Το 2024 βρίσκει την Ελλάδα προ των πυλών μιας μεγάλης μεταρρύθμισης. Μιας τέτοιας που δύναται να επιτρέπει για πρώτη φορά στη χώρα την ίδρυση Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Ανώτερων Ιδρυμάτων.
Η Ελλάδα, περίφημη για το αναχρονιστικό της σύστημα, δεν θα μπορούσε εύκολα και με συνοπτικές διαδικασίες να «περάσει» ένα τόσο κρίσιμο νομοσχέδιο από τη Βουλή. Φρόντισε το Σύνταγμα του 75’, σαν από μηχανής Θεός για τους πολέμιους του νομοσχεδίου, να βάλει ένα μικρό, προσωρινό τροχοπέδη στην όλη διαδικασία. Συνταγματικά άρθρα (16 και 28), αναθεωρήσεις, παρακάμψεις, απόλυτες πλειοψηφίες και άλλοι νομικοί όροι δεν θα απασχολήσουν τον γράφοντα. Το παρόν άρθρο δεν θα κάνει νομική ανάλυση επί Συνταγματικού δικαίου· θα κινηθεί σε άλλη κατεύθυνση προσπαθώντας να εξηγήσει, ίσως και να γκρεμισει τη συλλογιστική πορεία την οποία ο Έλληνας ενστικτωδώς αναπτύσσει για να εναντιωθεί στο νομοσχέδιο, και γενικά στη φιλοσοφία πίσω από την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων.
Εξαίρεση στον κανόνα, ή αναπόφευκτο αποτέλεσμα της νοοτροπίας μας; Η παθιασμένη με την κρατική ιδιοκτησία Ελλάδα, δεν θα μπορούσε να φανταστεί ποτέ τον εαυτό της να υποδέχεται ξένα πετυχημένα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Τυχόν εφαρμογή του νομοσχεδίου θα γίνει φάρος στη νεότερη Ελληνική ιστορία, και θα μεταλλάξει ολόκληρη την μέχρι σήμερα κοσμοθεωρία της ελληνικής κοινωνίας για την Παιδεία.
Σωρεία επιχειρημάτων ένθεν και ένθεν εμπλουτίζουν τις συζητήσεις, μεταξύ φοιτητών, καθηγητών και της ευρύτερης ελληνικής κοινωνίας. Της κοινωνίας που σκλαβώθηκε αέναα στον ατέρμονο κρατισμό, που εν τη γενέσει της τον αφομοιώνει ως κουλτούρα. Ξέρει καλά, και δεν το παραδέχεται, ότι είναι ο ίδιος που την έχει πλήξει οικονομικά και εν προκειμένω, εκπαιδευτικά. Ποτέ δεν αμφισβητήθηκε το μονοπώλιο της Ανώτερης Δημόσιας Παιδείας, ποτέ και από κανέναν δεν κρίθηκε. Γι’ αυτό, η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων ακόμα και οι συζητήσεις περί τούτων, φοβίζουν τον κλυδωνιζόμενο Έλληνα, διότι αγγίζουν μια αρτηρία κεκτημένη στο καρδιαγγειακό σύστημα της ελληνικής κοινωνίας.
Ξεκινώ μια λογική σειρά σκέψεων πίσω από την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Na ρωτάμε, γιατί ή γιατί όχι; Αρχικά, η Ελλάδα αποτελεί χώρα οικονομικά ελεύθερη, ευρωπαϊκή, δημοκρατική. Τούτο επιτρέπει σε μια οποιαδήποτε εταιρία, όμιλο, ίδρυμα, επιχείρηση, να εδραιωθεί σε τούτη τη χώρα, χωρίς περιορισμούς και εμπόδια. Ακόμη και στον τομέα της εκπαίδευσης ισχύει αυτό. Υπάρχει προφανώς ο έλεγχος και η εποπτεία από κρατικούς φορείς, παρά ταύτα, ιδιωτικές εκπαιδευτικές επιχειρήσεις και ιδρύματα ζουν, βασιλεύουν και πετυχαίνουν στην Ελλάδα εδώ και πολλά χρόνια εξάγοντας φοβερά μυαλά. Ισχύει παραδόξως το παράδειγμα ότι, στην ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ Δευτεροβάθμια εκπαίδευση, επιτρέπονται τα ιδιωτικά Γυμνάσια/Λύκεια, αλλά στην ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΗ Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, τα αντίστοιχα απαγορεύονται!
Όταν η ανώτερη εκπαίδευση ενταχθεί στην ελεύθερη αγορά, η πρώτη παρατήρηση που θα κάνει αίσθηση, θα είναι στον τρόπο σκέψης των νέων κατά την επιλογή σπουδής. Σαφώς δεν θα λυθεί την επόμενη μέρα το brain drain ούτε θα κατακλύσουν την Ελλάδα ξένοι φοιτητές. Όμως, μια τέτοια κίνηση θα βάλει σε δεύτερες σκέψεις τον Έλληνα φοιτητή της Αγγλίας, της Βουλγαρίας, της Κύπρου, της Ολλανδίας. Σύμφωνα με τα όσα έχουν ειπωθεί, θα υπάρχει ποικιλία ανά σπουδή, αφού πέραν της ύπαρξης της σαν δημόσια, θα συζούν στην Ελλάδα και οι αντίστοιχες ιδιωτικές. Δεδομένου τούτου, επαγγέλματα θα πληθύνουν και οι ευκαιρίες θα πολλαπλασιαστούν, δίνοντας έτσι την σκυτάλη στους νέους να επιλέξουν αυτό που αγαπούν. Επί της ουσίας, αν ένα παιδί δεν πετύχει τον βαθμό εισαγωγής στη σχολή της επιθυμίας του στο δημόσιο πανεπιστήμιο, θα έχει την δυνατότητα να επιλέξει μια αντίστοιχη σχολή σε ένα ιδιωτικό ίδρυμα. Στο επιχείρημα ότι το επίπεδο θα πέσει, απαντά η λογική ότι το ιδιωτικό πανεπιστήμιο, ως οικονομική επιχείρηση, έχει την ανάγκη πρώτα να επιβιώσει, και ύστερα να πετύχει· άρα δεν θα αφήσει να ζουν στο πανεπιστήμιο του αιώνιοι φοιτητές, πόσο μάλλον κακοί φοιτητές.
Στο κεφάλαιο οικονομία και ανταγωνισμός, επιχειρήματα ακούστηκαν πολλά. Τα οικονομικά δεν είναι πολιτική αλλά λογική. Η άφιξη ξένων παραρτημάτων εκπαίδευσης στην Ελλάδα, φέρνει μαζί της μια τρομερή ανάπτυξη στην οικονομία μα και στην ποιότητα εκπαίδευσης. Καλώς ή κακώς ζούμε στον κόσμο του χρήματος, αν για παράδειγμα 10 εκατομμύρια ευρώ φτιάχνουν ένα ποιοτικό πανεπιστήμιο, τα 20 φτιάχνουν ένα ποιοτικότερο. Ταυτόχρονα, με την δημιουργία των παραρτημάτων αυτών, νέες θέσεις εργασίας θα ανοίξουν, για καθηγητές, γραμματείς, επιστάτες κ.ο.κ. Οι νέες, πρόσθετες πανεπιστημιακές κοινότητες, από τον μικρότερο φοιτητή μέχρι τον γηραιότερο καθηγητή, θα συμβάλουν με χρήμα στην οικονομία. Σε ότι αφορά τον ανταγωνισμό, ο νόμος προσφοράς-ζήτησης εύκολα θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν γυαλιά μυωπίας σε όσους δε βλέπουν την πραγματικότητα. Περισσότερες σχολές σημαίνουν χαμηλότερα δίδακτρα. Με τη σειρά τους τα χαμηλότερα δίδακτρα σημαίνουν ευκολότερη προσβασιμότητα και όχι αποκλειστικότητα για τους λίγους.
Ας μιλήσουμε όμως και την ξύλινη γλώσσα της πραγματικότητας. Τα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια, έχουν αλλοιωθεί στον μέγιστο βαθμό. Η Ελλάδα, η μητέρα των επιστημόνων, των καλλιτεχνών, των φιλόσοφων, των μηχανικών, ποιείται την νήσσαν και προσπαθεί να αποποιηθεί των σοβαρών ευθυνών που την έχουν φέρει αντιμέτωπη με τη σημερινή κατάντια! Τα ελληνικά πανεπιστήμια και πόσο μάλλον ο χρηματοδότης τους το κράτος, έχουν χρέος να σταθούν στο ύψος τους. Αν μια φορά θα εποπτεύεται και θα ελέγχεται το ιδιωτικό πανεπιστήμιο, το δημόσιο θα πρέπει δέκα. Ας αποτελέσει η εισαγωγή τούτων των ξένων ιδρυμάτων αφορμή και συνάμα παράδειγμα για τα Δημόσια Ιδρύματα, καθρέφτης σωστής και επαγγελματικής λειτουργίας ενός εκπαιδευτικού συνόλου.
Η ανομία στις δημόσιες σχολές και τα ανώμαλα κεκτημένα των πανεπιστημιακών κοινοτήτων κρατούν την Ελλάδα και την Παιδεία της στάσιμη. Το κράτος πρέπει να βάλει βαθειά το χέρι στα ταμεία, γιατί με την μεταρρύθμιση τούτη θα εκτεθεί. Όταν ο πολίτης και πόσο μάλλον ο φοιτητής θα συγκρίνει μια δημόσια σχολή με την αντίστοιχη ιδιωτική, θα φανεί αληθινά η διάβρωση που έχει υποστεί η Δημόσια Τριτοβάθμια Παιδεία στη χώρα. Πρέπει τούτο να αλλάξει και προφανώς η μη ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων δεν είναι λύση. Τουναντίον, απλά θα συντηρήσει το χαμηλού επιπέδου μονοπώλιο στο εγχώριο. Και όσοι σέβονται τον εαυτό τους και μπορούν, θα ξενιτεύονται. Τα δημόσια πανεπιστήμια, αφενός μεν πρέπει να κρατήσουν τον ανθρωποκεντρικό τους χαρακτήρα σαν ασπίδα προστασίας της ελεύθερης και δωρεάν φύσης τους, αφετέρου δε μέσω μιας στρατηγικής μακροπρόθεσμης να επανέλθουν στον πήχη που τους αρμόζει.
Ως φοιτητής του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, παρατηρώ τη σημερινή κατάσταση με πολλή προβληματισμό, αγωνία και μερικές στιγμές οργή. Το αν μη τι άλλο «casus belli» των φοιτητών και λοιπών προς το κράτος, ήρθε να ενισχύσει την άποψη ότι το Δημόσιο Πανεπιστήμιο έχει αφεθεί σε ένα έλεος, με τους κύριους συντελεστές να νίπτουν τας χείρας τους. Στιγματισμένη στο νου μου θα μείνει η παρέμβαση φοιτητή στη Γ.Σ. της Σχολής μου την περασμένη Τρίτη (16/01/24), που δήλωσε ότι «Οι γονείς μας, μας έστειλαν εδώ για να σπουδάσουμε και το καλοκαίρι θα πάμε πίσω να δουλέψουμε για να τους στηρίξουμε. Με τις καταλήψεις και την αναβολή της εξεταστικής, χάνεται το μισό καλοκαίρι, και άρα ούτε θα πάμε πίσω στην οικογένεια μας, ούτε θα μπορέσουμε να την στηρίξουμε...».
Καταλήγω, με την ελπίδα ότι η ίδρυση ιδιωτικών Ιδρυμάτων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, θα αποτελέσει ιστορική στιγμή και θεμέλιο λίθο μιας εκπαιδευτικά νέας Ελλάδας, με αμφότερα τα Δημόσια και Ιδιωτικά Ιδρύματα να συμβάλλουν σε τούτο το έργο. Η Ελλάδα πάντοτε αποτελούσε εργοστάσιο γνώσης και μάθησης, και αυτός οφείλει να είναι ο πήχης της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια έρχονται για να εμπλουτίσουν και όχι να βλάψουν την Ανώτερη Εκπαίδευση, όμως δεν θα φέρουν μόνα τους την άνοιξη. Κρούουν τον κώδωνα της επαγρύπνησης και την ανάγκη μετάβασης από το σημερινό στάτους κβο, για να παραμείνει βιώσιμη και αξιοπρεπής η Ανώτερη Εκπαίδευση στην Ελλάδα.
Ο Νικόλας Φούρναρης είναι Πρωτοετής Ναυπηγός Μηχανολόγος ΕΜΠ*