Μετά τον ντόρο που προκλήθηκε με την Επίτροπο Νομοθεσίας, Λουΐζα Χριστοδουλίδου Ζαννέτου, η οποία εντοπίστηκε να οδηγεί υπό την επήρεια αλκοόλης, αρκετοί πολίτες ήταν αυτοί που διερωτήθηκαν ποια είναι η ακριβής διαδικασία του αλκοτέστ και πώς ένα άτομο μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπος με το αδίκημα της άρνησης Παροχής Δείγματος.
Σύμφωνα με δηλώσεις του εκπροσώπου Τύπου της αστυνομικης δύναμης, Χρίστου Ανδρέου, αφού παρέλθουν δέκα λεπτά από το προκαταρκτικό δείγμα που γίνεται στο δρόμο, το άτομο θα πρέπει να μεταβή στο χωρό που υπάρχει τελική μηχανή εξέτασης και σε διάστημα τριών λεπτών πρέπει να υποβληθεί σε δύο νέα δείγματα. Αν αυτά τα δύο δείγματα είναι ανεπαρκή, δηλαδή δεν φυσήξει ικανοποιητικά, τότε αυτό το πρόσωπο κατηγορείται για το αδίκημα της άρνησης ή αποφυγής παραχώρησης δείγματος.
Το πρόσωπο καλείται να φυσήξει για κάποιο χρονικό διάστημα, δηλαδή για κάποια δευτερόλεπτα έτσι ώστε να εξαχθεί το συγκεκριμένο δείγμα από την τελική μηχανή. Από τα δύο δείγματα παραλαμβάνεται το χαμηλότερο, το οποίο συμπεριλαμβάνεται στο φάκελο που οδηγείται ενώπιον δικαστηρίου, νοούμενου ότι υπάρχει ένδειξη πέραν του ορίου αλκοόλης.
Όσον αφορά την περίπτωση της κ. Ζαννέτου, ο κ. Ανδρέου ανέφερε πως η Επ. Νομοθεσίας φαίνεται να μην παρείχε το σωστό δείγμα, δηλαδή δεν φύσηξε όπως έπρεπε ή τουλάχιστον στην ποσότητα του δείγματος που απαιτείται από τη μηχανή για να εξαχθεί το συμπέρασμα αν κάποιος οδηγεί υπό την επήρεια αλκοόλης.
Άρνηση παραχώρησης δείγματος - Οι ποινές
Σύμφωνα με τον περί οδικής ασφάλειας Νόμο (Άρθρο 11), για άρνηση παραχώρησης δείγματος εφαρμόζονται οι μέγιστες ποινές οι οποίες είναι δύο χρόνια φυλάκιση ή δέκα χιλιάδες (10,000) ευρώ χρηματική ποινή, όπως επίσης και η στέρηση άδειας για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια.
Αναλυτικά οι ποινές
Πληροφορίες από 24news