ΚΥΠΕ
Με την αλλαγή του τρόπου προσέγγισης των πολιτών «αυξήθηκε η ροή πληροφοριών με θετικά αποτελέσματα και ήδη σε ένα μήνα είχαμε πάνω από 6 ταυτοποιήσεις» αγνοουμένων, δήλωσε η Επικεφαλής Ανθρωπιστικών Θεμάτων Αγνοουμένων και Εγκλωβισμένων Άννα Αριστοτέλους, μιλώντας στη Γενική Συνέλευση της Πανελλήνιας Επιτροπής Γονέων και Συγγενών Αδηλώτων Αιχμαλώτων και Αγνοουμένων της Κυπριακής τραγωδίας, στην Αθήνα, κατά την Ημέρα Αγνοουμένων την Κυριακή 29 Οκτωβρίου.
Σημείωνοντας πως η τραγωδία των αγνοουμένων αποτελεί τη μεγαλύτερη χαίνουσα πληγή της τουρκικής εισβολής, η κ. Αριστοτέλους ενημέρωσε ότι νέος στόχος της Υπηρεσίας της οποίας προΐσταται είναι «η ενίσχυση των προσπαθειών μας με έναν πιο ενεργό ρόλο και η διαφοροποίηση της προσέγγισης του ζητήματος έχοντας ως επίκεντρό τον άνθρωπο και τις ανάγκες του».
«Για επίτευξη αυτού του νέου στόχου αποφασίστηκαν αλλαγές, ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη διαδικασία εξασφάλισης και διερεύνησης των όποιων πληροφοριών για την τύχη των αγνοουμένων μας, που αποτελεί για την Υπηρεσία μας ζήτημα κεφαλαιώδους σημασίας», εξήγησε.
Όπως ανέφερε η κ. Αριστοτέλους με την αλλαγή του τρόπου προσέγγισης των πολιτών «αυξήθηκε η ροή πληροφοριών με θετικά αποτελέσματα και ήδη σε ένα μήνα είχαμε πάνω από 6 ταυτοποιήσεις».
Χαιρετίζοντας την εκδήλωση στην Αθήνα, η κ. Αριστοτέλους σημείωσε ότι «τιμούμε όλους αυτούς που αγωνίστηκαν, τους πιστούς στις επάλξεις της ελευθερίας, τους πεσόντες, τους αιχμαλώτους, τους αγνοουμένους μας».
«Η τραγωδία των αγνοουμένων μας, είναι η μεγαλύτερη χαίνουσα πληγή της τουρκικής εισβολής, η οποία προκαλεί δυσβάστακτο πόνο. Ο πόνος εντείνεται με τη συνεχιζόμενη κατοχή της πατρίδας μας», ανέφερε.
Παράλληλα διαβεβαίωσε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία είναι δίπλα στις οικογένειες των αγνοουμένων και αναζητεί μαζί τους την αλήθεια, μέχρι να διακριβωθεί η τύχη «ενός εκάστου των αγνοουμένων μας και ο εντοπισμός των πεσόντων μας που χάθηκαν κατά την τουρκική εισβολή το 1974 και την περίοδο 1963-1964».
«Η διασφάλιση του δικαιώματος των συγγενών να γνωρίζουν την αλήθεια για την τύχη των δικών τους ανθρώπων είναι υποχρέωσή μας και προϋποθέτει τη συνέχιση και εντατικοποίηση των προσπαθειών μας, την προσήλωση στον στόχο αυτό», υπογράμμισε η κ. Αριστοτέλους.
Ταυτόχρονα, υπογράμμισε ότι το μεγαλύτερο εμπόδιο στην προσπάθεια εντοπισμού και ταυτοποίησης των αγνοουμένων είναι ο τουρκικός στρατός και το κατοχικό καθεστώς. «Η διαπραγμάτευση για τη διενέργεια ανασκαφών, οι συνθήκες κατοχής, η παρουσιαζόμενη καθυστέρηση στην έγκριση των ανασκαφών στα κατεχόμενα και ειδικότερα στις ούτω καλούμενες στρατιωτικές ζώνες, περιορισμένος χρόνος, καθώς και οι απαγορεύσεις πρόσβασης στα αρχεία του τουρκικού στρατού, είναι μόνο μερικά από τα βασικά προβλήματα που καλούμαστε να διαχειριστούμε», τόνισε.
«Αποτελεί χρέος μας να αγωνιστούμε με όλες μας τις δυνάμεις για την ανεύρεση των αγνοουμένων μας και να διατηρήσουμε την κληρονομιά που αφήνουν στις νέες γενιές, τα παλληκάρια που αντιστάθηκαν στην τουρκική εισβολή του 1974. Μια κληρονομιά μαχητικότητας, αγωνιστικότητας, αξιοπρέπειας, υπερηφάνειας, τόλμης και ανδρείας», κατέληξε η Επικεφαλής Ανθρωπιστικών Θεμάτων Αγνοουμένων και Εγκλωβισμένων.