Kathimerini.gr
Το παράδοξο της τουρκικής οικονομίας βρίσκεται στους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξής της, που οφείλεται κυρίως στην αύξηση των εξαγωγών, αλλά η οποία αφήνει τον τουρκικό λαό όλο και φτωχότερο, καθώς ο επίμονα διψήφιος πληθωρισμός και η διαρκής διολίσθηση της τουρκικής λίρας διαβρώνουν τα εισοδήματα των τουρκικών νοικοκυριών.
Τα τελευταία στοιχεία φέρουν την τουρκική οικονομία των 765 δισ. δολαρίων να σημειώνει ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 7,4%, αφήνοντας πίσω της τις περισσότερες από τις μεγάλες οικονομίες του G20. Τη μεγάλη ώθηση έδωσε το δεύτερο τρίμηνο του έτους, όταν το τουρκικό ΑΕΠ κατέγραψε τη μεγαλύτερη αύξηση τουλάχιστον από το 1999, καθώς ενισχύθηκε κατά 21,7% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους.
Η μεγάλη αύξηση οφειλόταν βέβαια στο ότι το δεύτερο τρίμηνο του 2020 το τουρκικό ΑΕΠ είχε σημειώσει ρεκόρ συρρίκνωσης εν μέσω του πρώτου κύματος της πανδημίας. Τη μεγάλη ανάπτυξη του τρίτου τριμήνου, πάντως, η τουρκική οικονομία την οφείλει στην εμβολιαστική διαδικασία, που τόνωσε σημαντικά την εγχώρια ζήτηση, αλλά και στη μεγάλη ανάκαμψη των εξαγωγών.
Οι τουρκικές εξαγωγές σημείωσαν άλμα 25,6%, ενώ την ίδια στιγμή οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά 8,3%, αντανακλώντας σε μεγάλο βαθμό πόσο δυσπρόσιτα γίνονται τα εισαγόμενα προϊόντα για τα τουρκικά νοικοκυριά δεδομένου ότι η τουρκική λίρα έχει υποτιμηθεί κατά περισσότερο από 40% από την αρχή του έτους. Συνολικά, πάντως, η κατανάλωση των τουρκικών νοικοκυριών, που αντιπροσωπεύουν τα 2/3 της οικονομίας, εξακολουθεί να αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους μοχλούς ανάπτυξης στη χώρα και το τρίτο τρίμηνο αυξήθηκε κατά 9,1% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους.
Οσον αφορά τις δημόσιες δαπάνες, αυξήθηκαν κατά 9,6% μετά την αύξηση κατά 3,4% που είχαν σημειώσει το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο. Στον αντίποδα, οι επενδύσεις των επιχειρήσεων μειώθηκαν κατά 2,4% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους. Συνολικά το ΑΕΠ της γειτονικής χώρας έφτασε στα 795,2 δισ. δολάρια το τρίτο τρίμηνο, από τα 765 δισ. δολάρια στα οποία ανερχόταν το δεύτερο τρίμηνο. Οπως επισημαίνει ο Φατίχ Ακτσελίκ, οικονομολόγος της Deutsche Bank, η εγχώρια ζήτηση ενισχύθηκε «χάρη στην επίσπευση των εμβολιασμών και στην επαναλειτουργία της οικονομίας που αντανακλάται στις λιανικές πωλήσεις». Ο ίδιος προσθέτει ότι βοήθησαν σημαντικά οι εξαγωγές και ο τουρισμός.
Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης δεν μεταφράζονται όμως σε βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των Τούρκων, καθώς οι πληθωριστικές πιέσεις μειώνουν διαρκώς την αγοραστική δύναμη των τουρκικών νοικοκυριών. Ο πληθωρισμός στην Τουρκία βρίσκεται στο 20% με τα επίσημα στοιχεία και η ισοτιμία του νομίσματος έχει υποχωρήσει στις 13 τουρκικές λίρες προς ένα δολάριο από την περασμένη εβδομάδα. Πρόκειται για τη δεύτερη μεγαλύτερη πτώση που έχει σημειώσει το τουρκικό νόμισμα μέσα στα τελευταία 20 χρόνια, στη διάρκεια των οποίων βρίσκεται στο τιμόνι της Τουρκίας ο Ταγίπ Ερντογάν.
Αιτία, βέβαια, η μείωση των επιτοκίων συνολικά κατά 400 μονάδες βάσης από τον Σεπτέμβριο και μετά, που αποδυναμώνει το νόμισμα και επιταχύνει τον πληθωρισμό. Οπως άλλωστε τονίζει ο Ινάνκ Σοζέρ, οικονομολόγος της Virtus Glocal Consulting στην Κωνσταντινούπολη, οι προσδοκίες επιδεινώνονται διαρκώς και αναμένεται να συμπαρασύρουν σε υποχώρηση την εγχώρια ζήτηση. Η επόμενη συνεδρίαση της Τράπεζας της Τουρκίας είναι στις 16 Δεκεμβρίου και αναμένεται πως, παρά τον υψηλό πληθωρισμό και την υποχώρηση του νομίσματος, ο Ερντογάν θα επιμείνει στο αίτημά του για περαιτέρω μείωση των επιτοκίων.