ΚΥΠΕ
Την εκτίμηση ότι σήμερα φτάσαμε στην πιο δύσκολη στιγμή όχι μόνο για την Αμμόχωστο αλλά για ολόκληρη την Κύπρο, εξέφρασε το βράδυ της Δευτέρας ο Δήμαρχος της κατεχόμενης πόλης Σίμος Ιωάννου, προσθέτοντας πως αν χαθεί ό,τι απέμεινε από την πόλη, θα είναι η ταφόπλακα για την επίλυση του κυπριακού προβλήματος.
Σε ομιλία του στην εκδήλωση διαμαρτυρίας που πραγματοποιήθηκε απόψε στο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου Αμμοχώστου στη Δερύνεια, ο Δήμαρχος ανέφερε ότι «σήμερα είμαστε ξανά εδώ με τα παιδιά και τα εγγόνια μας, να βροντοφωνάξουμε στην Τουρκία και τους εγκάθετους της ότι η Αμμόχωστος δεν ανήκει ούτε στην κατοχική δύναμη, ούτε στον Ερντογάν, ούτε στον Τατάρ» αλλά σ’ αυτούς που γεννήθηκαν και αναγιώθηκαν «στα σπίτια και τις γειτονιές της, σε αυτούς που την έκτισαν, που την έζησαν, που την έκαναν καμάρι της Κύπρου μέχρι που η κατοχική δύναμη την κατέστησε όμηρο και πόλη φάντασμα».
Πρόσθεσε ότι «η προσπάθεια της Τουρκίας να αλλάξει το status quo της περίκλειστης περιοχής της Αμμοχώστου άρχισε εδώ και 2 χρόνια, αρχικά με τις επισκέψεις αξιωματούχων της Τουρκίας και του ψευδοκράτους στην περίκλειστη περιοχή και την διοργάνωση συμποσίων. Σταδιακά-σταδιακά με τη μέθοδο της σαλαμοποίησης έφθασαν στο σημερινό αποτέλεσμα». Σημείωσε πως «φτάσαμε σήμερα στη πιο δύσκολη στιγμή όχι μόνο για την πόλη μας, αλλά για ολόκληρη την Κύπρο, διότι αν χαθεί ό,τι μας απέμεινε από την πόλη μας, θα είναι η ταφόπλακα για την επίλυση του κυπριακού προβλήματος».
Σύμφωνα με τον κ. Ιωάννου, ο Πρόεδρος της Τουρκίας «Ερντογάν, σαν νέος σουλτάνος βρίσκεται ήδη στην κατεχόμενη γη μας, ενώ αύριο προκλητικά θα εισέλθει με τυμπανοκρουσίες στην αγαπημένη πόλη και θα ανακοινώσει πιθανόν την αλλαγή του καθεστώτος της περιοχής από στρατιωτική σε πολιτική. Η πρόσκληση στους νόμιμους ιδιοκτήτες της περίκλειστης περιοχής, να επιστρέψουν κάτω από τη διοίκηση του ψευδοκράτους, σίγουρα μας προκαλεί προβληματισμό και θα μας φέρει μπροστά σε μεγάλα και τραγικά διλήμματα».
Είναι σαφές, συνέχισε «ότι η Τουρκία θα προσπαθήσει μέσω των ευκαιριών που θα δώσει στους Αμμοχωστιανούς να πάρουν πίσω τις περιουσίες τους, να θέσει ένα οριστικό τέλος στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού, με βάση το συμφωνημένο πλαίσιο του ΟΗΕ, σε μια προσπάθεια να οδηγηθούμε σε λύση δύο κρατών. Η επιστροφή υπό Τουρκοκυπριακή διοίκηση σε καμιά περίπτωση δεν διασφαλίζει και δεν εγγυάται μια σταθερή και νομικά κατοχυρωμένη αποκατάσταση των περιουσιών».
Σημείωσε ακόμα ότι «παρόλο που το Δημοτικό Συμβούλιο και ο Δήμαρχος δέχονται κριτική και πιέσεις και απʾ αυτούς που είναι έτοιμοι για επιστροφή άνευ όρων, και απʾ αυτούς που ζητούν τη χρήση του όρου ως προδότες, πρέπει να μείνουμε ενωμένοι, επιδεικνύοντας σεβασμό σε οποιαδήποτε άλλη άποψη και να παραμείνουμε προσηλωμένοι στο στόχο μας που δεν είναι άλλος, παρά η επιστροφή στην πόλη μας, η απελευθέρωση και η επανένωση της Κύπρου».
Πρέπει, συνέχισε, «το κράτος λόγω της τουρκικής κατοχής και της μη λύσης, να εξασφαλίσει στους πρόσφυγες, το θεμελιώδες δικαίωμα της αποκατάστασης τους, στα σπίτια και στις περιουσίες τους. Όσο αυτό δεν είναι εφικτό, έχει υποχρέωση να προχωρήσει στην εισαγωγή σχεδίου για την σταδιακή κάλυψη της απώλειας χρήσης των περιουσιών τους στα κατεχόμενα». Πρόσθεσε πως «η Δημοκρατία στα πλαίσια της ισότητας οφείλει σαν μέτρο πολιτικής, κοινωνικής και νομικής υποχρέωσης, να κατανέμει ισότιμα το βάρος της απώλειας χρήσης που προκύπτει από την εισβολή και κατοχή των περιουσιών των προσφύγων».
Στην ομιλία του ο Σίμος Ιωάννου αναφέρθηκε και στις έντονες ενέργειες του Δημοτικού Συμβουλίου, εντός και εκτός Κύπρου «για να πείσουμε τους μεγάλους της γης για το δίκαιο του αγώνα των Αμμοχωστιανών» μεταξύ των οποίων επισκέψεις σε πρεσβείες, υπουργεία, κόμματα, εκδηλώσεις διαμαρτυρίας και συνεντεύξεις σε ξένα ΜΜΕ. Δεν έχουν όμως δυστυχώς κανένα νόημα όλα αυτά, αν οι πιέσεις των ΗΠΑ, της Ε.Ε. και των υπολοίπων μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, προς την Τουρκία, δεν είναι πιεστικές και έντονες».
Σημείωσε επίσης ότι «πρέπει να εφαρμοστούν πλήρως τα σχέδια και οι αποφάσεις του Εθνικού Συμβουλίου, και από πολιτικής και νομικής απόψεως. Τα δύο μέτρα και δύο σταθμά στην Ε.Ε. και στα Η.Ε. δεν είναι δυνατόν να υφίστανται όταν είναι εμπλεκόμενη η Τουρκία». Διερωτήθηκε από ποια χώρα παραβιάζονται τα ψηφίσματα 550 και 789 και πρόσθεσε πως «η καταδίκη της Τουρκίας ουδέποτε ήταν ξεκάθαρη».
Ο Δήμαρχος ανέφερε ακόμα ότι «όλοι αυτοί πρέπει να γνωρίζουν πως η επιστροφή και το άνοιγμα της Αμμοχώστου υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών είναι επωφελής για όλη την Κύπρο και όλους τους Κύπριους. Για Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, για πρόσφυγες και μη, θα γίνει ένα πρώτο μεγάλο στοίχημα για τη συνεργασία και συμβίωση των δύο Κοινοτήτων».
Αφού είπε πως «μπορεί να υπάρχουν διαφορετικές απόψεις ως προς το γιατί φτάσαμε ως εδώ, μπορεί να υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις και αναλύσεις για το Κυπριακό» ο κ. Ιωάννου σημείωσε πως «χάθηκαν σίγουρα ευκαιρίες να πάρουμε την περίκλειστη περιοχή. Σήμερα όμως είμαστε στο και πέντε και δεν χωρούν παλινωδίες. Η κυβέρνηση, τα κόμματα, ο Δήμος Αμμοχώστου, όλα τα οργανωμένα σύνολα της πόλης, πρέπει να αντιμετωπίσουμε άμεσα τις έκνομες ενέργειες της Τουρκίας, διότι πλέον θα είναι πολύ αργά, δεν θα υπάρχουν νικητές, αλλά μόνο ηττημένοι».
Καταλήγοντας είπε πως «πρέπει να συνεχίσουμε τον αγώνα, με το πείσμα που είναι μεγαλύτερο από τις πίκρες, τις διαψεύσεις και τις απογοητεύσεις και με την αποφασιστικότητα που είναι ισχυρότερη από την προκλητικότητα της κατοχής και τις σειρήνες για ξεπούλημα των περιουσιών μας».
Εξάλλου σε επιστολή προς τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, που επιδόθηκε από τον Δήμαρχο της κατεχόμενης Αμμοχώστου σε αξιωματούχο της ΟΥΝΦΙΚΥΠ, στο οδόφραγμα της Δερύνειας, αφού επαναλαμβάνεται η έκκληση που του απηύθυναν στις 7 Ιουνίου 2021, τονίζεται πως «προφανώς ο χρόνος τελειώνει για το λαό της Κύπρου. Η υπόθεση των Βαρωσίων μετατρέπεται σε μια παγκόσμια υπόθεση, η οποία θα δείξει εάν θα επικρατήσει τελικά ο νόμος της ζούγκλας ή εάν ο πολιτισμένος κόσμος θα βρει τρόπους να βάλει τέλος στις παράνομες φιλοδοξίες του Προέδρου Ερντογάν, που επιθυμεί να αναβιώσει μια προ καιρού τελειωμένη αυτοκρατορία τον 21ο αιώνα».
Στην επιστολή τίθεται το ερώτημα «πώς μπορεί η διεθνής κοινότητα να ανέχεται και με μια έννοια, ακούσια, να ενθαρρύνει και να εγκρίνει πράξεις που μοιάζουν με πειρατικές και μεσαιωνικές επιθέσεις; Πώς θα αντιδρούσε η διεθνής κοινότητα εάν αυτό συνέβαινε στο Λονδίνο, το Παρίσι ή τη Λισαβώνα; Πώς θα αντιμετώπιζαν οι εφαρμοστές του νόμου ανά το παγκόσμιο τους παρείσακτους και τους κλέφτες; Ποια ποινή πρέπει να επιβληθεί σε κάποιον ο οποίος αρπάζει όχι απλά μια περιουσία αλλά ολόκληρη τη ζωή του άλλου, 47 ολόκληρα χρόνια; Πρέπει να επιβραβευτούν κοιτάζοντας από την άλλη πλευρά τώρα που παίζεται η τελευταία πράξη της “νομιμοποίησης” κλεμμένων περιουσιών»;
Προστίθεται ακόμα ότι «ο λαός της Αμμοχώστου και ο λαός της Κύπρου, Έλληνες, Τούρκοι, Μαρωνίτες, Αρμένιοι και Λατίνοι, δεν αποδέχονται τη λύση δύο κρατών, ούτε ότι το σημερινό καθεστώς είναι βιώσιμο και μπορεί να κρατήσει για πάντα. Ο λαός μας είναι υπέρ μιας επανενωμένης Κύπρου όπως έχει περιγραφεί από τα Ηνωμένα Έθνη και θεωρούμε πως οποιαδήποτε αλλαγή στο καθεστώς της Αμμοχώστου εκτός των προνοιών των ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών θα ήταν εξαιρετικά επιβλαβής, για να μην πούμε θανάσιμη, για τη διαδικασία επίτευξης συνολικής λύσης και πρέπει να αποφευχθεί».
Ο Δήμος της κατεχόμενης Αμμοχώστου σημειώνει ακόμα ότι στα χέρια του ΓΓ του ΟΗΕ εναποθέτει όλες τις ελπίδες του για ένα καλύτερο μέλλον με ειρήνη και ευημερία. Προσδοκούμε όλοι να ζήσουμε μια κανονική ζωή σε μια κανονική επανενωμένη χώρα».