Γαβριήλ Χαρίτος*
Ηταν 9 Οκτωβρίου, δύο μόλις ημέρες μετά τις μαζικές σφαγές της Χαμάς, όταν η ισραηλινή κοινή γνώμη μόλις συνειδητοποιούσε τι είχε συμβεί. Παράλληλα, όμως, αισθανόταν δικαιωμένη ηθικά από τις δηλώσεις συμπαράστασης σύσσωμου του δυτικού κόσμου, χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις. Από την άλλη, η μόνη παραφωνία προήλθε από την Τουρκία.
Ο Ερντογάν τήρησε «ίσες αποστάσεις» μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, προτείνοντας να καταστεί διαμεσολαβητής «για την εκτόνωση της κατάστασης», επιλέγοντας την πιο ακατάλληλη στιγμή. Η αποφυγή του να καταδικάσει απερίφραστα τις μαζικές σφαγές, που θύμιζαν ISIS, προκάλεσε συγκρατημένα σχόλια δυσαρέσκειας στα ισραηλινά ΜΜΕ. Ακριβώς την επομένη, η δυσαρέσκεια μετατράπηκε σε οργή, όταν ο Ερντογάν καταδίκασε την αποστολή αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας στο Ισραήλ, δηλώνοντας ότι αποτελεί προπαρασκευαστική ενέργεια νέας σφαγής στη Γάζα. Διακεκριμένοι Ισραηλινοί πολιτικοί σχολιαστές των κρατικών μέσων ξεσπάθωσαν, καταλήγοντας στο ότι «τίποτα στην ουσία δεν άλλαξε στις σχέσεις με την Αγκυρα», μια και οι δηλώσεις Ερντογάν αναιρούν τις εκπεφρασμένες του καλές προθέσεις για «μια νέα αρχή» στις τουρκοϊσραηλινές σχέσεις, που θα συνοδεύονταν με φιλόδοξες ενεργειακές συμπράξεις στην Αν. Μεσόγειο.
Στα ισραηλινά ΜΜΕ δεν έλειψαν οι σοβαρές αιχμές για τον τρόπο που ανέκαθεν η Τουρκία αντιμετωπίζει τους Κούρδους πολίτες της, αλλά και για το αφήγημά της ως προς την αρμενική γενοκτονία. Ο Ερντογάν, ωστόσο, συνέχισε και χθες ακάθεκτος να ανεβάζει τους τόνους και απευθυνόμενος στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΑΚΡ δήλωσε ότι «η αποστέρηση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ο βομβαρδισμός κατοικημένων περιοχών, δεν συνιστούν “πόλεμο”, αλλά σφαγή». Σήμερα, ουδείς γνωρίζει σε ποιο σημείο προτίθεται ο Τούρκος πρόεδρος να οδηγήσει το κλίμα των σχέσεών του με το Ισραήλ, έναν μόλις μήνα μετά τους εναγκαλισμούς του με τον Νετανιάχου στο περιθώριο της γ.σ. του ΟΗΕ, όταν προανήγγελνε ότι οι δύο χώρες θα πραγματοποιήσουν κοινές εξορύξεις αερίου στην Αν. Μεσόγειο. Ας μην παρασυρόμαστε.
Η Τουρκία δεν θα πολεμήσει χάριν της Χαμάς, ούτε θέλει να φέρει τις σχέσεις με το Ισραήλ στα άκρα. Η ευαισθησία του Ερντογάν για τη Χαμάς οφείλεται στο τεράστιο πολιτικό κεφάλαιο που επένδυσε σε αυτήν από το 2010, πείθοντας την τουρκική κοινή γνώμη ότι η οργάνωση αυτή είναι η μόνη που εκφράζει το αγνό παλαιστινιακό εθνικό κίνημα, ανεξάρτητα από τη ρεαλιστικά αναγκαία πρόσφατη αναζωογόνηση των σχέσεων με την παλαιστινιακή διακυβέρνηση της Ραμάλας, σχέσεις που τελούσαν εν υπνώσει. Παρότι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της Χαμάς ενθαρρύνθηκαν με οθωμανική λεπτότητα να εγκαταλείψουν τη χώρα (κατόπιν επίμονων ισραηλινών πιέσεων μετά την επίσκεψη του Ισραηλινού προέδρου Χέρτσογκ στην Αγκυρα τον Μάρτιο του 2022), ο μέσος Τούρκος ψηφοφόρος του ΑΚΡ δεν συνειδητοποίησε ακόμη ότι το ειδύλλιο Τουρκίας – Χαμάς τελείωσε προ πολλού και ότι η διακυβέρνηση Ερντογάν απλώς προσπαθεί να προλάβει φαινόμενα ισλαμιστικού ριζοσπαστισμού σε εσωτερικό επίπεδο, αλλά και στα συριακά εδάφη που κατέχει.
Πέραν αυτού, ας μην ξεχνάμε ότι η επίσκεψη Χέρτσογκ στην Τουρκία τον περυσινό Μάρτιο έθεσε τις βάσεις για τον μηχανισμό «διαχείρισης πρόληψης κρίσεων» μεταξύ των προεδρικών γραφείων των δύο χωρών, που στελεχώνεται από ικανότατους χειριστές των τουρκοϊσραηλινών υποθέσεων, με σκοπό την αποφυγή τυχόν άκομψων δηλώσεων. Λόγω της ξαφνικής αναστάτωσης που προέκυψε στο Ισραήλ, ο μηχανισμός αυτός ατόνησε. Δεν σημαίνει, όμως, ότι δεν υπάρχει.
* Ο κ. Γαβριήλ Χαρίτος διδάσκει Ιστορία των Πολιτικών Σχέσεων Ελλάδας – Ισραήλ – Κύπρου στο Πανεπιστήμιο Μπεν-Γκουριόν και στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Είναι ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ.