ΚΥΠΕ
Η Κύπρος ως κράτος μέλος της ΕΕ αντιλαμβάνεται πλήρως τις δυνατότητές της και δηλώνουμε παρών σε όλα τα γεγονότα που συμβαίνουν γύρω της, τόνισε ο Υπουργός Άμυνας, Βασίλης Πάλμας.
Κατά την προσφώνησή του, στο Επιστημονικό Συνέδριο με θέμα «Η Ευρωπαϊκή Αρχιτεκτονική Ασφάλειας στο Νέο Γεωπολιτικό Περιβάλλον», ο Υπουργός Άμυνας είπε ότι χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού, αποτελεί η συμβολή της Κύπρου στις διεθνείς προσπάθειες για εκκένωση και υποδοχή αμάχων πολιτών, τόσο από το Σουδάν, όσο και από το Ισραήλ, οι οποίες αναδεικνύουν ξανά την Κύπρο ως ένα σταθερό πυλώνα στη διαχείριση των ανθρωπιστικών κρίσεων στην ευρύτερη περιοχή.
«Ως Κυπριακή Δημοκρατία και ειδικότερα ως Υπουργείο Άμυνας, στο πλαίσιο του αναφαίρετου δικαιώματός μας για την προστασία των πολιτών μας και τη διασφάλιση της άμυνας της πατρίδας μας, ενισχύουμε μεθοδικά την επιχειρησιακή μας ετοιμότητα και την αποτρεπτική μας ικανότητα», είπε, παράλληλα.
Ανέφερε ότι με τη διατήρηση των αμυντικών της δυνατοτήτων σε υψηλό επίπεδο η Κύπρος, μέσω της ενδυνάμωσης της αποτρεπτικής ικανότητας της Εθνικής Φρουράς, αποσκοπεί στη διαφύλαξη της εθνικής της ασφάλειας και της εδαφικής της ακεραιότητας.
Τόνισε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία στηρίζει τις προσπάθειες διεύρυνσης της ΕΕ και τις προοπτικές των νέων κρατών – μελών, καθότι η ένταξη νέων χωρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση συμβάλλει στην περαιτέρω σταθεροποίηση και στον περιορισμό της δράσης άλλων δρώντων στην περιοχή και αποτελεί σημαντικό βήμα για την ενίσχυση της ασφάλειας, της δημοκρατίας και της συνεργασίας στην Ευρώπη.
Πρόσθεσε ακόμα πως θεωρεί ότι η ένταξη νέων κρατών μπορεί να ενισχύσει τη γεωπολιτική της θέση και να προωθήσει τις κοινές της αξίες για την ειρήνη, τη σταθερότητα και την ευημερία στην περιοχή.
Σε ό,τι αφορά στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, ειδικότερα μετά την έναρξη της σύγκρουσης στη Γάζα και την κρίση στην Ερυθρά Θάλασσα, ο κ. Πάλμας είπε πως «το περιβάλλον ασφάλειας καθίσταται ακόμη πιο περίπλοκο», για να προσθέσει πως «ανέκαθεν η περιοχή αποτελεί πεδίο σκληρών συγκρούσεων, με γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές ανακατατάξεις».
«Έναν από τους βασικούς κρίκους της μακράς αλυσίδας των κρίσεων και των συγκρούσεων που εκτυλίσσονται εδώ και δεκαετίες στην περιοχή αποτελεί και το κυπριακό πρόβλημα και οι συνεχείς, παράνομες, προκλητικές δραστηριότητες της Τουρκίας στο έδαφος, τα χωρικά ύδατα και την αποκλειστική οικονομική ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας (ΚΔ), οι οποίες παραβιάζουν καταφανώς το Διεθνές Δίκαιο και διαταράσσουν την ομαλότητα και την ειρήνη», συμπλήρωσε.
Εξάλλου, σημείωσε πως «η Κυπριακή Δημοκρατία διαχρονικά, αναγνωρίζοντας αφενός ότι η ευρύτερη ανατολική Μεσόγειος αποτελεί μια εξαιρετικά ευαίσθητη περιοχή, στην οποία προκύπτουν πολύ συχνά ένοπλες συγκρούσεις, και αφετέρου ότι η αποξένωση δεν είναι βιώσιμη επιλογή για ένα μικρό κράτος, υλοποιώντας μεθοδικά μια στοχευμένη εξωτερική πολιτική, έθεσε ως στόχο τη βελτίωση και εμβάθυνση των σχέσεών της με τα γειτονικά κράτη και σημαντικούς δρώντες στην περιφέρεια».
Συνέχισε λέγοντας ότι η Κύπρος επιδιώκει μέσω αυτών των σχέσεων να δημιουργήσουν ένα πλαίσιο συνεργασίας και εμπιστοσύνης, να δημιουργήσουν ένα πλαίσιο συνεργασίας, το οποίο θα ενισχύει τις προσπάθειες για επίτευξη και διατήρηση ειρήνης, σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή και θα συνεισφέρει στη διαδικασία επίτευξης των στόχων που έχει θέσει η ΕΕ, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας, για διατήρηση της ασφάλειας και της ισορροπίας ανάμεσα στα πολλαπλά και ραγδαίως διαμορφούμενα ανταγωνιστικά συμφέροντα των δρώντων στη «Νότια Γειτονιά».
Σύμφωνα με τον Υπουργό Άμυνας «έχει καταστεί σαφές ότι βρισκόμαστε σε μια εποχή πρωτοφανών προκλήσεων», για να προσθέσει πως «η ΕΕ καλείται να αναπροσαρμόσει τις στρατηγικές της, να ενισχύσει την εσωτερική της συνοχή και να αναπτύξει πιο ανθεκτικούς μηχανισμούς συνεργασίας και άμυνας».
«Η ευρωπαϊκή ασφάλεια», συμπλήρωσε, «δεν αποτελεί απλώς ζήτημα στρατιωτικής ισχύος. Είναι πρωτίστως ζήτημα πολιτικής βούλησης και οικονομικής ανθεκτικότητας. Σε έναν κόσμο, όπου οι απειλές μεταβάλλονται ταχύτατα, η ΕΕ πρέπει να παραμείνει ευέλικτη, να επενδύσει στην καινοτομία και να διατηρήσει τον ηγετικό της ρόλο ως παράγοντας ειρήνης και σταθερότητας».
Καταλήγοντας είπε πως το νέο γεωπολιτικό σκηνικό «απαιτεί από εμάς να προσαρμόσουμε τις στρατηγικές μας και να ενισχύσουμε τις συμμαχίες μας, τόσο εντός όσο και εκτός των συνόρων της Ευρώπης», σημειώνοντας ότι «μόνο μέσα από τη συλλογική προσπάθεια και τη διαρκή συνεργασία μπορούμε να διασφαλίσουμε μια ασφαλή, ισχυρή και ευημερούσα Ευρωπαϊκή Ένωση, έτοιμη να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του μέλλοντος».