ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Μπορούν τα τραπεζικά ιδρύματα να επιβάλουν μονομερώς νέες πολιτικές σε πελάτες με συμφωνίες στεγαστικού δανείου;

Πρόσφατα είχα την ευκαιρία να ασχοληθώ, με μια υπόθεση όπου ένα τραπεζικό ίδρυμα στην Κύπρο ζήτησε από τον πελάτη είτε να αποπληρώσει νωρίτερα το στεγαστικό του δάνειο είτε να μεταφέρει το δάνειό του σε άλλη τράπεζα. Ο λόγος για αυτό το αυστηρά δραστικό αίτημα ήταν γιατί η τράπεζα είχε αποφασίσει να εφαρμόσει μια νέα πολιτική σύμφωνα με την οποία όλες οι υποθέσεις των στεγαστικών δανείων των Βρετανών πολιτών θα έπρεπε να τακτοποιηθούν μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου 2022. Αξίζει να σημειωθεί ότι, στην περίπτωση του πελάτη μας, αν και επρόκειτο για εξυπηρετούμενο δάνειο στο οποίο είχε συμφωνηθεί καθορισμένη περίοδος αποπληρωμής καθώς και σταθερή μηνιαία δόση, η τράπεζα έλαβε τη μονομερή απόφαση να αλλάξει την πολιτική της, επηρεάζοντας έτσι τους όρους της συμφωνίας η οποία είχε υπογραφεί μεταξύ της τράπεζας και του πελάτη. Ως εκ τούτου, ο πελάτης βρέθηκε αντιμέτωπος με αυτή την προβληματική κατάσταση χωρίς δική του υπαιτιότητα.

Αυστηρά και νομικά ομιλούντες, εδώ επρόκειτο για ξεκάθαρη περίπτωση παράβασης συμφωνίας. Από τη στιγμή που κάποιος συνάπτει γραπτή συμφωνία με την τράπεζα για καθορισμένη περίοδο αποπληρωμής του δανείου, οποιεσδήποτε αλλαγές στους όρους της παρούσας συμφωνίας οδηγούν αμέσως το άλλο μέρος σε παραβίαση όρων, στην προκειμένη δηλαδή περίπτωση την ίδια την τράπεζα, η οποία ζητούσε από τον πελάτη να αποπληρώσει το δάνειό του νωρίτερα από ό,τι είχε συμφωνηθεί αρχικά, θέτοντας έτσι τον δανειζόμενο σε πολύ δύσκολη θέση και εκτός του προγραμματισμένου χρονικού πλαισίου αποπληρωμής.

Δυστυχώς, ωστόσο, σε αρκετές περιπτώσεις, συμβαίνει οι όροι μιας δανειακής σύμβασης να είναι ετεροβαρείς υπέρ της τράπεζας και εδώ είναι που βλέπουμε να εισχωρούν καταχρηστικές ρήτρες. Το χρονικό εκείνο διάστημα που ο πελάτης υπέγραφε τη σύμβαση, δεν θα μπορούσε να είχε αντιληφθεί τις σοβαρές συνέπειες αυτών των καταχρηστικών ρητρών. Ως αποτέλεσμα, η τράπεζα εκμεταλλεύεται πλήρως την κατάσταση καθώς ο πελάτης βρίσκεται εντελώς στο έλεος της και των τακτικών αυτής.

Σαφώς, πρόκειται για ένα νομικό ζήτημα το οποίο θα μπορούσε να αμφισβητηθεί μέσω του Δικαστηρίου ως προς το κατά πόσο η τράπεζα έχει το δικαίωμα να λάβει τέτοια μονομερή απόφαση, έχοντας υπ΄ όψη τις αρχές του σχετικού Νόμου αναφορικά με  την ύπαρξη καταχρηστικών ρητρών εντός μίας  συμφωνίας. Μάλιστα, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) έχει αποφανθεί σε αρκετές παρόμοιες περιπτώσεις καταχρηστικών ρητρών και τονίζω με απόλυτη βεβαιότητα πως το ΔΕΕ έχει συνήθως  αποφανθεί υπέρ του δανειζόμενου αντί του τραπεζικού ιδρύματος.

Το ερώτημα το οποίο πάντοτε τίθεται, όπως και στην προκειμένη περίπτωση, είναι κατά πόσο ο δανειζόμενος είναι διατεθειμένος να εμπλακεί σε μια χρονοβόρα διαδικασία αντιδικίας έτσι ώστε να διασφαλίσει τα δικαιώματά του ή κατά πόσο θα επιλέξει να μεταβιβάσει το δάνειό του σε άλλο τραπεζικό ίδρυμα. Σαφώς, ο δανειζόμενος πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι έχει δικαιώματα και όχι μόνο υποχρεώσεις έναντι της τράπεζας. Από τη στιγμή που παραβιάζεται ένα από τα δικαιώματά του, όπως στην προκειμένη περίπτωση, όπου η τράπεζα «εξαναγκάζει» τον δανειζόμενο να μεταβιβάσει το δάνειο σε άλλη τράπεζα ή να αποπληρώσει το δάνειο στην τράπεζα νωρίτερα από τη συμφωνηθείσα προθεσμία και με εφάπαξ πληρωμή, ο πελάτης έχει το δικαίωμα να υπερασπιστεί την υπόθεσή του και να ζητήσει νομική συμβουλή με σκοπό να καταλήξει σε ένα φιλικό διακανονισμό. Ο δανειζόμενος έχει κάθε δικαίωμα να διαπραγματευτεί προς επίτευξη μείωσης του υπολοίπου του δανείου, εάν αποφασίσει να το αποπληρώσει εξ’ ολοκλήρου με μια πληρωμή, ανεξάρτητα και από το κατά πόσο ή όχι θα μεταφέρει το δάνειο σε άλλη τράπεζα. Ο πελάτης με αυτό τον τρόπο βρίσκεται εκτεθειμένος σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση όπου πρέπει να ξαναπεράσει την όλη διαδικασία μεταφοράς του δανείου του από το ένα τραπεζικό ίδρυμα στο άλλο με όλες τις διαδικασίες και έξοδα που αυτό συνεπάγεται για άλλη μια φορά. Ως εκ τούτου, το κίνητρο του δανειστή σε αυτήν την περίπτωση είναι πρωτίστως να μειώσει το βάρος της αποπληρωμής του δανείου, πριν μεταφέρει το δάνειο σε άλλη τράπεζα.

Ένα άλλο πλεονέκτημα που θα πρέπει να εξετάσει ο δανειζόμενος, εάν βρεθεί σε αυτή την προβληματική κατάσταση, είναι να διαπραγματευτεί χαμηλότερο επιτόκιο με το νέο τραπεζικό ίδρυμα. Από την άλλη, ωστόσο, η νέα τράπεζα θα προβεί σε πιστωτικό έλεγχο στον δανειστή και υπάρχει πιθανότητα τα πιστωτικά όρια τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, όπου η πανδημία έχει επηρεάσει δραστικά την οικονομία, να οδηγήσει σε μια κατάσταση όπου το πιστωτικό όριο να έχει βρεθεί σε χαμηλά επίπεδα και ως εκ τούτου, η νέα τράπεζα ενδέχεται να μην χορηγήσει το δάνειο.

Ένα άλλο γεγονός που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι η ανάγκη ο πελάτης να διαπραγματευτεί με την υπάρχουσα τράπεζα για το ποιες τραπεζικές χρεώσεις και για άλλες διαδικασίες θα χρεωθεί όχι μόνο από την παρούσα αλλά και από τη νέα τράπεζα στην οποία θα αναγκαστεί να μεταφέρει το στεγαστικό του δάνειο. Άρα, ο δανειζόμενος πρέπει να είναι προσεκτικός ώστε, στο τέλος της ημέρας, να μην του γίνουν άσκοπα και άδικα αυτές οι χρεώσεις και από τις δύο τράπεζες.

Στην Κύπρο, τα τελευταία χρόνια, αυτό που προηγουμένως θεωρείτο μια απλή διαδικασία ανοίγματος τραπεζικού λογαριασμού και λήψης στεγαστικού δανείου, έχει πλέον γίνει ένα αρκετά περίπλοκο ζήτημα το οποίο, δυστυχώς, σε πολλές περιπτώσεις, εάν ο πελάτης δεν είχε λάβει σωστή νομική συμβουλή από την αρχή και προτού συνάψει οποιαδήποτε συμφωνία με την τράπεζα, στο τέλος αυτό θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα, μια κατάσταση όπου η τράπεζα έχει το πλήρες πλεονέκτημα έναντι του πελάτη, προκαλώντας έτσι μεγάλο πρόβλημα και κόστος στον πελάτη προκειμένου να υπερασπιστεί τα δικαιώματά του.

Επιπλέον, και επειδή ο πελάτης είναι ως συνήθως πέραν του δέοντος πρόθυμος να λάβει το στεγαστικό δάνειο, τείνει να υπογράφει τα έγγραφα που του παρέχει η τράπεζα χωρίς να αφιερώνει χρόνο και προσπάθεια για να διαβάσει τα μικρά γράμματα. Κατά συνέπεια, αυτό που συμβαίνει συχνά είναι η τράπεζα να συμπεριλαμβάνει καταχρηστικούς ή παράτυπους όρους εντός της συμφωνίας, όπως για παράδειγμα, δηλώνοντας ότι ο πελάτης έχει λάβει νομική συμβουλή πριν από την υπογραφή της συμφωνίας, κάτι που δεν ισχύει, αφού στην πραγματικότητα ο δικηγόρος που παρέχει αυτή την νομική συμβουλή δεν είναι ανεξάρτητος, και δεν επεξηγεί με σαφήνεια τους όρους του δανείου προς τον δανειζόμενο. Με αυτόν τον τρόπο, η τράπεζα θωρακίζει τον εαυτό της, σε περίπτωση όπου προκύψει δικαστική διαμάχη κατά τη διάρκεια της δανειακής συμφωνίας.

Κλείνοντας, θα σας επιστήσω την προσοχή για το πόσο σημαντικό είναι όταν λαμβάνετε τόσο σοβαρές αποφάσεις, όπως είναι η αίτηση για στεγαστικό δάνειο, να φροντίζετε να αναζητάτε ανεξάρτητη νομική συμβουλή από επαγγελματίες και να διασφαλίζετε ότι, όποια έγγραφα και αν υπογράψει κάποιος με την τράπεζα, να υπάρχει ισορροπία δικαιωμάτων και υποχρεώσεων μεταξύ της τράπεζας και του δανειζόμενου.

Το περιεχόμενο αυτού του άρθρου ισχύει κατά την ημερομηνία της πρώτης δημοσίευσής του. Αποσκοπεί στην παροχή γενικών πληροφοριών για το θέμα και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση νομική συμβουλή. Σας συνιστούμε να αναζητήσετε επαγγελματική συμβουλή για το συγκεκριμένο θέμα σας πριν ενεργήσετε για οποιαδήποτε πληροφορία παρέχεται. Για περισσότερες πληροφορίες ή συμβουλές, επικοινωνήστε με τον κ. Σάββα Σαββίδη, Συνέταιρο και Διευθυντή του Γραφείου Πάφου στην Michael Kyprianou & Co LLC, στο Τηλ: +357 26 930 800 ή μέσω email στο Savvas.Savvides@kyprianou.com

Επιχειρήσεις: Τελευταία Ενημέρωση