ΚΥΠΕ
Για συνεχιζόμενη προσπάθεια των εκπροσώπων της Κυβέρνησης να υποσκάψουν την Ελεγκτική Υπηρεσία από τη στιγμή που η Διοίκηση Προεδρίας έλαβε στις 27 Νοεμβρίου, 2023 το προσχέδιο της ανακοίνωσης της «για τα επιδόματα και ωφελήματα που παράνομα έλαβε ο νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας (ΠτΔ) την περίοδο 2014-2018, όντας δημόσιος υπάλληλος», κάνει λόγο σε ανακοίνωση που εξέδωσε το Σάββατο η Ελεγκτική Υπηρεσία. Η ΕΥ σημειώνει ότι οι πρωτοφανείς από το 1960 θέσεις της Κυβέρνησης ότι η Ελεγκτική Υπηρεσία δεν έχει εξουσία έκφρασης γνώμης αν προηγουμένως δεν συμφωνήσει με το περιεχόμενό τους ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, και η για πρώτη φορά από το 1960 μείωση του προσωπικού της Υπηρεσίας μας, συνοδεύονται από την ενορχηστρωμένη και συστηματική προσπάθεια κατασυκοφάντησης του ίδιου του Γενικού Ελεγκτή αλλά και της Υπηρεσίας μας γενικότερα, ενώ εκφράζει έκπληξη για την απόδοση δήθεν πολιτικών κινήτρων και τον χαρακτηρισμό του εκπροσώπου Τύπου της Υπηρεσίας ως εκπροσώπου πολιτικού κόμματος. «Είναι προφανές ότι η Κυβέρνηση δεν ανέχεται τον έλεγχο. Ευτυχώς όμως που η ύπαρξη της Υπηρεσίας μας και οι εξουσίες της δεν καθορίζονται από την εκάστοτε Κυβέρνηση αλλά από το Σύνταγμα, τους νόμους και το κοινοτικό κεκτημένο. Κατά τα άλλα, σήμερα είναι η παγκόσμια μέρα κατά της Διαφθοράς. Κι όμως η Υπηρεσία που σε κάθε χώρα θεωρείται η ναυαρχίδα στην προσπάθεια πάταξης της διαφθοράς, στην Κύπρο δέχεται πρωτοφανή προσπάθεια υπόσκαψης», αναφέρεται στην ανακοίνωση.
Εκφράζει επίσης απογοήτευση γιατί, όπως αναφέρει, πέραν του Διευθυντή του Γραφείου Τύπου του Προέδρου της Δημοκρατίας που εκφράζεται με το ίδιο απαξιωτικό και προσβλητικό ύφος όπως ακριβώς εκφραζόταν επί προηγούμενης διακυβέρνησης, ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος και ο Αναπληρωτής του κινούνται σε ανάλογη προσέγγιση.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, το 2014 κοινοποιήθηκαν στην Ελεγκτική Υπηρεσία πέραν των 1.200 Αποφάσεων του Υπουργικού Συμβουλίου, με την Υπηρεσία να εκφράζει την απορία γιατί η Κυβέρνηση θεωρεί ότι είναι υποχρέωση της ΕΘ ο έλεγχος όλων αυτών των αποφάσεων, αλλά και για το πού εδράζει τον ισχυρισμό της ότι όσες δεν ελεγχθούν κατά την κοινοποίηση δεν μπορούν να ελεγχθούν αργότερα.
Η ΕΥ εκφράζει επίσης απορία γιατί η Κυβέρνηση θεωρεί ότι θα έπρεπε να θεωρηθεί από την Υπηρεσία υψηλού κινδύνου και να ελεγχθεί κατά προτεραιότητα μία απόφαση στην οποία φαινόταν ότι προσωρινά θα ανατίθεντο σε κάποιο δημόσιο υπάλληλο να ασκεί τα καθήκοντα του Κυβερνητικού Εκπροσώπου, την περίοδο που δεν υπήρχε τότε Αναπληρωτής Κυβερνητικός Εκπρόσωπος.
Η ΕΥ υπενθυμίζει ότι τόσο στην περίπτωση του κ. Ανδρέα Ιωσήφ όσο και στην περίπτωση της κ. Δόξας Κωμοδρόμου, είχε εξηγήσει ότι, σε αντίθεση με την περίπτωση απόσπασης υπαλλήλων εντός του κεντρικού κράτους, στις περιπτώσεις αποσπάσεων από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, δεν υπήρχε νομικό πλαίσιο για παραχώρηση επιδόματος, κατά συνέπεια ακόμη και πριν προβεί σε οποιοδήποτε έλεγχο, η Υπηρεσία γνώριζε ότι υπήρχε νομική βάση για την παραχώρηση στον κ. Χριστοδουλίδη κάποιου επιδόματος, όταν όμως διενέργησε τον έλεγχο διαπίστωσε ότι για την καταβολή του ποσού των €157.209 δεν τηρήθηκε ο τύπος της διαδικασίας, χωρίς ωστόσο να εκφράσει άποψη περί μη κανονικότητας.
Συμπληρώνεται ότι το 2014, βλέποντας την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η ΕΥ δεν θα μπορούσε να υποθέσει ότι στη συνέχεια ο κ. Χριστοδουλίδης «παρανόμως θα λάμβανε επίδομα συντήρησης εξωτερικού ύψους €41.024, διπλάσιο από αυτό που δικαιούτο, παρανόμως θα χρησιμοποιούσε για ιδιωτική χρήση το αυτοκίνητο που του είχε διαθέσει το κράτος για υπηρεσιακούς σκοπούς, καλύπτοντας μάλιστα κατά μέσο όρο 138 χλμ. ημερησίως (περιλαμβανομένων αργιών, σαββατοκύριακων, ημερών που ο κ. Χριστοδουλίδης απουσίαζε στο εξωτερικό και των ημερών που ήταν με άδεια) και παρανόμως δεν θα συμπλήρωνε ως όφειλε, ως δημόσιος υπάλληλος, τα έντυπα αδειών του, αλλά θα τα συμπλήρωνε εκ των υστέρων και χωρίς αυτά να εγκριθούν από τον Προϊστάμενο του θα του πιστωνόταν άδεια και θα τη λάμβανε υπό μορφή χρημάτων».
Η Υπηρεσία αναφέρει επίσης πως διαψεύδει τους ισχυρισμούς της Κυβέρνησης ότι έλαβε γνωμάτευση από τον τότε Γενικό Εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη περί νομιμότητας των ποσών και ωφελημάτων που παρανόμως έλαβε ο κ. Χριστοδουλίδης, προσθέτοντας ότι «τα γεγονότα έχουν καταρρίψει τον ανυπόστατο ισχυρισμό της Κυβέρνησης ότι δήθεν η Υπηρεσία διέρρευσε οτιδήποτε στην εφημερίδα Αλήθεια, εντούτοις οι εκπρόσωποι της Κυβέρνησης, στη βάση αυτού του αφηγήματος που οι ίδιοι έκτισαν, εξακολουθούν να μας κατασυκοφαντούν».
Συμπληρώνεται πως η ΕΥ έχει εξηγήσει τα σχετικά με την «κρεβατοκάμαρα» γεγονότα, όταν, σύμφωνα με την Υπηρεσία, η Πρώτη Κυρία απαγόρευσε στους Λειτουργούς της ΕΥ να εισέλθουν στην Προεδρική Κατοικία, ενώ η ώρα μετάβασης είχε καθοριστεί από την ίδια την Προεδρία, με το αιτιολογικό ότι πρόκειται για ιδιωτικό χώρο, προσθέτοντας ότι στην πραγματικότητα πρόκειται για περιουσία του κράτους για την οποία ο φορολογούμενος πολίτης, πέραν του ποσού του €1,15 εκ. που ξόδεψε για ενεργειακή αναβάθμιση, πλήρωσε και ποσό της τάξης των €150.000 ώστε να ανακαινιστεί και να φιλοξενήσει δωρεάν την Προεδρική οικογένεια.
«Ακόμη και σήμερα ο φορολογούμενος πολίτης πληρώνει χρήματα για αγορά νέων και συντήρηση υφιστάμενων επίπλων. Η μετάβαση εκεί του Γενικού Ελεγκτή έγινε μετά από απαίτηση του Προέδρου της Δημοκρατίας. Είναι ανήκουστο να κατηγορείται ο Γενικός Ελεγκτής για την εκεί μετάβασή του», σημειώνεται.
Για το θέμα της παράνομης μεταφορά παιδιών του Προέδρου της Δημοκρατίας με έξοδα των φορολογούμενων πολιτών, η ΕΥ σημειώνει ότι η παρανομία αφορά μόνο τα αυτοκίνητα και τη σχετική με αυτά δαπάνη (καύσιμα και συντήρηση), τα οποία θα πρέπει να επιβαρύνουν την οικογένεια και όχι τον φορολογούμενο πολίτη και πως ουδέποτε υπεισήλθε στα θέματα ασφάλειας, παραπέμποντας στο παράδειγμα των πολιτικών αρχηγών, στους οποίους, το αυτοκίνητο και τα σχετικά έξοδα επιβαρύνουν τους ίδιους και ο αστυνομικός εκτελεί χρέη οδηγού.
Προστίθεται ότι η αναγκαιότητα δημοσιοποίησης του θέματος επιβεβαιώθηκε και από τις σχετικές αναφορές των εκπροσώπων της Κυβέρνησης, οι οποίοι αναφέρθηκαν στις περιόδους που απουσιάζει στο εξωτερικό ο ΠτΔ και αποφασίζει να τον συνοδεύσει η Πρώτη Κυρία.
«Προκύπτει σαφώς η στρεβλή αντίληψη ότι η αστυνομία, με έξοδα των φορολογούμενων πολιτών, έχει την υποχρέωση ανάληψης της γονικής φροντίδας. Αυτό αποδεικνύει ότι το πρόβλημα είναι βαθύτερο και εξηγεί την ανηλεή, σε προσβλητικό βαθμό, επίθεση των εκπροσώπων της Κυβέρνησης κατά του Γενικού Ελεγκτή και κατά της Υπηρεσίας μας. Με βάση τη σχετική νομοθεσία, κατά νόμο υπεύθυνος για την ανάκτηση των ποσών που θα πρέπει να ανακτηθούν είναι ο Προϊστάμενος Διοίκησης Προεδρίας και από αυτόν αναμένουμε να ενεργήσει και αυτός είναι ο δικός μας ελεγχόμενος», .
Τέλος, η ΕΥ σημειώνει ότι οι πρωτοφανείς από το 1960 θέσεις της Κυβέρνησης ότι η Ελεγκτική Υπηρεσία δεν έχει εξουσία έκφρασης γνώμης αν προηγουμένως δεν συμφωνήσει με το περιεχόμενό τους ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, και η για πρώτη φορά από το 1960 μείωση του προσωπικού της Υπηρεσίας μας, συνοδεύονται από την ενορχηστρωμένη και συστηματική προσπάθεια κατασυκοφάντησης του ίδιου του Γενικού Ελεγκτή αλλά και της Υπηρεσίας μας γενικότερα, ενώ εκφράζει έκπληξη για την απόδοση δήθεν πολιτικών κινήτρων και τον χαρακτηρισμό του εκπροσώπου Τύπου της Υπηρεσίας ως εκπροσώπου πολιτικού κόμματος.
«Είναι προφανές ότι η Κυβέρνηση δεν ανέχεται τον έλεγχο. Ευτυχώς όμως που η ύπαρξη της Υπηρεσίας μας και οι εξουσίες της δεν καθορίζονται από την εκάστοτε Κυβέρνηση αλλά από το Σύνταγμα, τους νόμους και το κοινοτικό κεκτημένο. Κατά τα άλλα, σήμερα είναι η παγκόσμια μέρα κατά της Διαφθοράς. Κι όμως η Υπηρεσία που σε κάθε χώρα θεωρείται η ναυαρχίδα στην προσπάθεια πάταξης της διαφθοράς, στην Κύπρο δέχεται πρωτοφανή προσπάθεια υπόσκαψης», καταλήγει η ανακοίνωση.