
ΚΥΠΕ
Τρία είναι τα πιο σημαντικά που κρατά από την άτυπη διάσκεψη στη Γενεύη, το διορισμό προσωπικού απεσταλμένου, τον καθορισμό νέας συνάντησης τον Ιούλιο και την κοινή επιστολή του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου προς τον ΓΓ του ΟΗΕ, δηλώνει στην κυριακάτικη έκδοση του «Φιλελεύθερου» ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης.
Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα όπου προέβη σε αποτίμηση της πρόσφατης άτυπης διάσκεψης στη Γενεύη, ο Πρόεδρος είπε ότι είμαστε ενώπιον πρώτων σημαντικών εξελίξεων τις οποίες θα εργαστούμε να αξιοποιήσουμε για να πετύχουμε την επανέναρξης των συνομιλιών.
Κατά την εκτίμησή του, τα τρία θέματα που είναι τα πιο σημαντικά από τη Γενεύη, είναι «η απόφαση του ΓΓ για διορισμό ενός προσωπικού απεσταλμένου, που θα έχει ως αποστολή τα επόμενα βήματα στην προσπάθεια για επανέναρξη των συνομιλιών στη βάση του συμφωνημένου πλαισίου. Πριν τη Γενεύη, η τουρκική πλευρά ήταν αρνητική σε μια τέτοια προοπτική», είπε.
Το δεύτερο σημαντικό είναι ότι «αποφασίστηκε μια νέα συνάντηση στα τέλη Ιουλίου, αυτής της διευρυμένης μορφής, για να δούμε την πρόοδο που θα επιτευχθεί και τα επόμενα βήματα. Πριν τη Γενεύη, η τουρκική πλευρά επένδυε στην αποτυχία και το αδιέξοδο για να ενισχύσει το αφήγημά της για την ανάγκη αλλαγής της βάσης λύσης», διευκρίνισε.
Τρίτο, και ιδιαίτερα σημαντικό, είπε, «θεωρώ την κοινή επιστολή της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου προς τον ΓΓ των ΗΕ με κοινοποίηση τόσο σε εμένα όσο και στον (Τουρκοκύπριο ηγέτη Ερσίν) κ. Τατάρ. Μια επιστολή, που θεωρώ ότι καθορίζει, χωρίς να επιτρέπει την οποιαδήποτε διαφορετική ερμηνεία, τη θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) σε σχέση με την επίλυση του Κυπριακού, κάτι που αγγίζει φυσικά και τις σχέσεις της ΕΕ με την Τουρκία και τις επιθυμίες της Άγκυρας. Πριν τη Γενεύη, κάποιοι μιλούσαν για υποβαθμισμένο ενδιαφέρον από πλευράς ΕΕ».
Ανέφερε επίσης ότι το γεγονός ότι όχι μόνο διασφαλίστηκε η κινητικότητα και η συνέχιση της προσπάθειας είναι σίγουρα κάτι που αξίζει να σημειωθεί στα θετικά της αποτίμησής μας.
Κληθείς να δώσει την αποτίμησή του για την άτυπη διάσκεψη της Γενεύης, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε «στόχος και επιδίωξή μας είναι η επανέναρξη των διαπραγματεύσεων από το σημείο που έχουν διακοπεί το Καλοκαίρι του 2017». Αυτό, είπε, δεν ήταν εφικτό να επιτευχθεί στη Γενεύη λόγω της άρνησης και της στάσης της τουρκικής πλευράς. Λαμβάνοντας υπόψη αυτό το δεδομένο, συνέχισε, «στην άτυπη Διάσκεψη, έγινε ένα πρώτο σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της επανέναρξης των διαπραγματεύσεων», και παρέπεμψε στις δηλώσεις του ιδίου του ΓΓ.
Ασφαλώς, συνέχισε, και οι ενότητες Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης που συμφωνήθηκαν για να συζητηθούν, αποτελούν εξέλιξη που θα συμβάλει στην περαιτέρω επίτευξη προόδου, αφού τα όποια ΜΟΕ αποσκοπούν να εξυπηρετήσουν τον στόχο επίλυσης του Κυπριακού στη βάση του συμφωνημένου πλαισίου και σίγουρα όχι ως υποκατάστατο της λύσης.
Την ίδια στιγμή, στην όποια αποτίμηση της Γενεύης, είπε ο Πρόεδρος, «θα πρέπει να λάβουμε υπόψη επίσης την αποφυγή των όποιων αναφορών, άμεσα ή δια της πλαγίας οδού που θα παρέπεμπαν με τον οποιοδήποτε τρόπο σε επιδιώξεις που εκφεύγουν του συμφωνημένου πλαισίου».
Σημείωσε, επίσης, την επαναβεβαίωση της προσήλωσης στο συμφωνημένο πλαίσιο με τρόπο ρητό και ξεκάθαρο, τόσο από πλευράς του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών όσο και του Υφυπουργού Ευρώπης του ΗΒ αλλά και από τον Υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδας.
Ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης εκτίμησε ότι «αν πράγματι η άλλη πλευρά προσέλθει σε αυτή τη νέα περίοδο με ειλικρίνεια και πραγματική βούληση μπορούν να γίνουν θετικά βήματα, που να οδηγήσουν σε μια αμοιβαία επωφελή κατάσταση πραγμάτων, προς όφελος όλων των κατοίκων της χώρας μας, αλλά και ευρύτερα προς όφελος της ασφάλειας και της σταθερότητας της περιοχής».
Ανέφερε ότι η «προσπάθεια βεβαίως δεν έχει ολοκληρωθεί, είμαστε όμως ενώπιον πρώτων σημαντικών εξελίξεων τις οποίες θα εργαστούμε να αξιοποιήσουμε για να πετύχουμε τον στόχο της επανέναρξης των συνομιλιών».
Για τη «νέα ατμόσφαιρα» ανάμεσα στους δύο ηγέτες της Κύπρου, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, ο Πρόεδρος είπε ότι αυτή αφορά πρωτίστως τα αποτελέσματα της Διάσκεψης, αλλά και το γεγονός ότι πραγματοποιήθηκε μια ουσιαστική συζήτηση μαζί και με την Τουρκία και ανταλλάξαμε συγκεκριμένες απόψεις, εκφράζοντας ακόμα και την ετοιμότητά μας να συζητήσουμε ΜΟΕ μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Τουρκίας, λαμβάνοντας από την μια υπόψη τις επιδιώξεις της Άγκυρας σε σχέση με τα ευρωτουρκικά, αλλά και την προϋπόθεση για να γίνει κάτι τέτοιο, η Τουρκία θα πρέπει να ανταποκριθεί και στις κυπρογενείς της υποχρεώσεις.
Για την συνάντησή του την ερχόμενη Τετάρτη με τον Ερσίν Τατάρ, και τί μπορεί να ελπίζει κάποιος, ο Πρόεδρος είπε ότι η συνάντηση αποτελεί δική μας πρωτοβουλία και η υλοποίηση και πρόοδος σε όσα συμφωνήθηκαν στη Γενεύη αποτελεί προτεραιότητα ενόψει και της ήδη καθορισμένης για τον Ιούλιο νέας Διάσκεψης και είναι αυτός ο λόγος που αμέσως μετά την επιστροφή του από τη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου πρότεινε εισηγήσεις για ημερομηνίες σύγκλησης αυτής της συνάντησης.
Σε ερώτηση αν αληθεύει ότι είναι επιφυλακτικός ως προς τον επαναδιορισμό της Άγκελα Ολγκίν για να αναλάβει εκ νέου ως προσωπική απεσταλμένη του ΓΓ ΟΗΕ, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης απάντησε «δεν είμαστε επιφυλακτικοί ως προς τον επαναδιορισμό της κ. Ολγκίν ή κάποιας άλλης προσωπικότητας. Εκείνο που μας ενδιαφέρει και εκείνο που εμείς επιθυμούμε είναι μια προσωπικότητα που θα έχει τη δυνατότητα να πραγματοποιεί συνεχείς επαφές στην Κύπρο, στην Ελλάδα, στην Τουρκία, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις Βρυξέλλες, ούτως ώστε να προετοιμάσει το έδαφος με στόχο μέχρι την επόμενη πολυμερή του Ιουλίου να ανακοινωθεί η επανέναρξη των διαπραγματεύσεων από το σημείο που έχουν διακοπεί».
Για τη συμμετοχή της ΕΕ και τις επικρίσεις που δέχθηκε για την τελική συμμετοχή αντί σε επίπεδο επιτρόπου, παρευρέθηκε μία γραφειοκράτης στο περιθώριο, o Πρόεδρος ανέφερε ότι η ΕΕ, μέσω κοινής επιστολής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, έθεσε επίσημα το πλαίσιο λύσης για το Κυπριακό, συνδέοντας το με τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας.
Κατά τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, η επιστολή επιβεβαιώνει τον ενεργό ρόλο της ΕΕ σε όλα τα στάδια, σύμφωνα με τα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ενώ εξέφρασε «την έντονη πεποίθηση ότι η παρουσία της ΕΕ στην πολυμερή διάσκεψη θα ήταν καταλυτική και ωφέλιμη».