
ΚΥΠΕ
Συνεχίστηκε την Παρασκευή στο Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας η διαδικασία της δίκης εντός δίκης για την υπόθεση της Γερμανίδας κτηματομεσίτριας, η οποία κατηγορείται για σφετερισμό ελληνοκυπριακών περιουσιών στα κατεχόμενα, με την κλήτευση δύο μαρτύρων και την πλευρά της υπεράσπισης να θέτει ζήτημα παράνομης επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων.
Υπενθυμίζεται ότι η εν λόγω διαδικασία είχε ξεκινήσει έπειτα από αίτημα της υπεράσπισης, καθώς αμφισβήτησε τη νομιμότητα της διαδικασίας σύλληψης της κατηγορουμένης και της μετέπειτα έρευνας και εξέτασης των ηλεκτρονικών συσκευών που κατασχέθηκαν, όπως υποστήριξε, χωρίς ένταλμα.
Κατά την έναρξη της σημερινής ακρόασης, ο συνήγορος υπεράσπισης, Σωτήρης Αργυρού, γνωστοποίησε στο δικαστήριο ότι έχει λάβει ενημέρωση από πραγματογνώμονα ότι η γραφή που εμφανίζεται στο έγγραφο συγκατάθεσης που φέρεται να είχε υπογράψει η κατηγορούμενη, τόσο στην αγγλική, όσο και στη γερμανική γλώσσα, δεν ανήκουν σε αυτή, προσθέτοντας πως θα είναι σε θέση να παραδώσει την επίσημη έκθεση από την ερχόμενη Δευτέρα, θέτοντας παράλληλα θέμα επέκτασης του πλαισίου της δίκης εντός δίκης.
Απαντώντας, η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής, Άννα Ματθαίου, ζήτησε από την υπεράσπιση να διευκρινίσει τη θέση της, αν δηλαδή η κατηγορούμενη δεν γνώριζε για ποιο θέμα έδινε συγκατάθεση ή αν υπέγραψε το έγγραφο κατόπιν υπόσχεσης.
Ο πρόεδρος του δικαστηρίου σημείωσε σχετικά ότι η κατηγορούσα αρχή θα χρειαστεί ενδεχομένως να εξετάσει τον ισχυρισμό της υπεράσπισης με δικό της πραγματογνώμονα, προσθέτοντας ότι το ζήτημα θα εξεταστεί εκ νέου εφόσον προκύψει ανάγκη.
Στη συνέχεια, η υπεράσπιση κάλεσε ως μάρτυρα τον Αστυφύλακα, μέλος της Υποδιεύθυνσης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Αστυνομίας, ο οποίος είχε προβεί στην εξέταση ενός κινητού τηλεφώνου και ενός εξωτερικού σκληρού δίσκου και είχε υποβάλει σχετική έκθεση με ημερομηνία 15 Ιουλίου 2024.
Όπως εξήγησε στο δικαστήριο, προχώρησε με τη βοήθεια ειδικού εξοπλισμού στη δημιουργία δικανικού αντιγράφου του κινητού τηλεφώνου και στη συνέχεια στην εξαγωγή και αυτοματοποιημένη δικανική ανάλυση δεδομένων.
Αναφορικά με την σκληρό δίσκο, είπε ότι προέβη με τη βοήθεια διαφορετικού εργαλείου σε δικανική ανάλυση του περιεχομένου, με τα αποτελέσματά της να είναι προσβάσιμα μέσω της χρήσης άλλου λογισμικού, προσθέτοντας ότι και στις δύο περιπτώσεις έγινε κατηγοριοποίηση των αρχείων, ενώ στο τελικό στάδιο της διαδικασίας προχώρησε στη δημιουργία νέου εξωτερικού δίσκου με τα δεδομένα που είχαν εξαχθεί από τις δύο συσκευές.
Στο σημείο αυτό, ο κ. Αργυρού υπέβαλε ένσταση, εκφράζοντας τη θέση ότι η πρόσβαση και η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και δεδομένων από προσωπική επικοινωνία από το κινητό τηλέφωνο και τον εξωτερικό δίσκο, βάσει απόφασης ευρωπαϊκού δικαστηρίου του 2024, είναι δυνατή μόνο για σοβαρά ποινικά αδικήματα, τα οποία δεν καλύπτονται, όπως ανέφερε, στην περίπτωση της κατηγορούμενης. Υποστήριξε επίσης ότι δεν υπήρξε ούτε σχετικό διάταγμα από δικαστήριο ή ανεξάρτητη επιβλέπουσα αρχή, υποστηρίζοντας ότι είναι άσκοπο να παρουσιαστεί το περιεχόμενο σε αυτό το σημείο της δίκης.
Η κ. Ματθαίου απάντησε ότι η διαδικασία γίνεται για να εξακριβωθεί κατά πόσο η διαδικασία μεταφοράς των δεδομένων ήταν νόμιμη και πως δεν έχει τεθεί οτιδήποτε ως τώρα που να το απαγορεύει.
Κατόπιν, ο πρόεδρος του δικαστηρίου ανέφερε ότι η εξέταση του κατά πόσο η εξαγωγή δεδομένων υπήρξε νόμιμη προϋποθέτει την παρουσίαση των αποτελεσμάτων ώστε να διαπιστωθούν τυχόν παραβιάσεις, ως εκ τούτου έκανε δεκτή την παρουσίαση των στοιχείων στο δικαστήριο.
Ακολούθως, ο μάρτυρας πρόβαλε δύο εκ των συνολικά πέντε ηλεκτρονικών φακέλων που περιλαμβάνονταν στα τεκμήρια για σκοπούς εξέτασης στη δίκη εντός δίκης, με την κ. Ματθαίου να ζητά από το δικαστήριο να μη ληφθούν υπόψη μηνύματα με φωτογραφίες τύπου MMS και οι κλήσεις.
Σύμφωνα με τον Αστυφύλακα, τα δεδομένα που μεταφέρθηκαν από το κινητό της κατηγορούμενης περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων 5.196 επαφές και 186.866 αρχεία/πολυμέσα, διευκρινίζοντας πως η χρήστης του τηλεφώνου έχει τη δυνατότητα επιλογής αν θα αποθηκεύονται αυτόματα στη μνήμη της συσκευής αρχεία από εφαρμογές ανταλλαγής άμεσων μηνυμάτων.
Προσέθεσε ότι ο δεύτερος φάκελος περιλάμβανε 21 αρχεία βίντεο από τον εξωτερικό σκληρό δίσκο και προχώρησε στην αναπαραγωγή ενός εξ αυτών, στο οποίο εμφανιζόταν η κατηγορουμένη να πραγματοποιεί παρουσίαση ενός διαμερίσματος σε υποψήφιο πελάτη στα γερμανικά.
Κατά την αντεξέταση, ο κ. Αργυρού ρώτησε αν ο μάρτυρας είχε ελέγξει αν ο χρήστης του τηλεφώνου (κατηγορούμενη) είχε επιλέξει τη ρύθμιση αυτόματης αποθήκευσης φωτογραφιών στη συσκευή, με τον μάρτυρα να απαντά αρνητικά, προσθέτοντας ότι δεν είχε ανοίξει κανένα μήνυμα, ενώ η συσκευή βρισκόταν επίσης κατά την εξέταση σε λειτουργία πτήσης, συνεπώς δεν είχε σύνδεση με κανένα δίκτυο.
Σε επόμενη ερώτηση αν υπήρχε τρόπος να καθοριστεί κατά τη δικανική ανάλυση ποιες από τις φωτογραφίες του τηλεφώνου ήταν από μηνύματα και ποιες έβγαλε η ίδια η κατηγορούμενη, ο μάρτυρας είπε πως δεν υπήρχε λόγος για μια τέτοια ενέργεια γιατί εξήγαγε μόνο τα αποθηκευμένα στη μνήμη της συσκευής αρχεία.
Ερωτηθείς αν προέβη σε έλεγχο για την προέλευση των φωτογραφιών που εξήχθησαν και παραδόθηκαν στους ανακριτές, ο Αστυφύλακας είπε ότι δεν γνωρίζει ποιες φωτογραφίες επέλεξαν οι ανακριτές για την αξιολόγησή τους.
Ακολούθως, στη θέση της υπεράσπισης ότι υπάρχει εργαλείο για συλλογή συγκεκριμένων αντικειμένων για περιορισμό της έρευνας, ο μάρτυρας απάντησε ότι η έρευνα έχει ήδη περιοριστεί και παρουσιάζονται μόνο όσα είχε ζητήσει η ανακριτική ομάδα.
Ακολούθως, έναντι της θέσης της υπεράσπισης ότι οι ενέργειες στις οποίες προέβη συνιστούν επεξεργασία προσωπικών δεδομένων και ότι υπάρχουν διαδικασίες για την πρόσβαση στα τεκμήρια που δεν ακολουθήθηκαν, ο Αστυφύλακας είπε ότι η διαδικασία είναι κοινή για όλες τις ποινικές υποθέσεις, όπου, κατόπιν αίτησης του ανακριτή, ο δικανικός αναλυτής εξάγει και υποβάλλει τα δεδομένα που νομιμοποιείται να εξαγάγει, τα οποία στη συνέχεια αξιολογούνται από τους ανακριτές.
Κλείνοντας την αντεξέταση, ο κ. Αργυρού διατύπωσε τη θέση ότι θα έπρεπε να είχε εκδοθεί προηγουμένως δικαστικό διάταγμα και επιπλέον να υπάρχει ανεξάρτητη επιβλέπουσα αρχή που να περιορίζει την πρόσβαση αυστηρά στα δεδομένα που αφορούν την υπόθεση, προσθέτοντας ότι ο δικανικός αναλυτής δεν έπρεπε να προβεί σε ενέργειες απουσία διατάγματος.
Στη συνέχεια, η κατηγορούσα αρχή κάλεσε ως μάρτυρα την Αρχιαστυφύλακα Δήμητρα Σταύρου από το Τμήμα Καταπολέμησης Εγκλήματος, η οποία, όπως ανέφερε ενώπιον του δικαστηρίου, είχε επιθεωρήσει τον εξωτερικό σκληρό δίσκο που προέκυψε μετά τη δικανική ανάλυση προς ανεύρεση δεδομένων σχετικών με την υπόθεση και ετοίμασε ακολούθως ημερολόγιο ενέργειας.
Στην παρουσίασή της, η κ. Σταύρου πρόβαλε εικόνες εντός του φακέλου με το περιεχόμενο που είχε εξαχθεί από το κινητό τηλέφωνο της κατηγορουμένης, οι οποίες ανέρχονται, όπως είπε, συνολικά σε 50 και αφορούν διαφημιστικές και άλλες προωθητικές δραστηριότητες.
Στο σημείο αυτό, το δικαστήριο ζήτησε το σύνολο των φωτογραφιών να κατατεθεί ως δέσμη ως την επόμενη δικάσιμο την ερχόμενη Τετάρτη ώστε να τεθεί υπόψη της υπεράσπισης και οι δύο πλευρές να προβούν σε δήλωση.
Η διαδικασία θα συνεχιστεί στις 16 Απριλίου και ώρα 10.30 π.μ. με τη συνέχεια της εξέτασης της κ. Σταύρου.