Του Ονασαγόρα
Μία από τις τελευταίες ταινίες της αλησμόνητης Ειρήνης Παππά είχε γυριστεί στην Κύπρο και ο τίτλος ήταν ασυνήθιστος: το τρένο πάει στον ουρανό. Αυτός ο τίτλος ήρθε στο μυαλό μου απ’ την πρώτη στιγμή που είδα τις φωτογραφίες με τα συντρίμμια και τα γελαστά ανέμελα πρόσωπα –κυρίως νεαρών– που δεν βρίσκονται πια μαζί μας. Που έχουν γίνει αναρτήσεις στο Facebook για τυχόν πληροφορίες: τον έχετε δει κάπου;
Περιδιαβαίνω λίγο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: ύβρεις και κατάρες προς κάθε κατεύθυνση. Να πάνε όλοι φυλακή, όλοι κρεμάλα. Το πλήθος θέλει αίμα για να ξεπλύνει το αίμα. Είμαι θυμωμένος κι εγώ, μα πιο πολύ είμαι λυπημένος, όχι μόνο για όσους χάθηκαν αλλά ακόμη και για τους Σταθμάρχες αυτού του κόσμου. Είναι άνθρωποι που φυσικά κάνουν λάθη, διότι, αν δεν έκαναν λάθη, δεν θα ήταν άνθρωποι.
Πιο πολύ ας τα βάλουμε με το Σύστημα που επιτρέπει σε ένα ανθρώπινο λάθος, σε μια τυχόν αφηρημάδα, να δημιουργεί μια τέτοια καταστροφή. Ας ζητήσουμε δικλίδες ασφάλειας και αν υπάρχουν ας απαιτήσουμε περισσότερες. Κατανοώ την οργή, αλλά όχι την τυφλή δίψα για τιμωρία και εκδίκηση: «καθένας στον πόνο του, καθένας στη μοναξιά του και στην οργισμένη εκδίκησή του» έγραψε η Αφροαμερικανίδα ποιήτρια Brooks.
Παλεύω με το πληκτρολόγιο μπροστά από μια οθόνη που με περιγελά. Στη στήλη αυτή απολαμβάνω να σατιρίζω –εξ άλλου οι πολιτικοί μας προσφέρονται εξόχως για κάτι τέτοιο– πλην όμως νιώθω πως μια τέτοια μέρα δεν έχω τη διάθεση για πειράγματα. Ούτε και το δικαίωμα. Θα ήθελα να γράψω κάτι για τους άτυχους νεκρούς ή τους ακόμη πιο άτυχους ζωντανούς που τώρα θρηνούν δικούς τους ανθρώπους, αλλά θεωρώ πως δεν έχω ούτε το δικαίωμα ούτε το εκτόπισμα.
Στις μεγάλες συμφορές χρειαζόμαστε μεγάλες αγκαλιές, όχι κατάρες. Ναι, να απαιτήσουμε δικαιοσύνη και να απαιτήσουμε να γίνουν όσες βελτιώσεις απαιτούνται για να μην επαναληφθεί ποτέ ξανά μια τέτοια τραγωδία. Αλλά με προσοχή, ώστε να μην εξαντλήσουμε τον θυμό μας σε βιοπαλαιστές και ανθρωπάκια. Ας κυνηγήσουμε τους πραγματικούς φταίχτες, αυτούς που το όνομά τους σπάνια θα το ακούσουμε στα ΜΜΕ γιατί είναι τρανοί και δυνατοί και μπορούν να το σβήνουν όταν θέλουν.
«Η περασμένες μέρες πίσω μένουν,
μια θλιβερή γραμμή κεριών σβυσμένων·
τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν ακόμη,
κρύα κεριά, λυωμένα, και κυρτά».
Είμαι πολύ μικρός για να οργίζομαι, πολύ θνητός για να θυμώσω. Αποχαιρετώ το τρένο που πάει στον Ουρανό με εκκωφαντική σιωπή. Σκάζω και αναλογίζομαι τις δικές μου ευθύνες. Έχω μερίδιο ευθύνης σε κάθε λάθος που γίνεται σε αυτό τον κόσμο. Έτσι, αυτές τις μέρες κλαίω. Βουβά. Για μένα. Κλαίω και για τους Σταθμάρχες αυτού του κόσμου…