ΚΥΠΕ
Στις θετικές εξελίξεις για την κυπριακή οικονομία, αλλά και στην αβεβαιότητα που προκαλείται από τις γεωπολιτικές εξελίξεις, οι οποίες επηρεάζουν τις οικονομικές προβλέψεις, αναφέρθηκε η Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών Χριστιάνα Ερωτοκρίτου, σε ομιλία της τη Δευτέρα κατά την έναρξη της συζήτησης του κρατικού προϋπολογισμού 2025 στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Σύμφωνα με την κ. Ερωτοκρίτου, ο κρατικός προϋπολογισμός για το οικονομικό έτος του 2025, όπως αρχικά κατατέθηκε στη Βουλή, προβλέπει δαπάνες τακτικές και αναπτυξιακές ύψους 9,4 δισ. και παρουσιάζει αύξηση δαπανών κατά 3,25% σε σύγκριση με τις αρχικά προϋπολογισθείσες και εγκριθείσες δαπάνες του προϋπολογισμού του 2024.
Όπως ανέφερε, η κυπριακή οικονομία, παρά τη διεθνή οικονομική αβεβαιότητα, αναμένεται να διατηρήσει την αναπτυξιακή της πορεία, καταγράφοντας επιτάχυνση στον ρυθμό ανάπτυξης για το 2024 σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ για την επόμενη τριετία προβλέπεται διατήρηση της αναπτυξιακής τροχιάς με χαμηλότερο ωστόσο ρυθμό.
Πρόσθεσε ότι το δημοσιονομικό ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης κατά το τρέχον έτος διατηρείται θετικό, σημειώνοντας περαιτέρω βελτίωση σε σχέση με το 2023, ενώ για τα έτη 2025-27 γίνεται μεν πρόβλεψη για δημοσιονομικό πλεόνασμα με καθοδική τάση δε.
Για το δημόσιο χρέος, είπε ότι το 2024 καταγράφει σημαντική μείωση, διατηρώντας πτωτική πορεία, η οποία προβλέπεται να συνεχιστεί και κατά την τριετία 2025-27, ενώ χαρακτήρισε ως «σημαντικό στοιχείο» την πρόβλεψη του Υπουργείου Οικονομικών για επίτευξη δημόσιου χρέους κάτω από τον στόχο του 60% το έτος 2026.
Αναφορικά με τον πληθωρισμό, είπε ότι αναμένεται να περιοριστεί περαιτέρω κατά το τρέχον έτος, με διατήρηση πτωτικής στάσης κατά την τριετία 2025-27 και πρόβλεψη για επίτευξη του οροσήμου 2% το έτος 2025. Αντίστοιχα, ανέφερε ότι το ποσοστό ανεργίας προβλέπεται να μειωθεί περαιτέρω τόσο κατά το έτος 2024 όσο και κατά την τριετία 2025-27, ενώ για το έτος 2025 η αγορά εργασίας προβλέπεται να προσεγγίσει τις συνθήκες πλήρους απασχόλησης.
Σε σχέση με την γενικότερη πορεία της οικονομίας και τον προϋπολογισμό για το 2025, η κ. Ερωτοκρίτου είπε όλα τα μέλη της Επιτροπής Οικονομικών αναγνωρίζουν τις δύσκολες συνθήκες ως έχουν διαμορφωθεί, συνεπεία των γεωπολιτικών εξελίξεων, καθώς και τη μεγάλη αβεβαιότητα που χαρακτηρίζει τις προβλέψεις στις οποίες βασίζεται ο κρατικός προϋπολογισμός για το 2025, ενώ αναγνωρίζουν επίσης τους πιθανούς κινδύνους σε σχέση με την πορεία της κυπριακής οικονομίας σε περίπτωση επιδείνωσης του εξωτερικού περιβάλλοντος.
Πρόσθεσε ότι παρά το αβέβαιο και δυσμενές περιβάλλον, «η Επιτροπή αναγνωρίζει επίσης τη βελτίωση των οικονομικών δεικτών για το τρέχον έτος και τη θετική προοπτική για την τριετία 2025-27, καθώς και την επιβεβαίωση της θετικής προοπτικής και της πιστοληπτικής ικανότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας από διεθνείς οίκους αξιολόγησης».
Συμπλήρωσε ότι η πλειοψηφία των μελών της Επιτροπής «εκφράζει ικανοποίηση για την πορεία της κυπριακής οικονομίας καθώς και τη δυναμική που την χαρακτηρίζει», ενώ εκφράζει επίσης ικανοποίηση «για την περαιτέρω μείωση του δημοσίου χρέους, για την επίτευξη συνθηκών πλήρους απασχόλησης, καθώς και για την πρόβλεψη δημοσιονομικού πλεονάσματος στον υπό εξέταση προϋπολογισμό».
Επιπροσθέτως, σημείωσε ότι η πλειοψηφία των μελών της Επιτροπής εκφράζει την ίδια στιγμή «ανησυχία σε σχέση με το ζήτημα της ακρίβειας, τόσο σε σχέση με το κόστος ψηλού δανεισμού και απόκτησης στέγης, όσο και των υψηλών τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς οι επιπτώσεις της στα μεσαία και χαμηλά εισοδηματικά στρώματα είναι εμφανείς», επισημαίνοντας, ως εκ τούτου, «την ανάγκη υιοθέτησης στοχευμένων μέτρων για την αναστροφή των επιπτώσεών της στην αγοραστική δύναμη των καταναλωτών και στην ποιότητα ζωής τους».
Σύμφωνα με την Πρόεδρο της Επιτροπής, μέλη της τονίζουν την ανάγκη συνετούς διαχείρισης των δημοσίων δαπανών και ειδικότερα της συγκράτησης του κρατικού μισθολογίου και των ανελαστικών δαπανών, «ώστε να θωρακίζεται η ικανότητα του κράτους να ανταποκρίνεται σε απρόβλεπτες και δύσκολες συνθήκες που επηρεάζουν αρνητικά τα οικονομικά δεδομένα, καθώς και την ανάγκη ενίσχυσης των δαπανών για την άμυνα και των αναπτυξιακών δαπανών».
Συμπλήρωσε ότι άλλα μέλη τονίζουν ότι «η ευρωστία των δημόσιων οικονομικών πρέπει να αντανακλάται και στον ιδιωτικό τομέα και στην ευημερία των πολιτών», με ορισμένα μέλη της Επιτροπής να εκφράζουν την άποψη ότι «ο υπό εξέταση προϋπολογισμός εστιάζει στην αύξηση του δημοσιονομικού πλεονάσματος, αποστερώντας πόρους για την προώθηση πολιτικών αντιμετώπισης των κοινωνικών ελλειμμάτων, των εισοδηματικών ανισοτήτων και απάμβλυνσης του υψηλού κόστους διαβίωσης και αδυνατεί να δημιουργήσει την προοπτική ενός φιλικού και προσβάσιμου για τους πολίτες κράτους».
Πρόσθεσε, ακόμη ότι άλλα μέλη της Επιτροπής σημειώνουν ότι οι διαθέσιμοι πόροι πρέπει να διατίθενται «για τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας μέσω πολιτικών ενίσχυσης της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών και των εργαζομένων, στήριξης των ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού και των επιχειρήσεων που συμβάλλουν στην αύξηση της απασχόλησης».
«Η κυπριακή οικονομία συνεχίζει να διέρχεται συνθήκες αβεβαιότητας λόγω της κρατούσας γεωπολιτικής κατάστασης. Η προοπτική της κυπριακής οικονομίας μεσοπρόθεσμα, με βάση τις μακροοικονομικές προβλέψεις της κυβέρνησης, είναι θετική, περιβάλλεται ωστόσο από σημαντική αβεβαιότητα. Η εκτίμηση του Υπουργείου Οικονομικών για αισθητή μείωση του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά το τρέχον έτος, καθώς και οι προβλέψεις για περαιτέρω μείωση του μεσοπρόθεσμα κρίνονται ως ιδιαίτερα θετικές εξελίξεις", ανέφερε.
"Η διασφάλιση βιώσιμου ρυθμού ανάπτυξης και υγιών δημόσιων οικονομικών, σε συνδυασμό με την υιοθέτηση πολιτικών που θα εξασφαλίζουν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης και να προστατεύουν την ευημερία των πολιτών, πρέπει να συγκαταλέγονται στις βασικές προτεραιότητες της Κυβέρνησης, προκειμένου να επιτυγχάνεται μακροχρόνια σταθερότητα και ανάπτυξη χωρίς να δημιουργούνται κίνδυνοι για την οικονομία και τους πολίτες. Η επιτάχυνση της υλοποίησης έργων, όπως του ψηφιακού μετασχηματισμού, της πράσινης μετάβασης που περιλαμβάνονται στο σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, καθώς και άλλων αναπτυξιακών και μεταρρυθμιστικών έργων, εκτιμάται ότι θα συμβάλει στην επίτευξη του στόχου για βιώσιμη ανάπτυξη και συνακόλουθα στη διασφάλιση της ανθεκτικότητας της οικονομίας σε εξωτερικούς κλυδωνισμούς», κατέληξε η κ. Ερωτοκρίτου.