Kathimerini.gr
Διευρύνεται το οικονομικό χάσμα που άνοιξε η πανδημία ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ε.Ε., καθώς η υπερδύναμη προσφέρει πολύ πιο γενναιόδωρη στήριξη στην οικονομία της, ενώ παράλληλα προωθεί σαφώς ταχύτερα την εμβολιαστική διαδικασία. Το πακέτο Μπάιντεν του 1,9 τρισ. δολαρίων, που πλέον έχει εγκριθεί και από τα δύο Σώματα του αμερικανικού Κογκρέσου, αναμένεται να επιταχύνει θεαματικά την ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας, ενώ το Ταμείο Ανάκαμψης της Ευρωζώνης φαίνεται να έχει πολύ μικρότερες δυνατότητες και αργεί η εκταμίευση των κεφαλαίων του.
Από την αρχή της πανδημίας, το πλήγμα ήταν δυσανάλογα μεγάλο για την Ευρωζώνη, καθώς η οικονομία της συρρικνώθηκε κατά 6,6% στη διάρκεια του περασμένου έτους, όταν η αντίστοιχη μείωση του αμερικανικού ΑΕΠ ήταν 3,5%. Σύμφωνα δε με τις εκτιμήσεις των διεθνών οικονομικών οργανισμών, η Ευρωζώνη αναμένεται να γνωρίσει διπλή ύφεση, καθώς το πρώτο τρίμηνο του έτους εκτιμάται πως και πάλι θα μειωθεί το ΑΕΠ της. Την περασμένη εβδομάδα ο ΟΟΣΑ προέβλεψε πως η αμερικανική οικονομία θα σημειώσει ανάπτυξη 6,5% φέτος και 4% το επόμενο έτος, ενώ για την Ευρωζώνη προβλέπει αντίστοιχα ανάπτυξη 3,9% και 3,8%. Ακόμη πιο ευοίωνες για την αμερικανική οικονομία είναι οι προβλέψεις της Goldman Sachs που προεξοφλεί θεαματικά αποτελέσματα από το πακέτο Μπάιντεν και μιλάει για κινεζικούς ρυθμούς ανάπτυξης της τάξεως τουλάχιστον του 7% μέσα στο τρέχον έτος και 5,1% το επόμενο. Αν δικαιωθεί η εκτίμηση του τραπεζικού κολοσσού, τότε η οικονομία της υπερδύναμης θα σημειώσει φέτος τον υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης από το 1984 και την προεδρία του Ρόναλντ Ρέιγκαν. Η Goldman Sachs προβλέπει, άλλωστε, σημαντική βελτίωση στην αμερικανική αγορά εργασίας με την ανεργία να υποχωρεί από το τρέχον 6,2% στο 4% μέχρι το τέλος του έτους για να μειωθεί περαιτέρω στο 3,5% στα τέλη του 2022 και να σημειώσει έτσι το χαμηλότερο ποσοστό των τελευταίων 50 ετών.
Μιλώντας στους Financial Times ο Ερικ Νίλσεν, επικεφαλής των οικονομολόγων της ιταλικής τράπεζας UniCredit, προβλέπει διεύρυνση του χάσματος ανάμεσα στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, καθώς εκτιμά πως «χάρη στο πακέτο Μπάιντεν η αμερικανική οικονομία θα φτάσει στα προ της πανδημίας επίπεδα ανάπτυξης μέσα στο επόμενο έτος, ενώ στην Ευρώπη δεν υπάρχει ρεαλιστική προοπτική να συμβεί κάτι ανάλογο για αρκετά χρόνια». Ο εν λόγω οικονομολόγος εκτιμά ειδικότερα πως μετά και το πακέτο Μπάιντεν η αμερικανική οικονομία θα έχει δεχθεί συνολική δημοσιονομική στήριξη της τάξεως του 11% ώς 12% του αμερικανικού ΑΕΠ, δηλαδή σε ποσοστό τριπλάσιο από την ύφεση του 3,5% που υπέστη το περασμένο έτος. Για τις χώρες της Ευρωζώνης, αντιθέτως, ο ίδιος επισημαίνει πως το σύνολο των δημοσιονομικών μέτρων που έχουν ληφθεί μαζί και με τις έκτακτες δαπάνες αλλά και τα μειωμένα φορολογικά έσοδα και τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης η συνολική τόνωση δεν θα υπερβεί το 6% του ΑΕΠ της. Και όπως επισημαίνει το ποσοστό αυτό ισοδυναμεί με μόλις το 70% του ΑΕΠ που έχασε με την ύφεση του 2020.
Η απόκλιση ανάμεσα στις δύο πλευρές του Ατλαντικού είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, καθοριστική σε ό,τι αφορά τον ρυθμό των εμβολιαστικών προγραμμάτων. Οπως ανέφερε την περασμένη εβδομάδα ο Αμερικανός πρόεδρος, εκτιμάται πως μέχρι την 1η Μαΐου κάθε Αμερικανός ενήλικας θα έχει επιλεγεί για τουλάχιστον μία δόση εμβολίου και από την εθνική εορτή της 4ης Ιουλίου διαφαίνεται προοπτική για επιστροφή σε κάποια κανονικότητα. Στην Ε.Ε., αντιθέτως, δεν είναι καν βέβαιο αν θα επιτευχθεί ο στόχος να έχει εμβολιαστεί το 70% των ενηλίκων μέχρι τον Σεπτέμβριο, καθώς η διαδικασία προσκρούει διαρκώς σε καθυστερήσεις στην παραγωγή ή την παράδοση των εμβολίων και τώρα στον προβληματισμό για τις παρενέργειες του εμβολίου της AstraZeneca.
Και όπως τονίζουν οι Financial Times, οι καθυστερήσεις αυτές έχουν μείζονα αντίκτυπο στις ευρωπαϊκές οικονομίες. Την ώρα κατά την οποία ορισμένες αμερικανικές πολιτείες όπως η Φλόριντα και το Τέξας ανακαλούν τα περισσότερα από τα περιοριστικά μέτρα, στην Ευρώπη ορισμένες χώρες όπως η Ιταλία και η Γαλλία επαναφέρουν αυστηρότερα μέτρα αντιδρώντας στη νέα αύξηση των κρουσμάτων. Τον αναπόφευκτο αντίκτυπο στην οικονομία αναγνωρίζουν στελέχη της ΕΚΤ όπως ο πρώην αντιπρόεδρος Βιτόρ Κονστάνσιο που υπογράμμισε πως «οι καθυστερήσεις και η ανεπαρκής δημοσιονομική στήριξη θα πλήξουν την ανάπτυξη τα επόμενα τρίμηνα».
Ο ίδιος προειδοποίησε, άλλωστε, την Ε.Ε. ότι κινδυνεύει να σημειώσει φέτος μόνον τη μισή ανάπτυξη από εκείνη που θα γνωρίσει η αμερικανική οικονομία. Το πρόβλημα αναγνώρισε, άλλωστε, την περασμένη εβδομάδα και η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, επισημαίνοντας ότι η Ε.Ε. έχει μείνει πίσω σε σύγκριση με τις ΗΠΑ σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική στήριξη στην οικονομία και τόνισε πως «τα δημοσιονομικά μας μέτρα δεν έχουν ακόμη αρχίσει και τα χρειαζόμαστε».