ΚΥΠΕ
Ο Υπουργός Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας Γιώργος Παπαναστασίου ξεκαθάρισε σήμερα ότι, ως έχουν τα πράγματα, το θέμα του γεωπολιτικού ρίσκου για την υλοποίηση της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου – Ελλάδας (Great Sea Interconnector) βαραίνει τον Φορέα Υλοποίησης και ότι στηρίζει το υφιστάμενο ρυθμιστικό πλαίσιο όπως καθορίστηκε από την ΡΑΕΚ για αυτό το θέμα.
Μιλώντας κατά την έκτακτη συνεδρία της κοινοβουλευτικής επιτροπής Ενέργειας, για το θέμα του Great Sea Interconnector, ειδικότερα για το θέμα του γεωπολιτικού ρίσκου, ο κ. Παπαναστασίου είπε ότι «το ρίσκο είναι στον νέο φορέα υλοποίησης».
Υπενθυμίζεται ότι ο νέος φορέας υλοποίησης ζήτησε από την ΡΑΕΚ να διαφοροποιήσει το ρυθμιστικό πλαίσιο και να καλύψει το γεωπολιτικό ρίσκο και τις δαπάνες που έχει καταβάλει σε περίπτωση που το έργο δεν ολοκληρωθεί για εξωγενείς παράγοντες, ενώ το υφιστάμενο ρυθμιστικό πλαίσιο προνοεί ότι το θέμα αυτό «ενδέχεται» να εξεταστεί από την ρυθμιστική αρχή.
Ο Πρόεδρος της ΡΑΕΚ, Ανδρέας Πουλλικκάς είπε ότι το θέμα του γεωπολιτικού ρίσκου δεν είναι ρυθμιστικό.
«Πρέπει να υπάρξει αναγνώριση από το κράτος διότι είναι μη ρυθμιστικό θέμα», ανέφερε. Όπως πρόσθεσε, από τη στιγμή που το κράτος αποδεχθεί ότι είναι γεωπολιτικό ρίσκο, θα το λάβει υπόψη η ΡΑΕΚ όταν πάρει απόφαση. Παρατήρησε ότι η λέξη «ενδέχεται» είναι πολύ σημαντική διότι δεν προκαθορίζει την απόφαση της ΡΑΕΚ.
Ενημερώνοντας την επιτροπή για τις συζητήσεις με τον ΑΔΜΗΕ σε σχέση με τα έξι σημεία αλλαγής του ρυθμιστικού πλαισίου, ο κ. Πουλλικκάς είπε ότι η ΡΑΕΚ απεδέχθη τα τέσσερα σημεία. «Τα δυο που έχουν απομείνει είναι πολύ σημαντικά», είπε, προσθέτοντας ότι η επιτροπή απάντησε γραπτώς στον ΑΔΜΗΕ ότι «η θέση της ΡΑΕΚ είναι ξεκάθαρη, οι καταναλωτές δεν μπορούν να επωμίζονται οποιοδήποτε κόστος χωρίς να έχουν όφελος».
Προβληματισμοί από το ΥΠΟΙΚ
Ερωτηθείς για το πώς αντιμετωπίζεται το θέμα του ρίσκου το Υπουργείο Οικονομικών, ο Γενικός Διευθυντής του ΥΠΟΙΚ, Γιώργος Παντελή είπε ότι το ΥΠΟΙΚ δεν είναι σε θέση να αποτυπώσει το θέμα του ρίσκου τόσο από γεωπολιτικής πλευράς όσο και ευρύτερα τις επιπτώσεις τόσο στην οικονομία όσο και στην αγορά ηλεκτρισμού στην Κύπρο, λόγω απουσίας αποφάσεων και μελετών που δεν ολοκληρώθηκαν, αλλά και λόγω των ρυθμιστικών αποφάσεων που δεν έχουν οριστικοποιηθεί. Σημείωσε ακόμη ότι δεν υπάρχει ενώπιον των κυπριακών αρχών το πλάνο χρηματοδότησης του έργου, και ούτε δόθηκαν στοιχεία της συμφωνίας του ΑΔΜΗΕ με την Nexans και τη Siemens (κατασκευαστής του καλωδίου και των μετατροπέων τάσης). «Όλα αυτά δεν επιτρέπουν τη διενέργεια μιας τεχνικής έρευνας δέουσας επιμέλειας», είπε.
Σε αυτό το σημείο ο Υπουργός Ενέργειας απάντησε ότι τα ζητήματα που θέτει ο κ. Παντελή θα απαντηθούν αν και όταν η Κυπριακή Δημοκρατία αποφασίσει να ενταχθεί στο κεφάλαιο του έργου και αυτή η απόφαση δεν πάρθηκε.
Ανταπαντώντας ο κ. Παντελή είπε ότι το ΥΠΟΙΚ δεν συμφωνεί με την τοποθέτηση αφού οι επιπτώσεις δεν αφορούν μόνο το κατά πόσον η Δημοκρατία θα ενταχθεί ή όχι στο έργο, αλλά γενικότερά τον αντίκτυπο στην οικονομία.
Απαντώντας σε σχόλιο του κ. Χατζηγιάννη ότι πάμε από το ένα Υπουργείο στο άλλο», ο Γιώργος Παπαναστασίου είπε πως δεν είναι δύο διαφορετικές προσεγγίσεις αλλά «ένας υγιής διάλογος που γίνεται στις σωστές βάσεις». Σημείωσε ότι οι δύο φιλοσοφίες θα οδηγηθούν σε σύμπλευση όταν έλθει η ώρα.
Επανέλαβε ότι ενεργειακά το έργο είναι ορθό για πολλούς λόγους. «Αν κρύβει παγίδες τότε είναι σωστό να τις εξετάσουμε για να μην πέσουμε σε αυτές» πρόσθεσε.
Μιλώντας μετά τη συνεδρία, ο κ. Χατζηγιάνης μίλησε για «πειραματισμούς» από το Υπουργείο Ενέργειας το οποίο προωθεί το έργο και συμφώνησε με τους προβληματισμούς του ΥΠΟΙΚ.
«Η μισή Κυβέρνηση έχει τις δικές μας απόψεις η άλλη μισή Κυβέρνηση προωθεί το έργο χωρίς αυτά που χρειάζονται να προσεχθούν», είπε και χαιρέτισε την απόφαση της ΡΑΕΚ να μην αποδεχθεί τη μετακύλιση του ρίσκου στους καταναλωτές
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΔΗΚΟ, Πανίκος Λεωνίδου είπε ότι εδώ και 13 με 14 χρόνια συζητούνται τα ζητήματα της ενέργειας με το κράτος και τον καταναλωτή να πληρώνουν χωρίς κανένας όφελος.
Λέγοντας ότι οι ευθύνες της προηγούμενης Κυβέρνησης είναι «τεράστιες», σημείωσε πως «η παρούσα Κυβέρνηση για να μην είναι συνυπεύθυνη το συντομότερο δυνατό πρέπει να πάρει αποφάσεις για να ικανοποιήσει και τους πολίτες και ιδιαίτερα τις ανάγκες των πολιτών».
Εκ μέρους της ΔΗΠΑ, ο Μιχάλης Γιακουμή, σημείωσε ότι η απόφαση για συμμετοχή της Δημοκρατίας στο κεφάλαιο του έργου παραμένει ακόμη ανοικτή και επεσήμανε πως τέτοια απόφαση δεν πρέπει να αφορά μόνο την ενεργειακή ασφάλεια αλλά και το συνολικό κόστος ενέργειας. «Μας απασχολούν σοβαρά τα γεωπολιτικά ρίσκα, χρηματοοικονομικά, κατασκευαστικά και τεχνικά ρίσκα που συνοδεύουν το έργο», συμπλήρωσε.
Ο βουλευτής των Οικολόγων Σταύρος Παπαδούρης εξέφρασε ανησυχίες για το κατά πόσον η Δημοκρατία θα κληθεί να επιστρέψει χρήματα σε περίπτωση που λόγω επεμβάσεων της Τουρκίας ο ΑΔΜΗΕ δεν ολοκληρώσει το έργο, ενώ χαιρέτισε ως θετική τη στάση της ΡΑΕΚ, παρά τις «αφόρητες πιέσεις» να μην εγκρίνει το αίτημα του φορέα υλοποίησης όπως ξεκινήσει η χρέωση των καταναλωτών προτού ολοκληρωθεί και τεθεί σε λειτουργία το έργο.
Εξάλλου, μιλώντας στη συνεδρία η βουλευτής του ΑΚΕΛ Ειρήνη Χαραλαμπίδου διερωτήθηκε κατά πόσον η Τουρκία θα αξιοποιήσει το θέμα της μη παρεμπόδισης της υλοποίησης του καλωδίου ως διαπραγματευτικό χαρτί στη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού και παρατήρησε ότι θα έπρεπε να κληθεί και ο Υπουργός Εξωτερικών για το θέμα αυτό.
Και ο βουλευτής της ΕΔΕΚ Ηλίας Μυριάνθους εξέφρασε προβληματισμό για το ενδεχόμενο να ζητηθεί επιστροφή κονδυλίων σε περίπτωση μη ολοκλήρωσης του έργου.