Kathimerini.gr
Τις επιθέσεις εγκαινίασε ήδη ο εν αναμονή πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εναντίον των τριών κυβερνητικών θεσμών, οι οποίοι έθεσαν τα μεγαλύτερα εμπόδια στις πολιτικές φιλοδοξίες του στην πρώτη του θητεία, υπογραμμίζοντας ότι δεν θα ανεχθεί την παραμικρή αντίσταση μετά την επάνοδό του στην προεδρία. Επιλέγοντας στενούς συμμάχους του για την ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης, του Πενταγώνου και των υπηρεσιών πληροφοριών, ο Τραμπ παραγκώνισε γνωστές προσωπικότητες, όπως αυτές που είχε επιλέξει για το πρώτο του υπουργικό συμβούλιο. Η επιλογή του Ματ Γκετς για το υπουργείο Δικαιοσύνης, του Πιτ Χέσγκεθ για το Πεντάγωνο και της Τούλσι Γκαμπάρ ως επικεφαλής των υπηρεσιών αντικατασκοπείας προκάλεσε σοκ στην πρωτεύουσα. Οποιος, όμως, είχε ακούσει προσεκτικά τις προεκλογικές δεσμεύσεις του Τραμπ τα τελευταία δύο χρόνια θα μπορούσε να μαντέψει ότι θα επέλεγε στελέχη πρόθυμα να εκτελέσουν μια «επιθετική εξαγορά» της κυβέρνησης.
Εφόσον οι διορισμοί τους εγκριθούν, οι Γκετς, Χέσγκεθ και Γκαμπάρ θα αποτελέσουν τα προκεχωρημένα στρατεύματα κρούσης στον πόλεμο του Τραμπ κατά του βαθέος κράτους. Και οι τρεις έχουν υιοθετήσει την πεποίθησή του πως οι κρατικοί οργανισμοί στελεχώνονται από δημόσιους υπαλλήλους, οι οποίοι αντιστάθηκαν ενεργά στην πολιτική του ενόσω ήταν πρόεδρος και ηγήθηκαν των διώξεων εναντίον του αφού εγκατέλειψε τον Λευκό Οίκο.
«Προσπαθήσατε να καταστρέψετε τον Τραμπ, προσπαθήσατε να φυλακίσετε τον Τραμπ και προσπαθήσατε να σπάσετε τον Τραμπ. Δεν είναι, όμως, εύθραυστος και τώρα στράφηκε εναντίον σας», είπε την Τετάρτη ο πρώην σύμβουλος του Τραμπ, Στιβ Μπάνον, αφού πληροφορήθηκε τον διορισμό του Ματ Γκετς στο Δικαιοσύνης. Ο Μπάνον ξεχώρισε οικοδεσπότες, παραγωγούς και καλεσμένους στο τηλεοπτικό δίκτυο MSNBC, θεωρούμενο ως αριστερό από το στρατόπεδο Τραμπ, αλλά και πρώην ερευνητές και στελέχη του FBI, ως παραδείγματα στόχων για τον Γκετς. «Γιατί μας φοβούνται; Γιατί ερχόμαστε για να κατεδαφίσουμε την παγκοσμιοποίηση και το βαθύ κράτος», τόνισε ο Μπάνον.
Η επιλογή του Γκετς προκάλεσε τέτοια έκπληξη, ενώ ακόμη και Ρεπουμπλικανοί αναρωτήθηκαν στην αρχή εάν ο Τραμπ αστειευόταν. «Σε αυτό το σημείο καθίσταται πια εμφανές ότι τρολάρει την Αμερική», σχολίασε η Αλίσα Φάρα Γκρίφιν, πρώην σύμβουλος του Τραμπ, η οποία έχει διαρρήξει τις σχέσεις της με τον τέως πρόεδρο.
Η προθυμία του Τραμπ να επιλέξει υποψήφιους υπουργούς, ο διορισμός των οποίων εθεωρείτο αδιανόητος μέχρι σήμερα, αποδείχθηκε και με την ανακοίνωση ότι ο Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ, γνωστός για τις αντιεμβολιαστικές θέσεις του, θα αναλάβει το υπουργείο Υγείας. Ο Τραμπ διάλεξε επίσης την κυβερνήτη της Νότιας Ντακότα, Κρίστι Νοέμ, για το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας, παρά τη βύθιση της ελπίδας της για την αντιπροεδρία μετά την παραδοχή της πως πυροβόλησε και σκότωσε τον σκύλο της «επειδή δεν μπορούσε να εξημερωθεί».
Τα μεγάλα «αγκάθια»
Το υπουργείο Δικαιοσύνης, το Πεντάγωνο και οι υπηρεσίες πληροφοριών ήταν οι τρεις κρατικές υπηρεσίες οι οποίες δημιούργησαν τα μεγαλύτερα προβλήματα στον Τραμπ στις προσπάθειές του να ανατρέψει το αποτέλεσμα των εκλογών του 2020. Οι υπηρεσίες πληροφοριών έμειναν αμετακίνητες στην εκτίμησή τους πως η Ρωσία παρενέβη στις εκλογές του 2016 με στόχο να βοηθήσει τον Τραμπ. Το υπουργείο Δικαιοσύνης αρνήθηκε το αίτημα του Τραμπ για άσκηση διώξεων εναντίον πολλών αντιπάλων του, όπως η Χίλαρι Κλίντον, ο Μπαράκ Ομπάμα και ο τότε αντιπρόεδρος Τζο Μπάιντεν. Ακόμη χειρότερα για τον Τραμπ, το υπουργείο αρνήθηκε να δηλώσει δημοσίως ότι σημειώθηκε νοθεία στις εκλογές του 2020.
Το Πεντάγωνο, από τη μεριά του, ξεκαθάρισε ότι δεν θα συμμετείχε σε παράνομες προσπάθειες ανάπτυξης στρατού εναντίον εσωτερικών αντιπάλων και δεν θα βοηθούσε με κανένα τρόπο τον Τραμπ να παραμείνει στην εξουσία. Ο απόστρατος στρατηγός και σύμμαχος του Τραμπ, Μάικλ Φλιν, είχε προσπαθήσει να πείσει τον πρόεδρο τον Δεκέμβριο του 2020 να κηρύξει μια μορφή στρατιωτικού νόμου, διατάσσοντας τον στρατό να δεσμεύσει κάλπες και εκλογικές μηχανές προκειμένου να επαναληφθούν οι εκλογές σε πολιτείες όπου ο Τραμπ είχε ηττηθεί. Ο αρχηγός του γενικού επιτελείου Μαρκ Μάιλι είχε ενημερώσει τον Τραμπ ότι δεν θα επέτρεπε τη μετατροπή του στρατού σε πολιτικό όπλο.
Ο Τραμπ διδάχθηκε από τα σφάλματα του 2017, όταν διόρισε τον πρώην δικαστικό Τζεφ Σέσιονς στο Δικαιοσύνης, τον απόστρατο στρατηγό Τζιμ Μάτις στο Πεντάγωνο και τον βετεράνο γερουσιαστή Νταν Κόουτς στις υπηρεσίες πληροφοριών. Και οι τρεις απολύθηκαν, αφού αποδείχθηκαν υπερβολικά ανεξάρτητοι για τα γούστα του Τραμπ. Ο Σέσιονς εξόργισε τον Τραμπ για την άρνησή του να απολύσει τον ειδικό εισαγγελέα Ρόμπερτ Μιούλερ. Ο Μάτις αντιστάθηκε σε πολλές προτάσεις του Τραμπ, τις οποίες θεώρησε επικίνδυνες για την εθνική ασφάλεια, ενώ ο Κόουτς στήριξε τους υφισταμένους του στις υπηρεσίες πληροφοριών, για τις εκτιμήσεις τους σε ό,τι αφορούσε τη ρωσική παρέμβαση στις εκλογές του 2016.
Συνταγή με λιγότερους φόρους και ισχυρότερο στρατό
Reuters, A.P.
Αν και οι επιλογές του για καίρια κρατικά αξιώματα προοιωνίζονται μια κυβέρνηση ρήξης με το κατεστημένο, ο Ντόναλντ Τραμπ έδωσε έμφαση στην παραδοσιακή ατζέντα των Ρεπουμπλικανών για λιγότερους φόρους και ισχυρό στρατό, στην πρώτη εκτεταμένη ομιλία μετά την πειστική νίκη του στις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου.
«Πρέπει να ξαναφτιάξουμε μια μεγάλη χώρα με χαμηλούς φόρους και έναν ισχυρό στρατό. Πρέπει να ασχοληθούμε με τις ένοπλες δυνάμεις μας», τόνισε ο εκλεγμένος πρόεδρος στην επινίκια ομιλία που εκφώνησε κατά τη διάρκεια γκαλά στην έπαυλή του, στο Μαρ-α-Λάγκο της Φλόριντα. Σε πείσμα των αναλυτών που εκφράζουν φόβους πως θα ακολουθήσει μια γραμμή απομονωτισμού στις διεθνείς υποθέσεις, η ομιλία του προϊδέαζε για μια παρεμβατική εξωτερική πολιτική, στο πλαίσιο της οποίας εμφανίστηκε αποφασισμένος να εργαστεί «πολύ σκληρά για τη Μέση Ανατολή, την Ουκρανία και τη Ρωσία», υπογραμμίζοντας ότι οι πόλεμοι που ταλαιπωρούν αυτές τις περιοχές «πρέπει να σταματήσουν».
Παρών στο γκαλά του Μαρ-α-Λάγκο ήταν και ο μεγαλοεπιχειρηματίας Ελον Μασκ, στον οποίο ο Τραμπ έχει ήδη αναθέσει τη νέα υπηρεσία Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας (δηλαδή, δραστικής περικοπής των κρατικών δαπανών). Καθώς προετοιμάζεται για τον νέο του ρόλο, ο Μασκ φαίνεται ότι αναλαμβάνει και άλλες δύσκολες αποστολές για λογαριασμό του Τραμπ, ακόμη και σε ευαίσθητα θέματα εξωτερικής πολιτικής. Ρεπορτάζ των New York Times αναφέρει ότι την περασμένη Δευτέρα ο Μασκ συναντήθηκε στη Νέα Υόρκη με τον Ιρανό πρεσβευτή στα Ηνωμένα Εθνη Αμίρ Σαΐντ Ιραβανί. Πιθανολογείται ότι ο Μασκ μετέφερε κατευναστικά μηνύματα του Τραμπ, ο οποίος κατά την πρώτη προεδρική θητεία του ακύρωσε τη δέσμευση των ΗΠΑ για τη διεθνή συμφωνία γύρω από το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης και έδωσε εντολή εκτέλεσης του Ιρανού υποστράτηγου Κασίμ Σολεϊμανί στο αεροδρόμιο της Βαγδάτης.
Στην ομιλία του, ο Τραμπ αστειεύθηκε για την πολύ συχνή παρουσία του Μασκ στο Μαρ-α-Λάγκο λέγοντας: «Δεν μπορώ να τον διώξω από εδώ πέρα. Εχει ερωτευθεί αυτό το μέρος. Αλλά και μένα μου αρέσει να τον έχω εδώ». Παίρνοντας τον λόγο, ο ιδιοκτήτης της Tesla, της SpaceX και του X πανηγύρισε για τη νίκη του Τραμπ, επισημαίνοντας ότι «ο λαός μας έδωσε μια εντολή που δεν θα μπορούσε να είναι πιο ξεκάθαρη». Παρόντες στο γκαλά ήταν και ο αστέρας του Χόλιγουντ Σιλβέστερ Σταλόνε, ο οποίος δεν δίστασε να συγκρίνει τον οικοδεσπότη του με τον Τζορτζ Ουάσιγκτον, όπως και ο ακροδεξιός πρόεδρος της Αργεντινής Χαβιέρ Μιλέι, ο πρώτος ξένος ηγέτης που συναντήθηκε με τον Τραμπ μετά την εκλογή του.
Στη διάρκεια της ίδιας εκδήλωσης, ο Τραμπ ανακοίνωσε άλλη μια καίρια επιλογή του για την κυβέρνηση που πρόκειται να σχηματίσει στις 20 Ιανουαρίου, όταν αναλάβει για δεύτερη φορά προεδρικά καθήκοντα. Για τον ρόλο του υπουργού Εσωτερικών προαλείφεται ο κυβερνήτης Βόρειας Ντακότα Νταγκ Μπέργκαμ, ένας από τους πιο πλούσιους πολιτικούς των ΗΠΑ, πρώην ιδιοκτήτης εταιρείας λογισμικού και στέλεχος της Microsoft. Παραδοσιακός συντηρητικός, φιλικός προς τις επιχειρήσεις, ο Μπέργκαμ διεκδίκησε το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών εναντίον του Τραμπ, αλλά στη συνέχεια έγινε σθεναρός υποστηρικτής του.
Μετά την αμφιλεγόμενη επιλογή του 42χρονου βουλευτή Ματ Γκετς για το υπουργείο Εσωτερικών, ο εν αναμονή πρόεδρος επέλεξε δύο δικηγόρους του, που τον υπερασπίζονται στις εκκρεμείς ποινικές υποθέσεις του, για σημαντικά πόστα στο ίδιο υπουργείο. Ο πρώην ομοσπονδιακός εισαγγελέας Τοντ Μπλανς, ο οποίος υπερασπίστηκε τον Τραμπ στην υπόθεση με τον πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς, όπως και σε εκείνη για την προσπάθεια ανατροπής του εκλογικού αποτελέσματος του 2020, προορίζεται για το αξίωμα του αναπληρωτή γενικού εισαγγελέα. Κορυφαίος δικηγόρος του Λευκού Οίκου διορίζεται ένα άλλο μέλος της νομικής ομάδας του Τραμπ, ο Τζον Σάουερ. Την ίδια στιγμή, Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές προωθούν τη Λάρα Τραμπ, σύζυγο του γιου του προέδρου, Ερικ, για την έδρα που θα μείνει κενή στη Γερουσία, μια και ο γερουσιαστής Φλόριντα Μάρκο Ρούμπιο ετοιμάζεται να αναλάβει το υπουργείο Εξωτερικών.