του», επισημαίνει ο κ. Οικονομίδης.
«Με όσα ακούστηκαν όλο αυτόν τον καιρό στην αίθουσα περίμενα ότι θα υπήρχε πραγματική απονομή δικαιοσύνης», λέει ο Νίκος Γιαννόπουλος, ο οποίος έχασε τη μητέρα του στην πυρκαγιά. «Πώς μπορεί κάποιος να αποκαλεί το Μάτι τη μεγαλύτερη εθνική τραγωδία εν καιρώ ειρήνης και να είναι αυτό το αποτέλεσμα; Η απόφαση είναι ντροπιαστική».