ΚΥΠΕ
Ποσό ύψους €575.955 από την κρατική χορηγία στα κοινοβουλευτικά κόμματα που δόθηκε το 2021 θα πρέπει να ανακτηθεί από τρία πολιτικά κόμματα και να ανακατανεμηθεί σε άλλα πολιτικά κόμματα, θέμα ωστόσο, το οποίο μέχρι σήμερα, εξακολουθεί να παραμένει σε εκκρεμότητα χωρίς να προωθείται οποιαδήποτε ενέργεια, σύμφωνα με έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας (ΕΥ), την Τρίτη, αναφορικά με τον έλεγχο που διεξήγαγε σε δείγμα συναλλαγών πληρωμών της Βουλής των Αντιπροσώπων για τα έτη 2021 και 2022.
Αναφερόμενη στα σημαντικότερα ευρήματα του ελέγχου, η ΕΥ σημειώνει αρχικά ότι τον Φεβρουάριο του 2021 καταβλήθηκε ολόκληρο το ποσό της τακτικής χρηματοδότησης του έτους στα πολιτικά κόμματα, με βάση τα ποσοστά που έλαβαν κατά τις εκλογές που διεξάχθηκαν το 2016, ενώ τα πολιτικά κόμματα που εισήλθαν στη Βουλή μετά τις εκλογές του 2021, αλλά δεν συμμετείχαν στην προηγούμενη σύνθεσή της, δεν έλαβαν οποιαδήποτε χορηγία.
Όπως αναφέρεται, στη βάση γνωμάτευσης του Γενικού Εισαγγελέα, το Υπουργείο Οικονομικών (ΥΟ) προέβη στον επαναϋπολογισμό της χορηγίας, με βάση τον οποίο προκύπτει ότι ποσό ύψους €575.955 (€577.514 μείον €1.559 που ανακτήθηκε) θα πρέπει να ανακτηθεί από τρία πολιτικά κόμματα και να ανακατανεμηθεί σε άλλα πολιτικά κόμματα, ωστόσο, μέχρι σήμερα, το θέμα εξακολουθεί παραμένει σε εκκρεμότητα χωρίς να προωθείται οποιαδήποτε ενέργεια.
Η ΕΥ αναφέρει πως διαπίστωσε επίσης ότι ούτε η Βουλή των Αντιπροσώπων ούτε και το Υπουργείο ενήργησαν προς ανάκτηση του ποσού ύψους €2.091.200 που προέκυψε ως αδαπάνητη έκτακτη κρατική χρηματοδότηση σε σχέση με τις Προεδρικές Εκλογές του 2018 και που οφείλουν να επιστρέψουν στο κράτος οκτώ κοινοβουλευτικά κόμματα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα του ελέγχου της επί της νομιμότητας των εσόδων και δαπανών της προεκλογικής εκστρατείας των πολιτικών κομμάτων για τις Προεδρικές Εκλογές.
Συνεπεία των ανωτέρω, η ΕΥ συνέστησε όπως δρομολογηθούν, το συντομότερο δυνατό, είτε από τη Γενική Διευθύντρια (ΓΔ) της ΒτΑ είτε από τον ΓΔ του ΥΠΟΙΚ, οι δέουσες ενέργειες για την ανάκτηση του ποσού χρηματοδότησης για το 2018 και ανάκτηση και ανακατανομή για το 2021.
Ακολούθως, αναφορικά με το φιλοδώρημα που παραχωρείται στους κοινοβουλευτικούς συνεργάτες, των οποίων οι συμβάσεις εργασίας τερματίζονται, η ΕΥ αναφέρει ότι αυτό υπολογίζεται με βάση τον μέσο όρο των συνολικών μηνιαίων απολαβών τους για κάθε μήνα εργοδότησης από την 1.4.2019 και εντεύθεν, αντί με βάση τον μέσο όρο των συνολικών μηναίων απολαβών για κάθε μήνα εργοδότησης, δηλαδή της υπηρεσίας από την ημερομηνία πρόσληψής τους (μέσος μισθός καριέρας).
Η ΕΥ προσθέτει πως υπέδειξε την ανάγκη για επανεξέταση και ρύθμιση των ζητημάτων που προκύπτουν όσον αφορά στον υπολογισμό του φιλοδωρήματος των κοινοβουλευτικών συνεργατών.
Σχετικά με την περίπτωση οκτώ εκτάκτων υπαλλήλων, οι οποίοι προσλήφθηκαν το 2010 για εκτέλεση καθηκόντων «Γραφέα» στο Γραφείο του τότε Προέδρου της ΒτΑ (ΠτΒ) και μετατράπηκαν, από τις 28.4.2016, σε εργοδοτούμενους αορίστου χρόνου, με δύο από αυτούς να αναλαμβάνουν καθήκοντα που δεν συνάδουν με τη θέση που κατέχουν, δηλαδή αυτή του Βοηθού Γραμματειακού Λειτουργού Κλ. Α2-Α5-Α7, η ΕΥ συνέστησε την ανάθεση καθηκόντων που αντιστοιχούν στη θέση που κατέχουν.
Ακολούθως, σημειώνοντας ότι οι υπάλληλοι της ΒτΑ είναι δημόσιοι υπάλληλοι, για τους οποίους αρμόδια αρχή είναι ο ΠτΒ, η ΕΥ αναφέρει πως διαπίστωσε ότι τα Σχέδια Υπηρεσίας των υπαλλήλων της Βουλής τροποποιούνται, κατά παράβαση του άρθρου 27 του ιδίου Νόμου, με απόφαση μόνο του ΠτΒ, δηλαδή χωρίς να έχουν καταρτιστεί από το Υπουργικό Συμβούλιο (ΥΣ) και να κατατεθούν για έγκριση από την Ολομέλεια του σώματος της ΒτΑ. Προστίθεται ότι εντοπίστηκαν περιπτώσεις όπου τα Σχέδια Υπηρεσίας τροποποιήθηκαν από πρώην ΠτΒ, μετατρέποντας διευθυντικές θέσεις από «Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής» σε «Προαγωγής», φωτογραφίζοντας συγκεκριμένα άτομα.
Η ΓΔ ΒτΑ ενημέρωσε την ΕΥ ότι η ΠτΒ έδωσε οδηγίες για την ετοιμασία σχετικής πρότασης νόμου, με την οποία να διασαφηνίζεται ότι, παρά τις διατάξεις του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου, τα Σχέδια Υπηρεσίας των υπαλλήλων της Βουλής, κατ’ επιταγή του Συντάγματος Άρθρο (73.1), καταρτίζονται από τον εκάστοτε ΠτΒ βάσει εσωτερικά προβλεπόμενης στον Κανονισμό της Βουλής διαδικασίας, η οποία να πληροί τα εχέγγυα της διαφάνειας, ισονομίας και των αρχών της αξιοκρατίας και αφού προηγηθεί διαβούλευση με τα σχετικά συνδικαλιστικά σώματα και αρμόδιους υπηρεσιακούς, αναφέρεται.
Τέλος, η ΕΥ αναφέρει πως η ΒτΑ, χωρίς την εκ των προτέρων έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, προέβη στη σύσταση του Ιδρύματος Κοινοβουλευτισμού και Συμμετοχικής Δημοκρατίας της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Όπως σημειώνεται, με βάση τη σχετική νομοθεσία, κάθε ίδρυμα συνιστά διάθεση περιουσίας, εξουσία που με βάση το άρθρο 54 του Συντάγματος ανήκει στο ΥΣ.
Προστίθεται ότι η ΒτΑ ανέλαβε, έναντι του Ιδρύματος, πολυετή δέσμευση, ενώ πέραν τούτου, ο Εκτελεστικός Διευθυντής του Ιδρύματος προσλήφθηκε με σύμβαση που θα καταστεί αορίστου χρόνου, δηλαδή θα εργοδοτείται μέχρι την ημέρα αφυπηρέτησής του, με διαδικασίες που φωτογράφιζαν την πρόσληψή του.
Συμπληρώνεται ότι η ΓΔ ΒτΑ ενημέρωσε ότι η ΠτΒ συμφωνεί με τις υποδείξεις της Υπηρεσίας και έδωσε οδηγίες, προς την ίδια και τη Γραμματέα του Ιδρύματος, για υλοποίηση των συστάσεων.
Αναφορικά με τα οικονομικά αποτελέσματα κατ’ έτος και την αντίστοιχη υλοποίηση του προϋπολογισμού, η ΕΥ αναφέρει πως το 2021 οι δαπάνες ανήλθαν σε €26.010.714 έναντι εσόδων € 93.778, ενώ το 2022 οι δαπάνες ανήλθαν σε €27.489.343 έναντι εσόδων €40.628.
Σχετικά με τον αριθμό του προσωπικού, αναφέρεται ότι στο τέλος του 2021 υπηρετούσαν στη ΒτΑ 176 άτομα, ενώ στο τέλος του 2022 ο αριθμός τους ανερχόταν σε 194.
Με βάση τα επιμέρους ευρήματα του οικονομικού ελέγχου, καθώς και του ελέγχου συμμόρφωσης και διερευνήσεων, η ΕΥ αναφέρει πως διαπίστωσε, μεταξύ άλλων, ελλιπή συμμόρφωση της ΒτΑ με τις πρόνοιες του Συντάγματος που επιτάσσουν όπως η ΒτΑ ψηφίσει νόμο σχετικά με την εκτέλεση του Προϋπολογισμού της και την καθίδρυση αποτελεσματικών μηχανισμών ελέγχου, για τη διασφάλιση της πλήρους οικονομικής αυτονομίας της.
Η ΕΥ διαπίστωσε επίσης μη εφαρμογή του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου (Ν.1/1990) όσον αφορά στις τροποποιήσεις στα Σχέδια Υπηρεσίας της ΒτΑ, σύσταση ιδρύματος από τη ΒτΑ, χωρίς την εκ των προτέρων έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου και πρόσληψη με αδιαφανείς διαδικασίες προσώπου που θα εργοδοτηθεί μέχρι αφυπηρετήσεως του, καθώς και μη συμμόρφωση της ΒτΑ με τις πρόνοιες του περί της Δημοσιονομικής Ευθύνης και του Δημοσιονομικού Πλαισίου Νόμου (Ν.20(I)/2014), σε σχέση με Ίδρυμα Κοινοβουλευτισμού και Συμμετοχικής Δημοκρατίας της Βουλής των Αντιπροσώπων όσον αφορά στον έλεγχο των οικονομικών καταστάσεων του Ιδρύματος από την Ελεγκτική Υπηρεσία
«Η ΒτΑ ως το νομοθετικό σώμα της χώρας, που έχει ταυτόχρονα την αρμοδιότητα άσκησης Κοινοβουλευτικού ελέγχου, θα πρέπει να εντείνει τις προσπάθειες της ώστε να αποτελεί υπόδειγμα τήρησης του Συντάγματος και των νόμων αλλά και των βέλτιστων πρακτικών και αρχών χρηστής χρηματοοικονομικής διαχείρισης», καταλήγουν οι συστάσεις της ΕΥ.