Kathimerini.gr
Βασίλης Κωστούλας
H τήρηση της συμφωνίας για εκεχειρία στη Γάζα είναι αμφίβολη. Αλλά ακόμη πιο πυκνά είναι τα σύννεφα της αβεβαιότητας που σκιάζουν τον ορίζοντα μιας οριστικής λύσης για τη επόμενη ημέρα.
Ο καταστροφικός πόλεμος τον οποίο πυροδότησε η εισβολή της Χαμάς την 7η Οκτωβρίου 2023 κατέστησε ακόμη πιο σύνθετη την προοπτική μιας λύσης των δύο κρατών και η στρατιωτική επικράτηση του Ισραήλ ήρθε με τεράστιο κόστος για το brand του και, κατ’ επέκταση, για τις σχέσεις του με τις αραβικές χώρες. Το βέβαιο είναι ότι η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο ήδη ασκεί επιρροή στις εξελίξεις, προσφέροντας τα πρώτα δείγματα γραφής για την ατζέντα που κομίζει στη Μέση Ανατολή. Μέχρι στιγμής, όμως, λάμπει διά της απουσίας του ένας οδικός χάρτης που θα έθετε ρεαλιστικά τις βάσεις για τον μόνιμο τερματισμό της σύγκρουσης.
Στενό μαρκάρισμα
Η συμφωνία για κατάπαυση του πυρός λίγα 24ωρα πριν από την ορκωμοσία του Τραμπ, τουλάχιστον εκ του αποτελέσματος, φαίνεται να διαψεύδει τη θεωρία ότι θα έδινε πράσινο φως στον Νετανιάχου να «τελειώσει τη δουλειά» στη Γάζα. «Αυτό που ο Τραμπ θέλει περισσότερο από τον κόσμο είναι ησυχία για μπίζνες. Οι Αμερικανοί τον έφεραν πίσω στον Λευκό Οίκο για να εστιάσει τις ενέργειές του σε εσωτερικά ζητήματα – όπως η μετανάστευση και η οικονομία. Μια συμφωνία για τη Γάζα εξυπηρετεί αυτό το τελικό αποτέλεσμα, το οποίο του παρέχει το πρόσθετο πλεονέκτημα ότι του προσδίδει πολιτικό μέγεθος. Οσο ευνοϊκή και αν είναι η διάθεση του Τραμπ προς το Ισραήλ, αυτό που θέλει περισσότερο από το Ισραήλ είναι να λειτουργεί ως ομαδικός παίκτης», τονίζει στην «Κ» ο Σαλόμ Λίπνερ, ανώτερος συνεργάτης στο Atlantic Council.
Τους προηγούμενους μήνες, τόσο η Χαμάς όσο και η ισραηλινή κυβέρνηση δέχονταν πιέσεις προκειμένου να σταματήσουν τις εχθροπραξίες. Μετά την επιλογή της Χεζμπολάχ στον Λίβανο να υπογράψει με το Ισραήλ δική της συμφωνία κατάπαυσης πυρός, η Χαμάς εμφανίστηκε πιο ευέλικτη στις διαβουλεύσεις, σε συνδυασμό και με το αυξανόμενο ανθρωπιστικό κόστος για τον πληθυσμό της Γάζας. Ομως ο πιο αποφασιστικός παράγοντας, όπως προδίδει και η χρονική στιγμή της εξέλιξης, φαίνεται πως ήταν το στενό μαρκάρισμα του Νετανιάχου από την επερχόμενη κυβέρνηση Τραμπ στις ΗΠΑ.
«Με αυτήν τη συμφωνία αποδείχθηκε ότι αυτός ήταν ο μοναδικός παράγοντας με επαρκή δύναμη να πιέσει το Ισραήλ ώστε να προβεί στους απαραίτητους συμβιβασμούς. Ακόμη και Ισραηλινοί παράγοντες έχουν κατηγορήσει τον Νετανιάχου ότι υπονόμευσε σκόπιμα τις συνομιλίες κατάπαυσης του πυρός στο παρελθόν για να αποφύγει μια πολιτική κρίση με τους ακροδεξιούς εταίρους του στον κυβερνητικό συνασπισμό», υπογραμμίζει στην «Κ» ο Χιου Λόβατ, ανώτερος συνεργάτης στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων – ECFR, υπενθυμίζοντας τις δυναμικές με τις οποίες είναι αντιμέτωπος στο εσωτερικό ο Ισραηλινός πρωθυπουργός λόγω των ενδοκυβερνητικών αντιδράσεων κατά της εκεχειρίας.
Η αλήθεια είναι ότι, μετά δεκαπέντε μήνες μαχών και παρά τα σφοδρά πλήγματα από τις ένοπλες δυνάμεις του Ισραήλ, η Χαμάς μπορεί ακόμη να εκτοξεύσει ρουκέτες στο Ισραήλ, εν μέσω καθημερινών αναφορών για απώλειες Ισραηλινών στρατιωτών στη Γάζα. Στον βαθμό που θα υλοποιηθεί η συμφωνία για την κατάπαυση πυρός, η εξτρεμιστική οργάνωση αναμένεται να θέσει σε καθεστώς «χειμερίας νάρκης» τον εναπομείναντα μηχανισμό της.
«Η υπόσχεση του Νετανιάχου για “ολοκληρωτική νίκη” ήταν περισσότερο ρητορική φιοριτούρα και ευσεβής πόθος παρά σχέδιο δράσης. Οι δυνατότητες της Χαμάς έχουν υποβαθμιστεί σοβαρά, αλλά οι όροι της συμφωνίας –ιδίως με δεδομένο το κενό παλαιστινιακής εξουσίας στη Γάζα– θα μπορούσαν να διευκολύνουν την επικίνδυνη αναζωπύρωση της οργάνωσης σε αυτό το κομμάτι γης», μας είπε ο Λίπνερ, ο οποίος έχει διατελέσει σύμβουλος σε επτά διαδοχικούς πρωθυπουργούς στο Ισραήλ.
Το πρόβλημα είναι ότι δεδομένης της άρνησης της κυβέρνησης Νετανιάχου να επενδύσει σε ένα βιώσιμο σχέδιο για την επόμενη ημέρα στη Γάζα –μεταξύ άλλων, αποκλείοντας την προοπτική ανάληψης ρόλου από την Παλαιστινιακή Αρχή– τόσο το Ισραήλ όσο και οι ΗΠΑ με τους εταίρους που διαθέτουν στην περιοχή δεν έχουν προκρίνει κάποια εναλλακτική λύση έναντι της Χαμάς.
«Ο Νετανιάχου είναι επικεντρωμένος στην προσωπική του επιβίωση στο εσωτερικό και δεν θα τη ρισκάρει, ακόμη κι αν αυτό θα σημαίνει επανέναρξη του πολέμου. Επίσης, αυτός είναι ένας πόλεμος τον οποίο δεν μπορεί να φέρει σε αυτό που θα μπορούσε να θεωρήσει επιτυχές τέλος. Είναι παγιδευμένος σε αυτήν την κατάσταση χωρίς λύση λόγω της ιδεολογικής και πολιτικής του δέσμευσης να αποτρέψει τόσο το παλαιστινιακό κράτος όσο και την επιστροφή της Παλαιστινιακής Αρχής στη διακυβέρνηση της Γάζας, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορεί να παραιτηθεί από τον έλεγχο της Γάζας και έτσι δεν μπορεί πραγματικά να σταματήσει τον πόλεμο», σημειώνει στην «Κ» ο Γιαζίντ Σάγιγκ, ανώτερος συνεργάτης του Malcolm H. Kerr Carnegie Middle East Center στη Βηρυτό.
Με τους Αραβες
Τα όπλα στη Γάζα μπορεί προσωρινά να σιγήσουν, όχι όμως και οι θεμελιώδεις διαφορές μεταξύ των βασικών παικτών στην περιοχή, γεγονός που εγείρει ανυπέρβλητα ίσως εμπόδια προς την κατεύθυνση μιας λειτουργικής και μακρόπνοης λύσης. Ενα διεθνές ειρηνευτικό σχήμα που θα παρακολουθήσει στενά τη διαδικασία κατάπαυσης του πυρός, μια μορφή αποστράτευσης της Χαμάς και η ενεργός εμπλοκή των γειτονικών αραβικών χωρών, που θέτουν όμως την παλαιστινιακή αυτοδιάθεση ως απαράβατο όρο, αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για την αποκατάσταση της σταθερότητας, η οποία εκτός από την εκεχειρία απαιτεί και ουσιαστική πολιτική πρόοδο.
«Η επόμενη ημέρα μετά παραμένει θολή. Η συνεχιζόμενη άρνηση του Ισραήλ ως προς τον επίσημο ρόλο της Παλαιστινιακής Αρχής στη διακυβέρνηση της Γάζας παραμένει εμπόδιο για την είσοδο των διεθνών δυνάμεων σταθεροποίησης. Ελλείψει βιώσιμου προγραμματισμού για την περιοχή, ο Νετανιάχου πιθανότατα θα στραφεί στην εξουσιοδότηση περιορισμένων επιχειρήσεων των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων (IDF) κατά της Χαμάς και θα εντείνει τις προσπάθειες για να κλιμακώσει τη δέσμευση φιλικών περιφερειακών εταίρων στη διαχείριση της Γάζας», σχολιάζει ο Ισραηλινός αναλυτής του Atlantic Council, Σαλόμ Λίπνερ, σε μια προσπάθεια να διερευνήσει τα επόμενα βήματα του Μπέντζαμιν Νετανιάχου. Αναφέρεται επίσης στις προοπτικές που ενδεχομένως διανοίγονται για την αναβίωση των Συμφωνιών του Αβραάμ: «Η κυβέρνηση Τραμπ θα προσπαθήσει αναμφίβολα να ενσωματώσει οποιαδήποτε μορφή επίλυσης της σύγκρουσης της Γάζας στον ευρύτερο καμβά της επέκτασης των Συμφωνιών του Αβραάμ, με κεντρικό στοιχείο να εντάξει τη Σαουδική Αραβία σε αυτό το πλαίσιο. Οι ηγέτες στο Ισραήλ και στη Σαουδική Αραβία θα μπορούσαν να αποδειχθούν επιδεκτικοί σε αυτή τη διαδικασία, ωστόσο, πολλά θα εξαρτηθούν από την επιτυχία τους στη διαμόρφωση μιας πολιτικής φόρμουλας για ένα παλαιστινιακό μέλλον το οποίο θα μπορούν να αγκαλιάσουν όλα τα μέρη».
Για την ώρα, παρατηρητές στο Ισραήλ εκφράζουν την ανησυχία τους ότι, ακόμη και μετά το σφυροκόπημα που δέχθηκαν, οι εχθρικές δυνάμεις της γειτονιάς τους θεωρούν πια τρωτή τη χώρα τους, με οδηγό το πλήγμα που επέφεραν την 7η Οκτωβρίου 2023 – και το τεράστιο κόστος που κατέβαλε το Ισραήλ μέσα από τις ομηρίες αμάχων και την εμπλοκή σε έναν αιματηρό, παρατεταμένο πόλεμο. Στον αντίποδα, εκφράζουν τουλάχιστον την ελπίδα πως ήταν τέτοια η μορφή της ισραηλινής απάντησης που θα κάνει τους αντιπάλους του να το σκεφτούν δύο φορές προτού εμπλακούν ξανά σε σύγκρουση με τη χώρα τους.
Οι όροι
Η κατάπαυση του πυρός θα διαρκέσει 42 ημέρες, διάστημα μέσα στο οποίο η Χαμάς θα απελευθερώσει 33 Ισραηλινούς ομήρους –συνολικά, στα μπουντρούμια της Χαμάς κρατούνται σήμερα 98 όμηροι– με αντάλλαγμα την απελευθέρωση Παλαιστινίων αιχμαλώτων, την επιστροφή των εκτοπισμένων στους τόπους διαμονής τους και την εκκένωση των τραυματισμένων Παλαιστινίων από τη Λωρίδα της Γάζας για θεραπεία. Η πρώτη φάση της εκεχειρίας προβλέπει ακόμη την αποχώρηση των ισραηλινών στρατευμάτων από κατοικημένες περιοχές. Η συμφωνία υποτίθεται ότι θα ολοκληρωθεί με την ανοικοδόμηση της Γάζας και τον πλήρη τερματισμό τής επί δεκαετίες πολιορκίας του Ισραήλ. Εγγυητές για την εφαρμογή της είναι το Κατάρ, η Αίγυπτος και οι ΗΠΑ.
Το παρασκήνιο
Σύμφωνα με την ενημέρωση που παρείχε το γραφείο του, ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου «μίλησε με τον εκλεγμένο πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και τον ευχαρίστησε για τη βοήθειά του στο Ισραήλ να δώσει τέλος στα δεινά των δεκάδων ομήρων και των οικογενειών τους». Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός «κατέστησε σαφές ότι έχει δεσμευθεί να φέρει πίσω όλους τους ομήρους, όπως μπορεί, και επαίνεσε τον εκλεγμένο πρόεδρο των ΗΠΑ για τις παρατηρήσεις του ότι οι ΗΠΑ θα συνεργαστούν με το Ισραήλ ώστε να διασφαλίσουν ότι η Γάζα δεν θα γίνει ποτέ καταφύγιο για την τρομοκρατία». Οι δύο ηγέτες «αποφάσισαν να συναντηθούν σύντομα στην Ουάσιγκτον για να συζητήσουν αυτό και άλλα σημαντικά θέματα». Ο πρωθυπουργός Νετανιάχου, «στη συνέχεια», μίλησε με τον απερχόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν «και τον ευχαρίστησε για τη βοήθειά του στην προώθηση της συμφωνίας για τους ομήρους».
Οι αριθμοί
33 Ισραηλινούς ομήρους θα απελευθερώσει η Χαμάς στην πρώτη φάση της εκεχειρίας, η οποία θα διαρκέσει 42 ημέρες, με αντάλλαγμα την απελευθέρωση Παλαιστινίων αιχμαλώτων, την επιστροφή των εκτοπισμένων στους τόπους διαμονής τους και τη μεταφορά των τραυματισμένων Παλαιστινίων από τη Λωρίδα της Γάζας.