ΚΥΠΕ
Παρά τη σημαντική μείωση των εισαγωγών από το Ηνωμένο Βασίλειο συνεπεία του Brexit, οι κυπριακές εξαγωγές, κυρίως γαλακτοκομικών προϊόντων, έχουν παραμένει στα ίδια επίπεδα, δήλωσε ο Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας του ΚΕΒΕ Λεωνίδας Πασχαλίδης σε διαδικτυακό συνέδριο που διοργάνωσε η Financial Media Way με τίτλο «Brexit: Ποιες και πόσες είναι οι επιπτώσεις στην Κύπρο».
Όπως εξηγήθηκε στο συνέδριο, το πρόβλημα με τις εισαγωγές προσκρούει στο θέμα της τεκμηρίωσης της καταγωγής ενός προϊόντος, προκειμένου να αποφευχθεί η επιβολή εισαγωγικού δασμού βάσει της εμπορικής συμφωνίας Ηνωμένου Βασιλείου και ΕΕ, ενώ οι κυπριακές εξαγωγές δεν αντιμετωπίζουν τέτοιο πρόβλημα, αφού τεκμηριώνεται η καταγωγή. Την ίδια ώρα οι Κύπριοι εισαγωγείς φαίνεται ότι έχουν αντικαταστήσει το Ηνωμένο Βασίλειο με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ολλανδία και η Ιταλία.
«Με βάση τα τελευταία στοιχεία, μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου 2021, παρατηρούμε στις εισαγωγές μία μείωση 43% σε ετήσια βάση», είπε ο κ. Πασχαλίδης, σημειώνοντας ειδικότερα πως από €431 εκατ., που ήταν οι εισαγωγές προ πανδημίας (Ιανουάριος – Σεπτέμβριος 2019), οι εισαγωγές την αντίστοιχη περίοδο του 2021 υποχώρησαν στα €246 εκατ.
Την ίδια ώρα, πρόσθεσε, οι εξαγωγές έχουν παραμείνει περίπου στα ίδια επίπεδα. «Πιστεύω ότι οι εξαγωγές δεν επηρεάστηκαν διότι τα προϊόντα που εξάγουμε είναι τα γαλακτοκομικά προϊόντα, βλέπε χαλούμι, φρούτα και λαχανικά, και φαρμακευτικά προϊόντα και όλα αυτά τα προϊόντα δεν έχουν πρόβλημα να πληρούν τους κανόνες καταγωγής, ενώ εισαγωγές προϊόντων είχαν πρόβλημα με τους κανόνες καταγωγής», εξήγησε.
Ο κ. Πασχαλίδης εξέφρασε την ελπίδα ότι ο κυπριακές εξαγωγές δεν θα επηρεαστούν και στη συνέχεια, καθώς οι βρετανικές αρχές θα εφαρμόσουν ελέγχους και πιστοποιήσεις στον τομέα των τροφίμων θα εντός του 2022, που θα σημαίνουν πολύ περισσότερους διατυπώσεις.
Όσον αφορά τις εισαγωγές, ο κ. Πασχαλίδης εξήγησε πως η επιβολή εισαγωγικού ΦΠΑ δημιουργεί πρόβλημα ρευστότητας στις κυπριακές επιχειρήσεις, αφού το καταβάλλουν στην εισαγωγή, ενώ πρέπει να αναμένουν την πώληση του προϊόντος προκειμένου να εισπράξουν το ΦΠΑ και ακολούθως να γίνεται ο διακανονισμός.
Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει υποχωρήσει στην 7η θέση όσον αφορά τις εισαγωγές από την 3η θέση και παρατηρούμε μειώσεις σε όλα τα προϊόντα, είπε.
Σημείωσε δε ότι οι εισαγωγές από την Ιταλία αυξήθηκαν κατά 44% και από την Ολλανδία κατά 18%. «Είναι λογικό και αναμενόμενο διότι οι επιχειρηματίες θέλουν να συνεργάζονται, να πραγματοποιούν συναλλαγές με όσο το δυνατόν ευκολότερο τρόπο και όταν είσαι κράτος μέλος είναι πολύ πιο εύκολο από τη συναλλαγή με μια τρίτη χώρα» εξήγησε.
Το πρόβλημα με τα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα
Στη δική της παρέμβαση, η Διευθύντρια του Τμήματος Τελωνείων, Θεοδώρα Δημητρίου, ανέφερε πως η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου οδήγησε σε αύξηση του φόρτου του τμήματος, αλλά και των ταχυδρομείων για αντιμετώπιση των προβλημάτων που προέκυψαν.
«Έχουμε διανύσει χρόνο από την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ και καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου αυτής δημιουργήθηκαν νέα δεδομένα τόσο για τους πολίτες όσο και τον εμπορικό κόσμο», είπε.
Με βάση τα στοιχεία που παρέθεσε, ο όγκος διασαφήσεων εισαγωγής, που αφορούσε αποκλειστικά το Ηνωμένο Βασίλειο αυξήθηκε κατά 24,7%, ενώ ο συνολικός αριθμός διασαφήσεων εξαγωγής το 2021 αυξήθηκε κατά 15,8% αποκλειστικά το Ηνωμένο Βασίλειο.
Ωστόσο, όπως είπε, με βάση την αποκτηθείσα εμπειρία ορισμένα κέντρα διανομής του Ηνωμένου Βασιλείου εξετάζουν έστω και αργά το ενδεχόμενο μετεγκατάστασής τους ή και την ίδρυση θυγατρικών εταιρειών σε χώρες της ΕΕ για απάμβλυνση των υφιστάμενων προβλημάτων.
Σημαντικό πρόβλημα προέκυψε ειδικότερα στις εισαγωγές αυτοκινήτων από το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο έχει την ίδια κατεύθυνση οδήγησης με την Κύπρο. Το πρόβλημα έγκειται στο ότι οι εισαγωγείς μεταχειρισμένων δεν μπορούν να υποβάλουν πιστοποιητικό βεβαίωσης καταγωγής ακόμη και για αυτοκίνητα ευρωπαϊκής κατασκευής, προκειμένου να μην καταβάλουν εισαγωγικό δεσμό.
Όπως εξήγησε η κ. Δημητρίου αυτοκίνητα ευρωπαϊκής κατασκευής, που μεταφέρονται και πωλούνται σε τρίτη χώρα, χάνουν τον ενωσιακό τους χαρακτήρα.
«Εδώ είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εισαγωγείς. Δεν υπάρχουν σχετικά έγγραφα για να προσκομιστούν στο Τμήμα Τελωνείων, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζονται ως εισαγόμενα και να επιβάλλεται εισαγωγικός δασμός και ΦΠΑ», εξήγησε.
Παράλληλα, σύμφωνα με την κ. Δημητρίου, μεταχειρισμένα αυτοκίνητα που μπορούν να εισαχθούν από το ΗΒ και συνοδεύονται από πιστοποιητικό βεβαίωσης καταγωγής εισάγονται χωρίς την καταβολή εισαγωγικού δασμού λόγω της συμφωνίας του ΗΒ με την ΕΕ, αλλά υπόκεινται στην καταγωγή ΦΠΑ εισαγωγής.
Το ίδιο ισχύει και για μεταχειρισμένα αυτοκίνητα που μεταφέρονται από ευρωπαϊκά κράτη με τη διαδικασία μεταφόρτωσης (transhipment) και έλθουν στην Κύπρο αυτά θα πληρούν τους κανόνες επανεισαγωγής, με αποτέλεσμα να εισάγονται χωρίς την καταβολή εισαγωγικού δασμού, αλλά μόνο με την επιβολή εισαγωγικού ΦΠΑ.
«Αν όμως τα μεταχειρισμένα αυτά οχήματα πωλούνται και χρησιμοποιούνται για αρκετό διάστημα στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν μπορεί να τεκμηριωθεί η ταυτοποίησή του ως ευρωπαϊκό και για αυτό επιβάλλεται και εισαγωγικός δασμός και εισαγωγικό ΦΠΑ», είπε.
Η πτήση με υποσχόμενο προορισμό που δεν αναχώρησε
Εξάλλου, ο Κωνσταντίνος Πολυκάρπου, της Γραμματείας Ευρωπαϊκών Υποθέσεων στο Υπουργείο Εξωτερικών, περιέγραψε το πολιτικό σκηνικό που επικράτησε και συνεχίζει να επικρατεί στις συζητήσεις μεταξύ ΕΕ και Ηνωμένου Βασιλείου, λέγοντας παρά τις πολιτικές συμφωνίες, οι δυσκολίες ανακύπτουν όταν οι συζητήσεις προχωρούν στο τεχνοκρατικό επίπεδο.
Σύμφωνα με τον κ. Πολυκάρπου, η συμφωνία αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ και τη Συμφωνία συνεργασίας ήταν φιλόδοξη στον βαθμό που τα δύο μέρη ήταν φιλόδοξα.
«Είμαστε στη φάση της αναμονής για την αναχώρηση της πτήσης μας προς ένα υποσχόμενο προορισμό, υποσχόμενο στο βαθμό της φιλοδοξίας, είδαμε ότι η αναχώρηση καθυστερούσε και καθυστερεί ακόμη», είπε χαρακτηριστικά.
Όπως είπε, τις συζητήσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ηνωμένου Βασιλείου μονοπώλησε το πρωτόκολλο για την Ιρλανδία και τη Βόρειο Ιρλανδία, ενώ υπήρξαν δύσκολες συζητήσεις για το θέμα της Αλιείας, ενώ την ίδια ώρα η γραφειοκρατία οδήγησε σε φαινόμενα αποκλεισμού φορτηγών με εμπορεύματα στα λιμάνια, ενώ καταγράφηκαν και περιπτώσεις που σημειώθηκαν ελλείψεις σε προϊόντα σε υπεραγορές στο ΗΒ.
Ο Γενικός Διευθυντής του Συνδέσμου Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου, Κυριάκος Ιορδάνου είπε πως ο τομέας των υπηρεσιών ήταν ο «φτωχός συγγενής» της συμφωνίας αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου.
Στον τομέα των υπηρεσιών υπάρχουν δύο ή τρεις εξειδικευμένοι περιορισμοί για την Κύπρο σε σχέση με την παροχή φορολογικών, λογιστικών και ελεγκτικών υπηρεσιών μεταξύ Κύπρου – Βρετανίας, «το οποίο ενδεχομένως να περιορίσει σημαντικά τη δραστηριότητα».
Παράλληλα, σύμφωνα με τον κ. Ιορδάνου, ενώ οι ακαδημαϊκοί τίτλοι του Ηνωμένου Βασιλείου αναγνωρίζονται, το ίδιο δεν συμβαίνει και με τους επαγγελματικούς τίτλους (ACCA κλπ), οι οποίοι από την 1η Ιανουαρίου 2022 αντιμετωπίζονται ως τίτλοι από τρίτη χώρα και θα πρέπει να αναγνωριστούν εκ νέου και δη το θέμα της πείρας.
Απαντώντας σε ερώτηση αν υπάρχει ενδιαφέρον για εγγραφή βρετανικών εταιρειών στην Κύπρο μετά το Brexit, o κ. Ιορδάνους είπε πως παρά το γεγονός ότι η Κύπρος εφαρμόζει το κοινό βρετανικό δίκαιο, εντούτοις οι ιδιαιτερότητες συνδεσιμότητας της Κύπρου σε σύγκριση με άλλες ηπειρωτικές ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και ότι κάποια κράτη – μέλη αποτελούν έδρα ευρωπαϊκών θεσμών και οργανισμών αποτελεί εμπόδιο στην εισδοχή βρετανικών εταιρειών στην Κύπρο.
Σημείωσε πως ο ίδιος δεν είναι «φοβερά αισιόδοξος» αναφορικά με την προσέλκυση μεγάλου αριθμού εταιρειών, λέγοντας ότι το θέμα αυτό θα πρέπει να εξεταστεί μέσα του όλου επενδυτικού περιβάλλοντος στην Κύπρο όσον αφορά τη λειτουργία των εταιρειών.
Τέλος, όσον αφορά τις αλλαγές στην τάση επιλογής χώρου σπουδών στην μετά το Brexit εποχή, ο κ. Πολυκάρπου είπε πως αν και ίδιος δεν έχει συγκεκριμένα στοιχεία, υπάρχει στροφή προς άλλες χώρες, την Ολλανδία και τη Σουηδία, ενώ ενδεχομένως να υπάρχει και ροή προς άλλες χώρες.