ΚΥΠΕ
Το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου του 1974 που διενήργησε η στρατιωτική χούντα των Αθηνών σε συνεργασία με την ΕΟΚΑ Β', κατά της εκλεγμένης κυβέρνησης του Προέδρου Μακάριου ήταν η αφορμή για την Τουρκία να επιβάλει τα διχοτομικά της σχέδια σε βάρος της Κύπρου.
Στις 20 Ιουλίου η Τουρκία εισέβαλε στρατιωτικά στο νησί παραβιάζοντας κάθε κανόνα της διεθνούς νομιμότητας, περιλαμβανομένου του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Την πρώτη αυτή φάση της παράνομης εισβολής ακολούθησε και δεύτερη, κατά την οποία καταλήφθηκε η πόλη της Αμμοχώστου και η Μόρφου. Η επιχείρηση Αττίλας ΙΙ διαρκεί μόλις τρεις ημέρες.
Παρά το γεγονός ότι το ψήφισμα 353 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ της 20ής Ιουλίου, απαιτούσε άμεση κατάπαυση του πυρός και τερματισμό της ξένης επέμβασης στην Κύπρο, μέχρι τις 22 Ιουλίου η Τουρκία είχε ήδη δημιουργήσει προγεφύρωμα και συνέχιζε την εισβολή, μεταφέροντας στρατό και εξοπλισμό.
Τι μεσολάβησε, συνομιλίες και κατάληψη του Βαρωσίου
Στις 21 Ιουλίου στις έξι το πρωί, μία μέρα μετά την εκδήλωση της εισβολής, η Τουρκική αεροπορία επαναλαμβάνει το σφυροκόπημα των θέσεων της Εθνικής Φρουράς, στην περιοχή του προγεφυρώματος στο Πέντε Μίλι της Κερύνειας. Στις οκτώ και μισή το πρωί, ο απεσταλμένος του Αμερικανού ΥΠΕΞ Χένρι Κίσινγκερ, Υφυπουργός Τζόζεφ Σίσκο φθάνει στην Άγκυρα και συναντάται με τον Τούρκο ΥΠΕΞ Τουράν Γκιουνές. Ανακοινώνει ότι η Ελλάδα δέχεται όπως προωθηθούν στους τουρκικούς θύλακες τα στρατεύματα που αποβιβάστηκαν στην Κύπρο για να διασφαλίσουν, όπως λέει, την ασφάλεια των Τουρκοκυπρίων.
Παράλληλα έχει δεχθεί συνομιλίες στο Λονδίνο, εγγυάται την αντικατάσταση του Νίκου Σαμψών με άλλο μετριοπαθή πολιτικό και απομάκρυνση των Ελλήνων αξιωματικών. Η πρόταση δεν γίνεται αποδεκτή και στην Αθήνα ο Στρατηγός Γρηγόρης Μπονάνος ανακοινώνει απόφαση για κήρυξη πολέμου με την Τουρκία.
Δίνει επίσης οδηγίες να αποσυρθούν τα υποβρύχια από την περιοχή της Κύπρου κι έτσι αυτά επιστρέφουν στο Αιγαίο και προτείνεται η αποστολή αεροσκαφών και ενισχύσεων, διά θαλάσσης, συγκεκριμένα ενός Τάγματος Λοκατζήδων με 15 αεροπλάνα τύπου "Νοράτλας.
Στις 22 Ιουλίου τις αυγινές ώρες μοίρα Καταδρομέων από την Ελλάδα φθάνει στην Κύπρο, με μεταγωγικά αλλά λόγω ασυνεννοησίας τα αεροπλάνα θεωρούνται ως τουρκικά τα οποία πραγματοποιούν επιχείρηση κατάληψης του αεροδρομίου. Ένα αεροπλάνο καταρρίπτεται και τρία υφίστανται ζημιές από πυρά της Κυπριακής Εθνικής Φρουράς. Τριάντα δύο Λοκατζήδες σκοτώνονται. Από την Σούδα είχαν αναχωρήσει 15 συνολικά αεροπλάνα αλλά τα δυο έχασαν τον προσανατολισμό τους, σύμφωνα με τους κυβερνήτες τους και με τη βοήθεια του σταθμού ραντάρ της Ζήρου, προσγειώθηκαν τελικά στη Ρόδο.
Κατάπαυση πυρός στις 22/7/1974, προέλαση προς Κερύνεια
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανακοινώνει συμφωνία για κατάπαυση του πυρός με ώρα έναρξης τις 4 το απόγευμα της 22ας Ιουλίου.
Στην Άγκυρα, ο Πρωθυπουργός Μπουλέντ Ετζεβίτ αναφέρει ότι η επιχείρηση, όπως την χαρακτηρίζει, στην Κύπρο, πέτυχε τους στρατιωτικούς της στόχους. «Η Κερύνεια θα μείνει για πάντα τουρκική. Ο,τι πετύχαμε ήταν να δώσουμε στους Τουρκοκυπρίους ένα λιμάνι διά μέσου του οποίου θα μπορούμε πάντοτε να τους βοηθούμε σε οποιαδήποτε στιγμή και να αυξήσουμε την επιρροή των Τουρκοκυπρίων επί της νήσου.Η Τουρκία δεν θα μείνει για πάντα στην Κύπρο. Ο τουρκικός στρατός πέτυχε τον κύριο του στόχο στην κατάληψη ικανού εδάφους ώστε να καταστήσει την τουρκική στρατιωτική παρουσία αμετάκλητη και να δώσει στους Τουρκοκύπριους διέξοδο προς τη θάλασσα», δηλώνει.
Στις οκτώ και μισή το πρωί της 22ας Ιουλίου, τα τουρκικά άρματα εξορμούν προς την Κερύνεια, η οποία έχει σχεδόν εκκενωθεί από τους κατοίκους της που αναζητούν καταφύγιο σε πιο ασφαλείς περιοχές. Ενώ πέφτει η Κερύνεια, στην Ελλάδα προγραμματίζεται η αποστολή ελληνικών αεροσκαφών για να βομβαρδίσουν το τουρκικό προγεφύρωμα. Τέσσερα Φάντομ στο αεροδρόμιο της Ανδραμβίδας και δύο αναχαιτίσεως στην Τανάγρα διατάσσονται να μετασταθμεύσουν στο Ηράκλειο. Το ένα καταστρέφεται κατά την προσγείωση ενώ το δεύτερο τίθεται εκτός λειτουργίας.
Οι Τούρκοι συνεχίζουν την προέλαση τους και συνενώνουν το προγεφύρωμά τους με το θύλακα Λευκωσίας- Αγίου Ιλαρίωνα, οδικώς από ανατολικά.
Η παραίτηση Σαμψών
Στην Ελλάδα η Χούντα αρχίζει να καταρρέει. Ζητείται η επέμβαση των ΗΠΑ και ανακοινώνεται ότι η Αθήνα έχει αποδεχθεί συνομιλίες στη Γενεύη, μεταξύ των τριών Εγγυητριών Δυνάμεων.
Την αμέσως επόμενη μέρα, ο Υπουργός Εξωτερικών του Σαμψών επισκέπτεται το Γλαύκο Κληρίδη, τότε Πρόεδρο της Βουλής, στο σπίτι του, όπου τελεί υπό περιορισμό, και του αναφέρει ότι κύκλοι των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη υποδεικνύουν στη μόνιμη ελληνική αντιπροσωπεία ότι η πίεση της Τουρκίας για πλήρη εφαρμογή της συμφωνίας για κατάπαυση του πυρός, θα αποβεί σημαντικά πιο αποτελεσματική αν αποκατασταθεί η συνταγματική τάξη και ότι ως πρώτο βήμα πρέπει να παραιτηθεί ο Σαμψών και να αναλάβει ο Κληρίδης ως προεδρεύων.
Ο Σαμψών παραιτείται και αναλαμβάνει συνταγματικά καθήκοντα ο Γλαύκος Κληρίδης. Ο Νίκος Σαμψών χαρακτηρίζει την αποχώρηση του ως προέκταση της προσφοράς του στον Κυπριακό λαό ενώ ο Κληρίδης με διάγγελμα καλεί το λαό να αφήσει κατά μέρος τις έχθρες γιατί όπως αναφέρει «προέχει τώρα η σωτηρία και το καλόν της πατρίδας».
Δυο ώρες μετά την ανάληψη της Προεδρίας ο Γλαύκος Κληρίδης συναντάται με το Ραούφ Ντενκτάς στον τουρκικό τομέα της Λευκωσίας, με τη συνοδεία των Ειρηνευτών του ΟΗΕ, στον οποίο προτείνει να σχηματίσουν κοινή Κυβέρνηση με τη συμμετοχή Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων Υπουργών, όπως προνοούν οι συμφωνίες του 1960.
Στις 24 Ιουλίου ορκίστηκε στην Αθήνα κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, με Πρωθυπουργό τον Κωσταντίνο Καραμανλή και την επομένη άρχισαν στη Γενεύη οι ειρηνευτικές συνομιλίες μεταξύ των Υπουργών Εξωτερικών των τριών εγγυητριών χωρών. (Γεώργιος Μαύρος, Τουράν Γκουνές και Τζέϊμς Κάλαχαν).
Κατάρρευση συνομιλιών Γενεύης – Το σύνθημα για τον Αττίλα ΙΙ
Οι συνομιλίες της Γενεύης καταρρέουν στις τρεις το πρωί της 14ης Αυγούστου και ο Τουράν Γκιουνές διαμηνύει στην Άγκυρα ότι "η Αϊσέ μπορεί να πάει διακοπές" δίνοντας το σύνθημα για έναρξη της δεύτερης φάσης της τουρκικής εισβολής. Τι προηγήθηκε όμως;
Στα τελευταία στάδια της Διάσκεψης η Τουρκία αξιώνει όπως γίνουν αποδεκτοί οι όροι της, αλλιώς προειδοποιεί έμμεσα πως τα τουρκικά άρματα θα κινηθούν και πάλι και αυτή τη φορά τα πράγματα θα είναι χειρότερα.
Στόχος των Τούρκων είναι να εξασφαλίσουν αναίμακτα εκκένωση από τους Έλληνες μιας ζώνης στις βόρειες περιοχές, έκτασης 34% του κυπριακού εδάφους, ώστε να την θέσουν υπό τον απόλυτο έλεγχο τους και να εφαρμόσουν τα σχέδια τους για τουρκοποίηση της.
Η Κυπριακή αντιπροσωπεία, ενισχυμένη από τη δημοκρατική πια Ελλάδα μετά την κυβερνητική μεταβολή λόγω της κατάρρευσης της χούντας, ανθίσταται. Η Τουρκία όμως επιμένει και οδηγεί τις συνομιλίες σε ναυάγιο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το πρωί της 12ης Αυγούστου και ενώ στη Γενεύη ήδη τα πράγματα δεν πάνε καθόλου καλά, στην Αθήνα πραγματοποιείται νέα σύσκεψη για επανεξέταση της στρατιωτικής κατάστασης.
Ο Καραμανλής ενημερώνεται πως μπορεί σε μια επιστράτευση η Ελλάδα να διαθέτει 400,000 άνδρες, αλλά δεν υπάρχουν τα μέσα για εξοπλισμό και αξιοποίηση τους. Ο Καραμανλής ζητά να ενημερωθεί γιατί δεν ενισχύθηκε η Εθνική Φρουρά. Παίρνει την απάντηση ότι αυτό δεν μπορούσε να γίνει λόγω του γεωγραφικού παράγοντος σε συνδυασμό με την κυριαρχία της τουρκικής αεροπορίας στον αέρα, πράγμα που δημιουργούσε πρακτική αδυναμία για αποστολή ενισχύσεων.
Αναφέρεται στον Πρωθυπουργό ότι η αναλογία είναι τρία προς ένα υπέρ της Τουρκίας στο Στρατό και το Ναυτικό και ένα προς δύο στην αεροπορία.
Συγκεκριμένα στο ναυτικό οι Τούρκοι διαθέτουν αριθμητική υπεροχή από άποψης αριθμού πλοίων, μεγαλύτερες ανθυποβρυχιακές ικανότητες, μεγαλύτερα αποβατικά σκάφη, πλήρη ευχέρεια ναρκοθετήσεων και αποκλεισμού των ναυτικών δυνάμεων της Ελλάδας ενώ η Ελλάδα υστερούσε καθολικά στο θέμα της αεροπορικής κάλυψης του στόλου.
Στον τομέα των υποβρυχίων η Ελλάδα βρίσκεται σε αδυναμία αποτελεσματικής αντιμετώπισης.
Στην αεροπορία η Τουρκία διαθέτει 520 μαχητικά αεροσκάφη σε σύγκριση με 290 της Ελλάδας ενώ διαθέτει υπεροχή σε επιθετικά και μεταφορικά αεροσκάφη, σε μάζα πυρός, αεράμυνα, μόνιμο προσωπικό, αποθέματα και καύσιμα.
Αναφορικά με την επιθυμία του Καραμανλή για αποστολή Μεραρχίας, κρίθηκε ότι μια τέτοια ενέργεια θα απασχολήσει το σύνολο του ναυτικού και της αεροπορίας και ότι οι κίνδυνοι απωλειών καθ’ οδόν θα είναι πολύ αυξημένοι, ενώ θα είναι προβληματική η αποβίβαση, διατήρηση και συντήρηση και εφοδιασμός της δύναμης.
Στην Κύπρο στο μεταξύ ανακοινώνεται πως η Εθνική Φρουρά έχει αποχωρήσει από τις τουρκικές συνοικίες Λάρνακας και Πάφου και από τα τουρκικά χωριά Αυδήμου, Αλέκτορα, ‘Αγιο Θωμά, Πλατανίσκια της επαρχίας Λεμεσού και Μάνδρες και Κούκλια της επαρχίας Πάφου.
Στις 13 Αυγούστου οι φήμες οργιάζουν για επικείμενη νέα προέλαση των Τούρκων. Πολεμικός συναγερμός επικρατεί και στην Ελλάδα όπου πραγματοποιείται νέα σύσκεψη, η οποία και καταλήγει στη δραματική διαπίστωση ότι η Αθήνα δεν μπορεί να κάμει τίποτε, ούτε και να βοηθήσει την Κύπρο. Το βράδυ οι συνομιλίες βρίσκονται σε κρίσιμο σημείο.
Η Τουρκία υποβάλλει προτάσεις νομιμοποίησης αυτών που έχει καταλάβει και ζητεί ανάμεσα στα άλλα να της αναγνωρισθεί δικαίωμα κυριαρχίας στο 34% του Κυπριακού εδάφους, πράγμα που γνωρίζει ότι δεν μπορεί κανένας να της το αναγνωρίσει.
Η Ελληνική πλευρά με τη σειρά της υποβάλλει προτάσεις για διατήρηση του ενιαίου κράτους.
Οι προτάσεις είναι διαμετρικά αντίθετες. Η τουρκική πλευρά ζητά πιεστικά αποδοχή των προτάσεων της αμέσως.
Στην πρόταση του Γκιουνές, ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών Γ. Μαύρος ζητεί διακοπή 24 ή 36 ωρών για να μεταβεί στην Αθήνα για να διαβουλευθεί με την Κυβέρνηση του. Ο Κληρίδης ζητεί για τον ίδιο σκοπό 48 ώρες.
Οι προτάσεις των Τούρκων
Τα πρακτικά για τις τελευταίες αυτές κρίσιμες ώρες γύρω στις δέκα και τέταρτο το βράδυ είναι χαρακτηριστικά.
Ο Γκιουνές ανέφερε ότι υπήρχαν δυο τουρκικές προτάσεις. Η πρώτη ήταν εκείνη την οποία η τουρκική αντιπροσωπεία είχε κυκλοφορήσει την προηγούμενη και μια δεύτερη, η οποία πρόβλεπε τη δημιουργία δυο γεωγραφικών ζωνών, μια για τους Ελληνοκύπριους και μια για τους Τουρκοκύπριους.
Η τουρκοκυπριακή αυτόνομη ζώνη, θα βρισκόταν βόρεια μιας γενικής γραμμής που περιλαμβάνει τον τουρκικό τομέα της Αμμοχώστου και τον τομέα της Λευκωσίας που ελέγχεται από τους Τούρκους, κατευθυνόμενη δε προς δυσμάς.
Η συνολική έκταση της εν λόγω ζώνης, έπρεπε να αντιστοιχεί στο 34% περίπου του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το σύστημα μπορούσε να ονομαστεί καντονιακό αλλά και ομοσπονδιακό, θα βασιζόταν δε στις δύο αυτόνομες περιοχές από άποψης εσωτερικού δικαίου.
Πρόσθεσε ότι τέτοια λύση, εμφανιζόταν ως εγγύηση κατά της ένωσης, διότι εάν η μια πλευρά ήθελε να προσαρτήσει το ένα τμήμα τότε η άλλη πλευρά, θα προσαρτούσε αμέσως το άλλο.
Ως προς την πρώτη πρόταση ο Γκουνές δήλωσε ότι έπρεπε να προσδιοριστεί αμέσως, ποιες θα ήταν οι περιοχές και ποια η έκταση των καντονίων, η οποία ως επανέλαβε έπρεπε πάντως να ανέρχεται συνολικά στο 34% του κυπριακού εδάφους.
Υπογράμμισε ότι η αρχή αυτή δεν ήταν διαπραγματεύσιμη. Ανέφερε επίσης ότι οι προτάσεις ήταν γνωστές τόσο στον Κίσινγκερ όσο και στο ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ, ανέγνωσε το μήνυμα του Κίσινγκερ στο οποίο αναφερόταν ότι οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν την ανάγκη βελτίωσης της θέσης και προστασίας της τουρκοκυπριακής κοινότητας.
Ο Γκιουνές ζήτησε την άμεση αποδοχή διάρθρωσης που να βασίζεται σε διαχωρισμό, ανέγνωσε και στη συνέχεια κυκλοφόρησε σχέδιο χρονοδιαγράμματος που προβλέπει την εκκένωση μέσα σε προθεσμία, από την Εθνική Φρουρά, ορισμένων περιοχών της Κύπρου προς κατάληψη τους από τις τουρκικές δυνάμεις.
Από τον κ. Μαύρο λέχθηκε ότι εφ’ όσον οι δυο κοινότητες θα συμφωνούσαν, η ελληνική Κυβέρνηση δεν θα έφερε αντιρρήσεις. Οι συνομιλίες ουσιαστικά οδηγήθηκαν σε κατάρρευση.
Το σύνθημα και η δεύτερη φάση
Στις 3 το πρωί της 14ης Αυγούστου ο Τουράν Γκιουνές τρέχει στο τηλέφωνο και ζητά να τον συνδέσουν με την Άγκυρα και τον Πρωθυπουργό Ετζεβίτ. Μιλά συνθηματικά:
«Η Αϊσέ μπορεί να πάει διακοπές (Αϊσέ είναι το όνομα της κόρης του Γκιουνές).
Το μήνυμα σημαίνει ότι μπορεί να αρχίσει αμέσως η δεύτερη φάση της εισβολής.
Σε λίγο τα άρματα εξορμούν προς δυο κατευθύνσεις, προς Αμμόχωστο ανατολικά και προς Μόρφου δυτικά.
Αποδιοργανωμένη όπως είναι η Εθνική Φρουρά είναι αδύνατο να αντέξει και το μόνο που κάμνει είναι να αναδιπλώνεται σε νέες θέσεις, καθώς προελαύνουν οι τουρκικές δυνάμεις.
Μέσα σε τρεις σχεδόν μέρες, δηλαδή μέχρι τις 6 το απόγευμα της 16ης Αυγούστου, τα τουρκικά άρματα φθάνουν με άνεση και χωρίς κανένα ουσιαστικό πρόβλημα μέχρι την Αμμόχωστο και τη Μόρφου και ολοκληρώνουν έτσι την εφαρμογή του σχεδίου τους για τη δημιουργία της γραμμής Αττίλα.
Παράλληλα στη Λευκωσία βομβαρδίζονται το ΡΙΚ, η Σχολή Γρηγορίου και η Σχολή Τέρρα Σάντα. Βλήμα όλμου πέφτει και στην αυλή του ξενοδοχείου Χίλτον. Ο Πρόεδρος Μακάριος με διάγγελμά του καταδικάζει την τουρκική βαρβαρότητα και καλεί τους πολιτισμένους λαούς να βοηθήσουν τον κυπριακό λαό.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας των ΗΕ απευθύνει έκκληση για κατάπαυση του πυρός και στην Ουάσιγκτον συνέρχεται η Επιτροπή Άμεσης Επέμβασης υπό την Προεδρία του Προέδρου Φορντ.
Ο Υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας Τζιμ Κάλλαχαν καταδικάζει την τουρκική αδιαλλαξία η οποία καθυστέρησε για μερικά χρόνια, όπως αναφέρει, την εξεύρεση λύσης στο Κυπριακό.
Ο Χένρι Κίσινγκερ σε νέο μήνυμά του στον Καραμανλή τονίζει την ανάγκη όπως οι δυο χώρες εργασθούν από κοινού για να επαναφέρουν το Κυπριακό στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων.
Ο Καραμανλής σε διάγγελμά του προς τον Ελληνικό λαό παραδέχεται και δημόσια ότι δεν μπορεί να βοηθήσει την Κύπρο.
"Η ένοπλη αντιμετώπιση των Τούρκων στην Κύπρο καθίστατο αδύνατη και λόγω αποστάσεως και λόγω των γνωστών τετελεσμένων γεγονότων. Και δεν ήταν δυνατό να επιχειρηθεί χωρίς τον κίνδυνο εξασθένησης της άμυνας αυτής της ίδιας της Ελλάδας".
Τις πρωινές ώρες της 16ης Αυγούστου ο Προεδρεύων της Δημοκρατίας Γλαύκος Κληρίδης φθάνει στην Κύπρο, μέσω Μάλτας με μεταγωγικό αεροπλάνο της ΡΑΦ.
Η Τουρκία ανακοινώνει ότι θα διατάξει κατάπαυση του πυρός στις 6 το απόγευμα.
Επιτυγχάνεται αυτή η κατάπαυση αφού στο μεταξύ έχουν καταληφθεί η Μόρφου και η Αμμόχωστος και όλα τα χωριά που βρίσκονται στις πεδιάδες Μόρφου και Μεσαορίας.
Στις 17 Αυγούστου οι Τούρκοι εισέρχονται στην Αμμόχωστο και ενώνουν το θύλακα της Λευκωσίας με εκείνον της Αμμοχώστου. Οι δυνάμεις των Ηνωμένων Εθνών παραμένουν στις θέσεις τους ενώ παράλληλα εκκενώνεται και η κωμόπολη της Μόρφου.
Την επομένη οι Τούρκοι κανονιοβολούν την Αθηαίνου και το Πυρόϊ και προωθούνται προς τα υψώματα της περιοχής Γρηγορίου- ΕΛΔΥΚ στη Λευκωσία, αλλά αποτυγχάνουν να προωθηθούν προς την περιοχή Αγίου Παύλου.
Στις 19 Αυγούστου υπολογίζεται ότι το κύμα των προσφύγων ανέρχεται στις 200,000 και οργανώνεται η δημιουργία προσφυγικών καταυλισμών. Μόνο στο Δάσος Άχνας καταφεύγουν 30,000 πρόσφυγες. Ο αριθμός των εγκλωβισμένων στην Καρπασία, τη Μεσαορία και τη Μόρφου υπολογίζεται σε 20,000.
Ο αριθμός των Ελληνοκυπρίων και Μαρωνιτών που ζουν σήμερα σ’ αυτή την περιοχή έχει μειωθεί στους 300.
Χιλιάδες οδηγούνται στα κρατητήρια και τις φυλακές της Τουρκίας. Από αυτούς, 1,600 και πλέον δεν γύρισαν ποτέ μετά την ανταλλαγή των αιχμαλώτων και μπήκαν στον τραγικό κατάλογο των αγνοουμένων.
Εκατοντάδες άλλοι έπεσαν στο πεδίο της μάχης και άλλες τρεις περίπου χιλιάδες εκτελέστηκαν ή δολοφονήθηκαν από τους εισβολείς.
Η δολοφονία του Πρέσβη των ΗΠΑ , το σχέδιο της Μόσχας για διάσκεψη, ο Βάλντχαϊμ στην Κύπρο
Στις 19 Αυγούστου, υπήρξαν ογκώδεις αντιαμερικανικές διαδηλώσεις στην Κύπρο.
Σε κάποια στιγμή ακούστηκαν καταιγιστικά πυρά (οι πληροφορίες έκαναν λόγο για ένοπλους της ΕΟΚΑ Β΄) και τότε οι φρουροί της πρεσβείας, Αμερικανοί πεζοναύτες, έριξαν δακρυγόνα κατά των διαδηλωτών και άρχισαν να πυροβολούν στον αέρα. Από εξοστρακισμένες σφαίρες σκοτώθηκαν ο Αμερικανός πρέσβης, Ρότζερ Ντέιβις, και η γραμματέας του, Αντουανέτ Βαρνάβα. Για τις δολοφονίες δεν συνελήφθη κανένας, 3 χρόνια αργότερα δικάστηκαν και φυλακίστηκαν 2 άτομα για οχλαγωγία και παράνομη μεταφορά όπλων.
Στις 25 Αυγούστου ο τότε Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών Κουρτ Βαλντχάιμ φτάνει στη Λευκωσία με στόχο την επανέναρξη των συνομιλιών.
Ενώ η Ελλάδα πληροφορεί τη Βρετανία ότι αποδέχεται το ρωσικό σχέδιο για τη σύγκληση διάσκεψης με συμμετοχή των μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας, ο Κίσινγκερ με επιστολή του στον Καραμανλή ζητεί να μην υποστηρίξει τη σοβιετική πρόταση, γιατί όπως αναφέρει, η Σοβιετική Ένωση δεν έχει συμφέρον να λυθεί το Κυπριακό, αφού η συνεχιζόμενη ένταση στην περιοχή είναι προς όφελος της.
Τις μέρες που ακολούθησαν έως και το τέλος του Αυγούστου του ’74 και ενώ οι πρώτοι υπολογισμοί ανεβάζουν τις ζημιές από την εισβολή στο ένα δισεκατομμύριο λίρες, η Τουρκία ανακοινώνει ότι θα αρχίσει την αποχώρηση των στρατευμάτων της από την Κύπρο, μόλις αρχίσουν οι συνομιλίες για εξεύρεση ομοσπονδιακής λύσης στο Κυπριακό.
Ο Κληρίδης δηλώνει ότι συζητεί κάθε δυνατή λύση όταν φύγουν οι Τούρκοι στρατιώτες από την Κύπρο και η Σοβιετική Ένωση ζητεί ακριβή απάντηση από τη Δύση στην πρόταση της για διεθνή διάσκεψη. Η Κύπρος αποδέχεται την πρόταση. Την απάντηση της Κύπρου επιδίδει ο Γλαύκος Κληρίδης στο σοβιετικό πρεσβευτή στη Λευκωσία Σεργκέϊ Αστάβιν. Την πρόταση όμως απορρίπτει η Τουρκία.
Στις 28 Αυγούστου Τούρκοι κουβαλητοί μεταφέρονται στη Λεύκα και την Κερύνεια και Τούρκοι στρατιώτες εισβάλλουν στην Άχνα με άρματα. Οι κάτοικοι εγκαταλείπουν το χωριό τους. Ύστερα από παραστάσεις των Ηνωμένων Εθνών αποσύρονται σε μικρή απόσταση από το χωριό, στο Δασάκι ‘Αχνας.
Δήμαρχος της κατεχόμενης Αμμοχώστου στο ΚΥΠΕ: Η τραγικότερη μέρα στη μακραίωνη ιστορία της πόλης μας
Για μας τους Βαρωσιώτες η 14η Αυγούστου του ’74 είναι ίσως η τραγικότερη μέρα της μακραίωνης ιστορίας της πόλης μας, δηλώνει στο ΚΥΠΕ ο Δήμαρχος Σίμος Ιωάννου.
«Έχουν περάσει ήδη 50 χρόνια από την αποφράδα μέρα. Χιλιάδες Βαρωσιωτών έφυγαν με τον καημό της επιστροφής. Πολλές φορές το παρελθόν μας έδωσαν ελπίδες για επιστροφή, όμως πάντα έμεναν όνειρα θερινής νυκτός», αναφέρει.
Ο κ. Ιωάννου επαναλαμβάνει ότι ο εποικισμός της περίκλειστης περιοχής των Βαρωσίων από την τουρκική πλευρά θα είναι η ταφόπλακα του κυπριακού προβλήματος.
Στις 14 Αυγούστου του ’74 ο κ. Ιωάννου υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία στο 291 Τ.Π στην Καρπασία.
«Μαζί με άλλους δέκα στρατιώτες ήμασταν φρουρά στο Τ/κ χωριό Αγ. Συμεών που είχε καταληφθεί από τις 20 Ιουλίου. Το ξεκίνημα του β’ γύρου μας βρήκε μέσα στο χωριό χωρίς καμία οδηγία. Το απόγευμα τα στρατεύματα που βρίσκονταν στη χερσόνησο της Καρπασίας μετά από εντολή του ΓΕΕΦ οπισθοχωρούσαν με κατεύθυνση τις Αγγλισίδες . Εμείς δυστυχώς δεν ειδοποιηθήκαμε εγκαίρως αλλά μετά από ώρες. Φύγαμε αργά το βράδυ . Δεν θα ξεχάσω ποτέ όταν περνούσαμε από την Αμμόχωστο και έξω από το σπίτι μου. Ένα αίσθημα φοβερό. Να μην βλέπεις ψυχή, μόνο ένα -δύο σκύλους που γύρευαν τους ιδιοκτήτες τους. Από το μυαλό μου ποτέ δεν πέρασε ότι φεύγαμε για πάντα. Απλά ανησυχούσα που βρίσκονταν οι δικοί μου», διηγείται στο ΚΥΠΕ.
Αναφέρει ότι πέρασαν 30 χρόνια για να ξαναδεί το σπίτι του, σαν ένας ξένος επισκέπτης.
«Ο πόνος και η πίκρα του πρόσφυγα είναι ανείπωτη. Δεν είναι η απώλεια των υλικών αγαθών αλλά η απώλεια της νεανικής μας ψυχής που την αφήσαμε μέσα όπως έγραψε ένας Βαρωσιώτης στο συρματόπλεγμα της παραλίας του Φαλήρου», αναφέρει.
(Το αφιέρωμα συγκροτήθηκε δημοσιογραφικά στη βάση εκτεταμένων στοιχείων από το ανοικτό αρχείο του Π. Παπαδημήτρη)