ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

21 Ιουλίου, η πιο ζεστή ημέρα στην Ιστορία της Γης

Η μέση θερμοκρασία της επιφάνειας του πλανήτη άγγιξε τους 17,09 βαθμούς Κελσίου, σύμφωνα με την «Copernicus»

ΠΗΓΗ: Reuters

H Κυριακή 21 Ιουλίου υπήρξε η θερμότερη ημέρα στην καταγεγραμμένη Ιστορία, σύμφωνα με πρόωρα στοιχεία από την ευρωπαϊκή Υπηρεσία Κλιματικής Αλλαγής Copernicus.

Η μέση θερμοκρασία της επιφάνειας του πλανήτη άγγιξε τους 17,09 βαθμούς Κελσίου, σύμφωνα με την υπηρεσία που ξεκίνησε τις καταγραφές το 1940. Η μέτρηση αυτή μπορεί να ξεπερνάει για πολύ λίγο το προηγούμενο ρεκόρ των 17,08 βαθμών (6 Ιουλίου 2023), όμως οι επιστήμονες προειδοποιούν πως αυτό το υποδεκαδικό ψηφίο έχει μεγάλη σημασία.

«Θα βλέπουμε ρεκόρ να σπάνε τους επόμενους μήνες και τα επόμενα χρόνια», δήλωσε ο διευθυντής της ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Κλιματικής Αλλαγής, Κάρλο Μπουοντέμπο

Οι επιστήμονες παρακολουθούν τις παγκόσμιες θερμοκρασίες εδώ και λίγους μόνο αιώνες. Ωστόσο, υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύουμε ότι η Κυριακή ήταν η θερμότερη ημέρα στη Γη από την έναρξη της τελευταίας εποχής των παγετώνων πριν από περισσότερα από 100.000 χρόνια. Ερευνες των επιστημόνων του παλαιοκλίματος –οι οποίοι χρησιμοποιούν δακτυλίους δέντρων, πυρήνες πάγου, ιζήματα λιμνών και άλλο αρχαίο υλικό για να κατανοήσουν τα περιβάλλοντα του παρελθόντος– υποδηλώνουν ότι η πρόσφατη ζέστη θα ήταν σχεδόν αδύνατο να σημειωθεί κατά την τελευταία περίοδο του γεωλογικού χρόνου.

Αχαρτογράφητα νερά

«Αυτό που έχει σημασία είναι το πόσο μεγάλη είναι η διαφορά ανάμεσα στη μέση θερμοκρασία των τελευταίων 13 μηνών κι εκείνη των προηγούμενων ρεκόρ που έχουμε καταγράψει», δήλωσε ο διευθυντής της Copernicus, Κάρλο Μπουοντέμπο. «Αυτή τη στιγμή έχουμε ήδη μπει στα αχαρτογράφητα ύδατα – και καθώς η θερμοκρασία εξακολουθεί να αυξάνεται, θα βλέπουμε ρεκόρ να σπάνε τους επόμενους μήνες και τα επόμενα χρόνια».

Τα ευρήματα έρχονται σε μια εποχή όπου μεγάλα μέρη του πλανήτη λιώνουν κάτω από μία αφύσικη ζέστη. Οι καύσωνες ευνοούν μεγάλες πυρκαγιές, ενώ επιφέρουν μαζικούς θανάτους σε κλινικές και οίκους ευγηρίας. Τις τελευταίες εβδομάδες, οι καύσωνες «έψησαν» μεγάλες εκτάσεις των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ευρώπης και της Ρωσίας.

Στην Ελλάδα σημειώθηκαν 33 πυρκαγιές μέσα σε 24 ώρες μέχρι τις 18.30 της Δευτέρας. Ο δροσερότερος καιρός θα φέρει κάποια ανακούφιση αυτή την εβδομάδα, αν και οι θερμοκρασίες αναμένεται να ξεπεράσουν τους 39 βαθμούς Κελσίου σε ορισμένα μέρη της ηπειρωτικής χώρας την Τρίτη.

Η Ισπανία διατρέχει επίσης ακραίο κίνδυνο πυρκαγιάς αυτή την εβδομάδα, καθώς οι θερμοκρασίες ανεβαίνουν στα ύψη στα νότια της χώρας. Η Σεβίλλη και η Κόρδοβα θα πλησιάσουν τους 43 βαθμούς Κελσίου την Τετάρτη, σύμφωνα με την ισπανική εταιρεία πρόγνωσης AEMET. Τμήματα της νότιας Γαλλίας και της Ιταλίας κινδυνεύουν επίσης από πυρκαγιές.

Η ακραία ζέστη αναμένεται να μειωθεί ελαφρώς μέσα στον επόμενο ενάμιση μήνα. Αλλά η συνολική τάση της παγκόσμιας θερμοκρασίας θα παραμείνει ανοδική όσο οι άνθρωποι διοχετεύουν στην ατμόσφαιρα αέρια που προκαλούν το λεγόμενο «φαινόμενο του θερμοκηπίου».

Πριν από λίγες εβδομάδες η υπηρεσία Copernicus βρήκε πως ο πλανήτης βίωσε 12 συναπτούς μήνες με μέση θερμοκρασία ίση ή μεγαλύτερη του 1,5 βαθμού Κελσίου για πρώτη φορά από την εποχή που ο άνθρωπος ξεκίνησε να χρησιμοποιεί ορυκτά καύσιμα. Αν και ένας χρόνος με αυτούς τους αριθμούς δεν σημαίνει αναγκαστικά πως οι ηγέτες των μεγάλων κρατών έχουν χάσει τον «στόχο του 1,5 βαθμού» έως το τέλος του αιώνα, εντούτοις η πίεση που ασκεί η υψηλή θερμοκρασία σε ανθρώπους και οικοσυστήματα είναι πλέον εμφανής. Η διαφορά στην πρόσληψη αυτών των θερμοκρασιών από το ανθρώπινο σώμα μπορεί πλέον να συγκριθεί με την αντίδρασή μας όταν ανεβάζουμε πυρετό.

Ο στόχος του 1,5 βαθμού

«Το να κρατηθεί η αύξηση της παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας κάτω από τον 1,5 βαθμό δεν είναι αδύνατο, αλλά μοιάζει με μία απελπισμένη προσπάθεια», δήλωσε στο πρακτορείο Reuters η δρ Βανέσα Μπρότο από το Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ. «Μερικές φορές είναι σαν να ξυπνάς θαμμένος κάτω από το χώμα, πραγματικά τρομακτικό».

Οι χάρτες της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC) και του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA) δείχνουν ότι απαιτούνται ριζικές περικοπές στη ζήτηση ορυκτών καυσίμων για να επιτευχθεί ο στόχος για μηδενικές εκπομπές έως το 2050.

Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε πέρυσι και η οποία πρότεινε πιο «ρεαλιστικά» επίπεδα μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα σε σχέση με προηγούμενες μελέτες, διαπίστωσε ότι μεταξύ 2020 και 2050 η αγορά ορυκτού άνθρακα θα πρέπει να μειωθεί κατά 99%, πετρελαίου κατά 70% και φυσικού αερίου κατά 84% για να επιτευχθούν οι κλιματικοί στόχοι.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

ΠΗΓΗ: Reuters

Περιβάλλον: Τελευταία Ενημέρωση