Kathimerini.gr
NATASHA LANDELL-ΜILLS* / REUTERS
Το ξέπλυμα για λόγους περιβαλλοντικούς είναι μια πονηρή πράξη. Οι εταιρείες που δίνουν την εντύπωση ότι καταπολεμούν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, ενόσω δεν κάνουν τίποτε, είναι κάτι που ουσιαστικά λειτουργεί αποτρεπτικά στο να ληφθούν περαιτέρω μέτρα για την προστασία του πλανήτη. Οσοι αποκρύπτουν τους κινδύνους για την υπερθέρμανση στα οικονομικά τους αποτελέσματα είναι ιδιαιτέρως επιβλαβείς. Ελάχιστοι βρίσκονται σε καλύτερη θέση να παρακολουθούν πιθανές λανθασμένες λογιστικές εκθέσεις από τους αρμόδιους φοροτεχνικούς των επιχειρήσεων. Παρά ταύτα, οι τελευταίοι παραμένουν σιωπηλοί. Εξαιρουμένων λίγων περιπτώσεων, όπως είναι οι ενεργειακοί όμιλοι Royal Dutch Shell, BP, National Grid και Enel, οι λογιστικές εταιρείες εξακολουθούν να εγκρίνουν ισολογισμούς σαν να μην υπήρξε ποτέ η κλιματική κρίση. Οι επενδυτές έχουν τη δύναμη να ασκήσουν πιέσεις και να ζητήσουν περισσότερα. Αλλά και οι κυβερνήσεις μπορούν να επισπεύσουν τις διαδικασίες.
Και αυτός είναι ο λόγος που οι διαχειριστές κεφαλαίων και οι σύμβουλοι, οι οποίοι έχουν υπό τη διαχείρισή τους περισσότερα από 2,5 τρισ. δολάρια, απηύθυναν επιστολή στον Αλοκ Σάρμα, πρόεδρο της Παγκόσμιας Συνόδου για το Κλίμα COP26 του ΟΗΕ. Με αυτή ζητούν οι παγκόσμιοι ηγέτες να θέσουν ένα ξεκάθαρο χρονοδιάγραμμα για να καταρτίσουν οι εταιρείες ισολογισμούς οι οποίοι να εναρμονίζονται με τον παγκόσμιο στόχο να μην υπερβεί η άνοδο της θερμοκρασίας του πλανήτη τον 1,5 βαθμό Κελσίου άνω των επιπέδων της προβιομηχανικής περιόδου. Επιπλέον, ζήτησαν και οι λογιστικές εταιρείες να τεθούν προ των ευθυνών τους και να αναφέρουν τις περιπτώσεις όπου οι επιχειρήσεις δεν το κάνουν. Μέχρι σήμερα, οι φοροτεχνικοί υστερούν ως προς αυτό το καθήκον. Οι αξιολογήσεις τους, που δημοσιεύθηκαν το 2020 και αφορούν ελέγχους εισηγμένων εταιρειών που σχετίζονται με ορυκτά καύσιμα τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και στην Ευρώπη, μόλις και μετά βίας αναφέρονται στην αλλαγή του παγκοσμίου κλίματος. Οπου το κάνουν δε, γίνεται βιαστικά και στις περισσότερες περιπτώσεις οι λογιστές ισχυρίζονται πως δεν υπάρχει κίνδυνος ουσιαστικά εσφαλμένων δηλώσεων, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Carbon Τracker, ενός οικονομικού ερευνητικού ιδρύματος που παρακολουθεί τις επιπτώσεις της πράσινης μετάβασης στις κεφαλαιαγορές. Αυτές οι απόψεις των φοροτεχνικών, που «αποκαθαίρουν» τις επιχειρήσεις, δημοσιοποιούνται, ενόσω μάλιστα ισχυρίζονται ότι πρωτοπορούν στην κλιματική αλλαγή. Μαζί με τις μεγαλόστομες υποσχέσεις τους πως θα επιτύχουν μηδενικές εκπομπές ρύπων πριν από το 2050, οι τέσσερις μεγάλες εταιρείες λογιστικών ελέγχων επεκτείνουν τις κερδοφόρες μονάδες τους, οι οποίες παρέχουν συμβουλευτικές υπηρεσίες προς την πελατεία τους για το πώς να αναφέρουν τους κλιματικούς κινδύνους και να αναπτύσσουν στρατηγικές εκμηδένισης ρύπων. Η υποκρισία τους είναι σκανδαλώδης.
Δεν μπορεί μία επιχείρηση να δηλώνει δημοσίως πως την ενδιαφέρουν οι μηδενικοί ρύποι και να αναφέρεται σε σοβαρούς περιβαλλοντικούς κινδύνους, ενώ παράλληλα αγνοεί αυτούς τους παράγοντες στις οικονομικές εκθέσεις της. Μια ενεργειακή μονάδα, λόγου χάριν, με περιουσιακά στοιχεία που αποτιμώνται σε δισεκατομμύρια δολάρια και σχετίζονται με εξόρυξη και διύλιση ορυκτών καυσίμων, όταν κάνει λόγο για αποδέσμευση από τους ρύπους, αυτό μεταφράζεται σε μακροπρόθεσμη μείωση της ζήτησης για την πλειονότητα της παραγωγής της. Εάν η θερμοκρασία πρόκειται να αυξηθεί μόνον 1,5 βαθμό Κελσίου, τότε δεν πρέπει να γίνει καμία νέα επένδυση στα συμβατικά καύσιμα, σύμφωνα με έκθεση της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας. Ανάλογες είναι οι προκλήσεις για τις αυτοκινητοβιομηχανίες, τις τσιμεντοβιομηχανίες, αλλά και τη γεωργία. Και αυτό σημαίνει άμεση αναθεώρηση των ισολογισμών τους.
* Η κ. Natasha Landell- Μills είναι συνεταίρος και διευθύντρια διαχείρισης της Sarasin & Partners.