Του Γιάννη Ιωάννου
Για την Κύπρο των χαμηλών επιπέδων ανθρωποκτονιών ιστορικά, τα όσα συνέβησαν στο Γέρι πρέπει να ιδωθούν σε ένα ευρύτερο πλαίσιο σε σχέση με την ατομική και κοινωνική συμπεριφορά κι αναφορικά με την οπλοκατοχή –και την αποτελεσματική της, επιτέλους, ρύθμιση. Δύο οικογένειες γειτόνων, σε ένα προάστειο της Λευκωσίας όπως το Γέρι, τσακώθηκαν για μια θέση στάθμευσης έξω από τα σπίτια τους. Λογομάχησαν, πιάστηκαν στα χέρια και στο μεταξύ ο φερόμενος ως δράστης, 59 ετών, ανέσυρε ένα κυνηγετικό όπλο και πυροβόλησε εν ψυχρώ δύο ανθρώπους (τον πατέρα και γιο) με τους οποίους καυγάδισε. Ο 29χρονος νεαρός σκοτώθηκε, με τα σκάγια να τον πλήττουν στο κεφάλι, ενώ ο πατέρας του χαροπαλεύει αφού πυροβολήθηκε στο στήθος. Ο φερόμενος δράστης ανέφερε, μετά την παράδοσή του στις αστυνομικές αρχές, «έπαιξα τους γιατί είπαν μου θα με θάψουν».
Η υπόθεση έχει όλα εκείνα τα στοιχεία ενός πρωτοφανούς –για τα κυπριακά δεδομένα- εγκλήματος «διά ασήμαντον αφορμήν», όπως συνήθιζαν να γράφουν τα αστυνομικά δελτία και ο Τύπος άλλων εποχών. Καταδεικνύει ωστόσο και μια ροπή προς βίαιες, παραβατικές συμπεριφορές που κάνουν την εμφάνισή τους στην Κύπρο τα τελευταία χρόνια. Ενδοοικογενειακή βία, έμφυλη βία ή παραβατικές συμπεριφορές ως αποτέλεσμα ψυχικά διαταραγμένων ατόμων που η Πολιτεία απέτυχε, οργανωμένα, να θεραπεύσει ή να ελέγξει ως προς τη συμπεριφορά τους.
Πριν από δύο χρόνια ένας 62χρονος στην Ακρόπολη είχε ταμπουρωθεί στο σπίτι του με κυνηγετικό όπλο (σ.σ. είχε στην κατοχή του άλλα 11) ενώ αντιμετώπιζε διάταγμα αναγκαστικής νοσηλείας στο νοσοκομείο της Αθαλάσσας. Το 2014 μια γυναίκα στον Στρόβολο δολοφονήθηκε μαζί με το παιδί της από τον σύζυγό της με τη χρήση πολεμικού τυφεκίου G3, o οποίος είχε πάλι νοσηλευτεί σε ψυχιατρική κλινική. Για τις γυναικοκτονίες του «Ορέστη» και τα βίαια επεισόδια έξω από το δημοσιογραφικό συγκρότημα του «ΔΙΑ» χύθηκαν τόνοι μελανιού. Η κυπριακή κοινωνία σε συνθήκες γενικευμένης ανομίας στην Κύπρο και καταπάτησης του περί δικαίου αισθήματος δείχνει να ρέπει προς την αυτοδικία. Ή, ακόμη χειρότερα, να ερίζει, συχνά βίαια, για μικροπαραβάσεις.
Πόσες φορές, αλήθεια, όλοι μας είδαμε δύο οδηγούς να τσακώνονται ή και να πιάνονται στα χέρια για να παρκάρουν επί ποδηλατόδρομου ή διπλής κίτρινης γραμμής (αμφότερες απαγορευμένες βάσει νομοθεσίας θέσεις στάθμευσης). Η Πολιτεία, και η ίδια η κοινωνία σε τοπικό επίπεδο, "οφείλει" να ξαναβρεί τα αισθήματα της αστικής ευγένειας και της καλής "γειτονίας"/συμβίωσης. Από τον θεσμό του ηλικιωμένου «μουχτάρη» μέχρι αυτού του Αστυνομικού της Γειτονιά, η Κύπρος οφείλε να αναζητήσει ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο. Και το κράτος, αν δεν αποδίδει Δικαιοσύνη αποτελεσματικά, απλά θα συντηρεί τη ροπή της κοινωνίας προς την αυτοδικία –διαρρηγνύοντας περαιτέρω το προαναφερθέν κοινωνικό συμβόλαιο.
Η διάσταση της οπλοκατοχής
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του World Population Review, η Κύπρος βρίσκεται, διαχρονικά, στην πρώτη δεκάδα παγκοσμίως ως προς τη διασπορά οπλισμού ανά εκατό κατοίκους. Το ίδιο ισχύει και στους σχετικούς καταλόγους του Small Arms Survey. Η Κύπρος κινείται μεταξύ της 5ης και της 9ης θέσης με μέσο όρο όπλων 36,4 ανά 100 κατοίκους ξεπερνώντας χώρες όπως το Ιράκ, τη Συρία και τον Λίβανο. Σε μια νησιωτική χώρα με πληθυσμό που ξεπερνά μόλις το ένα εκατομμύριο, υπάρχουν περίπου 285.000 όπλα, εκ των οποίων τα 155 χιλ. περίπου είναι εγγεγραμμένα.
Με βάση την κείμενη νομοθεσία τα όπλα αυτά προορίζονται για πολιτική χρήση (λειόκαννα δίκαννα όλων των τύπων για κυνήγι ή σκοπευτικά) και για πολεμική χρήση, από τους έφεδρους που τα φέρουν σπίτι τους για σκοπούς άμυνας (πολεμικά τυφέκια G3, «τσέχικα» Vz58, τυφέκια εφόδου Καλάσνικοφ διαφόρων τύπων και οπλοπολυβόλα HK11 αναλόγως σώματος και ειδικότητας).
Στην περίπτωση του φονικού στο Γέρι ο φερόμενος ως δράστης έφερε λειόκαννο κυνηγετικό όπλο (σ.σ. τα ΔΟΚΟ παραμένουν εξαιρετικά φονικά όπλα για εγγείς αποστάσεις) με άδεια ενώ από τον τρόπο που εκτυλίχθηκε το φονικό φαίνεται πως είχε ξεκάθαρα, ανθρωποκτόνο, δράση. Το ερώτημα που σε αυτό το σημείο, εύλογα, προκύπτει είναι αν ο φερόμενος ως δράστης –που φαίνεται πως δεν είχε απασχολήσει ποτέ τις Αρχές- ανήκε σε κατηγορία για την οποία έχρηζαν περαιτέρω λόγοι εξέτασης ως προς την άδεια της οπλοκατοχής του.
Κι αναφέρομαι σε περίπτωση ψυχικής νόσου, δεδομένου ότι συχνά η εξέταση από ψυχίατρο για την απόκτηση άδειας οπλοκατοχής στην Κύπρο θυμίζει περισσότερο μια τυπική γραφειοκρατική διαδικασία παρά μια πραγματική εξέταση με υποβολή του υποψήφιου για απόκτηση όπλου σε σοβαρές ψυχοτεχνικές δοκιμασίες –καθώς και την τακτική, ανά ορισμένο περιοδικό διάστημα, επανεξέτασή της.